Του Ιωάννη Μαρκέτου*
Είναι απίστευτο αλλά κάθε μέρα βλέπουμε πως λειτουργεί ο εκφοβισμός στην εργασία μέσα από τα reality που παίζουν όλα τα κανάλια.
Είναι απίστευτη η σφοδρότητα της βίας (κυρίως της λεκτικής) που ασκείται από τους διαγωνιζόμενους στους συμπαίκτες τους ή από την κριτική επιτροπή, όπου υπάρχει,προς τους διαγωνιζόμενους, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Παρακολουθούμε και εμείς ως τηλεθεατές τη δημόσια ταπείνωση ή ευτελισμό ή την λεκτική βία που ασκείται πάνω σε νέα κυρίως παιδιά τα οποία κυνηγώντας το όνειρό τους, ταξιδεύουν στην σκοτεινή πλευρά της σελήνης. Είναι σε αρκετές περιπτώσεις συμπεριφορές και πράξεις που έχουμε δει να συμβαίνουν σε συναδέλφους ή και σε εμάς τους ίδιους στον εργασιακό μας χώρο και ασυνείδητα ή συνειδητά ταυτιζόμαστε ή συμπονούμε τον παίκτη εκείνον που υφίσταται εκφοβισμό και θέλουμε να τιμωρήσουμε με ψήφο αποχώρησης αυτόν που ασκεί τον εκφοβισμό.
Τέτοια βιαιότητα σε τόσο λίγα τετραγωνικά , με τόση ένταση και συχνότητα δεν έχει λογική μπορεί να υποθέσει κάποιος. Η πραγματικότητα, το «reality» στα ελληνικά είναι η αποτύπωση του κοινωνικού συνόλου σε μία τηλεοπτική εκπομπή.
Το έπαθλο της εκπομπής αλλά και η δημοφιλία που αποκτούν οι συμμετέχοντες ή η αρχηγία της ομάδας είναι ακριβώς τα ίδια κίνητρα που κάποιος εργαζόμενος μπορεί να οδηγηθεί στο να ασκήσει εργασιακό εκφοβισμό ή αντίστροφα οι λόγοι που κάποιοι άλλοι εργαζόμενοι θα υποστούν.
Στα reality, πρωταγωνιστές δεν είναι ηθοποιοί όπως σε μια ταινία ή σε κάποια θεατρική παράσταση. Είναι άνθρωποι καθημερινοί που υποδύονται τους εαυτούς τους, όπως οι εργαζόμενοι του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα. Η βιαιότητα που παρακολουθούμε έχει σκοπιμότητα, έχει δόλο. Εδώ έρχεται ο αντίλογος , ότι στα realityπάνε όσοι δεν έχουν να κάνουν τίποτε άλλο στην ζωή τους.
Tο κίνητρο που έχει κάποιος διαγωνιζόμενος για να πάει σε ένα reality δεν το γνωρίζουμε, το υποθέτουμε. Δεν είναι παράνομο, δεν είναι ανήθικο , δεν είναι κάτι κακό. Μπορεί για τον διαγωνιζόμενο να είναι η μοναδική διέξοδός του. Δεν έχουμε γεννηθεί όλοι στην ίδια αφετηρία, με τα ίδια εφόδια, τις ίδιες επιθυμίες, τα ίδια ταλέντα , την ίδια πρόσβαση σε αγαθά που θεωρούμε δεδομένα.
Από την άλλη πλευρά αποκαλύπτεται πως το συναίσθημα του φόβου είναι κυρίαρχο και είναι εκείνο που μπορεί να μεταμορφώσει έναν παίκτη σε δυνάστη, σε εκφοβιστή και να στοχοποιήσει τους αντιπάλους του. Ο φόβος του ότι θα χάσει τα πλεονεκτήματά του, ο φόβος ότι υπάρχουν και άλλοι ικανοί ή ικανότεροι παίκτες που μπορούν να κερδίσουν το παιχνίδι, όπως ακριβώς γίνεται και στις εταιρίες.
Επιπρόσθετα, στα reality με κριτές, ο τρόπος με τον οποίο οι κριτές μιλάνε στους διαγωνιζόμενους αντανακλά συνήθεις περιπτώσεις λεκτικής κυρίως βίας, μίας από τις βασικότερες μορφές εργασιακού εκφοβισμού. Περιπτώσεις που μιλάνε με φοβερή απαξία στους διαγωνιζόμενους, με ειρωνεία, με προσβλητική συμπεριφορά, με το να τους επισημαίνουν πως αν δεν «συμμορφωθούν» ή «υποταχθούν στις οδηγίες τους» δεν θα κάνουν ποτέ καριέρα, ότι έτσι είναι η πραγματική ζωή έξω κτλ. Περιπτώσεις βίας ώστε να τους υποτάξουν ψυχή και σώμα βάζοντας τους καψώνια να κάνουν , να τους περπατάνε έντομα, να γδύνονται μπροστά σους γονείς τους, τους φίλους τους, τους συγγενείς τους, (γιατί η τηλεόραση είναι μέσα σε κάθε σπίτι), χωρίς ουσιαστικό λόγο αλλά λέγοντας τους με αυστηρότητα ότι διαφορετικά δε θα «κάνουν καριέρα». Δεν φαντάζομαι όμως κανέναν από αυτούς τους «κριτές» να μιλάνε με αυτό τον τρόπο στα δικά τους παιδία ή να τα διδάσκουν να αποδέχονται την ταπείνωση και τον εξευτελισμό της προσωπικότητας τους «γιατί έτσι είναι η ζωή». Δυστυχώς σε αυτές τις περιπτώσεως δημιουργείται η πεποίθηση ότι ο εργασιακός εκφοβισμός είναι φυσιολογικός.
Στα reality όπου οι διαγωνιζόμενοι ψηφίζονται από το κοινό, παρατηρούμε πως λειτουργεί έντονα ο εκφοβισμός με την μορφή της στοχοποίησης, της διασποράς ψευδών ειδήσεων καθώς και ο υποβιβασμός της προσωπικότητας.
Όταν μια ομάδα στοχοποιεί έναν συμπαίκτη τους και φτάνει στο σημείο να μην του δίνει τροφή , (ενώ αν ήταν σκύλος ένα κομμάτι θα του το έδινε), είναι καθαρά εκφοβισμός . Αυτό που το κάνει πιο έντονο είναι ότι όλη η ομάδα συμφώνησε ο συμπαίκτης που είχε στοχοποιηθεί να μην τραφεί. Αυτό επιβεβαιώνει και το γεγονός ότι αυτός που εκφοβίζει, έχει και συμμάχους. Τί έγκλημα μπορεί να έχει κάνει κάποιος για να του στερήσουν τροφή σε συνθήκες πείνας (στο παιχνίδι);
Σε συνθήκες ειρήνης, σε συνθήκες δικαίου ακόμα και οι καταδικασμένοι έχουν το δικαίωμα της τροφής και δεν τους το στερεί κανείς . Δεν αρκούσε στην ομάδα να τιμωρήσει μέσω ψήφου το μέλος που ήθελε να εκδιώξει. Ήθελε και να το τιμωρήσει. Όπως και στον εργασιακό εκφοβισμό ακολουθήθηκαν οι ίδιες τεχνικές ώστε το αδύναμο μέλος να παραιτηθεί από την εργασία του ή να οδηγηθεί προς αυτή την κατεύθυνση.
Βέβαια, στους χώρους εργασίας ενώ υπάρχει τηλεθέαση, δεν υπάρχει η ψήφος του κοινού. Τα πράγματα είναι πιο δύσκολα για εκείνον που έχει υποστεί εργασιακό εκφοβισμό. Γι’ αυτό τον λόγο ο εργαζόμενος οφείλει να καταλάβει και πως όταν ο εργασιακός εκφοβισμός είναι υπαρκτός μπορεί να τον αποφύγει κα τον διαχειριστεί. Χρειάζεται όμως προσπάθεια και μέθοδο από την πλευρά του.
Οι εταιρίες και οι οργανισμοί από την άλλη πλευρά, οφείλουν να αναπτύξουν διαδικασίες και κανόνες που θα προστατεύουν το προσωπικό τους από φαινόμενα εργασιακού εκφοβισμού γιατί όχι μόνο κινδυνεύουν να χάσουν τους εργαζόμενους τους αλλά και να τραυματιστεί το οικοσύστημα τους ανεπανόρθωτα, η φήμη τους και το κοινωνικό τους αποτύπωμα. Βέβαια οι κανόνες και οι διαδικασίες δεν αρκούν από μόνοι τους. Αυτό που είναι σημαντικό για να το πετύχουν είναι η επιμέλεια και η ομαλή λειτουργία των διαδικασιών .
Μέσα από την 1η Πανελλήνια Έρευνα που διεξαγάγαμε για τον εργασιακό εκφοβισμό θα δείτε με περισσότερη λεπτομέρεια τις διαφορετικές μορφές του εργασιακού εκφοβισμού.
Την έρευνα μπορείτε να την δείτε στο site της MRK Consulting, www.mrkathens.gr καθώς και στο www.skai.gr
*Ο Ιωάννης Μαρκέτος είναι κάτοχος MBA και ιδρυτής της MRK Consulting, www.mrkathens.gr ,σύμβουλος αποφυγής και διαχείρισης εργασιακού εκφοβισμού