Κλείσιμο

Μεγάλα τα γεωπολιτικά οφέλη της Τουρκίας από τη συριακή κρίση

Ο Ερντογάν εγγράφει τα κέρδη από την μακροχρόνια επένδυσή του στη συριακή αντιπολίτευση - Αναμένεται μια φιλική προς την Άγκυρα κυβέρνηση στη Δαμασκό

O Άσσαντ έχει εκλείψει πλέον και ο Ερντογάν εγγράφει τα κέρδη από την μακροχρόνια επένδυσή του στη συριακή αντιπολίτευση. Το Ιράν και η Ρωσία, οι κύριοι ανταγωνιστές της Τουρκίας αποχώρησαν από την σκηνή και αναμένεται μια φιλική προς την Άγκυρα κυβέρνηση στη Δαμασκό. Η πτώση του Άσσαντ θα μπορούσε ίσως να δώσει τη δυνατότητα και στις ΗΠΑ υπό τον Τραμπ, να αποσυρθούν αφήνοντας τους Κούρδους ακάλυπτους, εξέλιξη η οποία αποτελεί μακροχρόνιο στόχο της Άγκυρας.

Το υπόβαθρο

Μετά την εξέγερση του 2011 στην Συρία, η Άγκυρα έγινε θερμός υποστηρικτής της αντιπολίτευσης του Άσσαντ, παρέχοντας οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη σε σουνιτικές ανταρτικές ομάδες, οι οποίες μπορούσαν να οργανώνουν και να εξαπολύουν επιθέσεις από το τουρκικό έδαφος κατά της Συρίας.

Αυτές οι ενέργειες της Τουρκίας διατάραξαν την στρατηγική σχέση της με τις ΗΠΑ. Σημείο καμπής όμως για τις διμερείς σχέσεις, ήταν η απόφαση της Ουάσιγκτον να ενισχύσει, με ρίψη όπλων από αέρα, την κουρδική ομάδα YPG, ο ρόλος της οποίας ήταν κρίσιμος για τον αγώνα κατά των τζιχαντιστών του ISIS. Η Άγκυρα θεωρεί την ομάδα αυτή τρομοκρατική και την συνδέει με το ΡΚΚ.

Η χειροτέρευση των σχέσεων ΗΠΑ – Τουρκίας έδωσε την ευκαιρία στην Ρωσία να επέμβει το 2015 και να σώσει το καθεστώς Άσσαντ, ερχόμενη σε αντιπαράθεση με την Τουρκία – κατάρριψη ρωσικού SU 25 από τουρκικό F 16 Νοεμ. 2015 -. Παρά ταύτα, η Ρωσία συμφώνησε για την εισβολή από την Τουρκίας στην περιοχή Ιντλιμπ της Β.Δ Συρίας (2019). Στόχος ήταν να πληγούν οι εκεί κουρδικές δυνάμεις, κατεύθυνση προς την οποία πίεζε τον Ερντογάν ο πολιτικός σύμμάχος του και ηγέτης των γκρίζων λύκων Μπαχτσελί.

Κατά ορισμένους σχολιαστές, η συναίνεση της Ρωσίας για την τουρκική εισβολή στην Συρία, συνδυάσθηκε με την αγορά από την Τουρκία του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S 400, γεγονός το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί αιτία τριβής της Άγκυρας με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Το συριακό καθεστώς υποστηριζόταν και από το σιιτικό Ιράν, εναντίον των εσωτερικών αντιπάλων του, σουνιτών. Η ισορροπία για την ενίσχυση και επίβλεψη του καθεστώτος Άσσαντ, ρυθμίστηκε με την διαδικασία της Αστάνα ( 2017) μεταξύ Τουρκίας, Ρωσίας και Ιράν.

Οφέλη για την Τουρκία

Η ανατροπή του καθεστώτος Άσσαντ έχει ως φαίνεται λειτουργήσει σημαντικά υπέρ του Ερντογάν. Η ρωσική αδυναμία στην Συρία προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα στην Τουρκία, καθώς το μέλλον των ρωσικών βάσεων στην Ταρτούς και την Χμεϊμίν παρουσιάζεται εξαιρετικά αβέβαιο.

Οι βάσεις αυτές είναι από τα σημαντικότερα γεωστρατηγικά σημεία στήριξης της ρωσικής παρουσίας στον διεθνή χάρτη. Στο λιμάνι της Ταρτούς υπάρχουν οι τεχνικές δυνατότητες επισκευής και εφοδιασμού των ρωσικών πλοίων στην Μεσόγειο και η δυνατότητα αποστολής ενισχύσεων δια θαλάσσης στην Βεγγάζη της Λιβύης, όπου υπάρχει στρατιωτική ρωσική παρουσία και επί πλέον προς την Κ. Αφρική, στην ζώνη του Σαχέλ, όπου επιχειρούν Ρώσοι μισθοφόροι, υποστηρίζοντας τοπικά καθεστώτα. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι Ρώσοι έχουν αποσύρει προς το παρόν τα πλοία τους από την Ταρτούς και τα έχουν στείλει στην Βεγγάζη. Ως προς την αεροπορική βάση του Χμεϊμίν, αυτή προσέφερε την δυνατότητα αεροπορικών επεμβάσεων σε σημαντική ακτίνα, υποστηρίζοντας τακτικές ρωσικές προτεραιότητες στην περιοχή. Η απώλεια της Ταρτούς θα σήμαινε εξαιρετικές δυσχέρειες στην τροφοδοσία της ρωσικής παρουσίας τόσο στην Λιβύη, όσο και στην ζώνη του Σαχέλ, με αρνητικές επιπτώσεις στις στρατιωτικές δυνατότητες και την πολιτική αξιοπιστία του Κρεμλίνου, και στην ευρύτερη περιοχή. Άμεσα ωφελημένη από το κενό το οποίο δημιουργεί η ρωσική αδυναμία, είναι κατά τα φαινόμενα η Τουρκία, τόσο στην Συρία όσο και στην Κ. Αφρική. Ως προς την Συρία η Άγκυρα ελέγχει σε μεγάλο βαθμό την μεταβατική κυβέρνηση, μέσω των πιστών της τζιχαντιστών ανταρτών, ενώ ως προς την ζώνη των κρατών του Σαχέλ, έχει προ ετών υπογράψει σχετική συμφωνία στήριξής τους, την οποία θα μονοπωλεί μετά την ισχνή ρωσική παρουσία. Βέβαια, η εξέλιξη αυτή ενέχει όλα τα σπέρματα μελλοντικού ανταγωνισμού και αντιπαράθεσης με την Ρωσία, η οποία προς το παρόν λόγω του ουκρανικού πολέμου εμφανίζεται με ιδιαίτερα περιορισμένες δυνατότητες διεθνούς παρέμβασης. Είναι πιθανότατο, η Τουρκία να προχωρήσει σε μια προβολή ισχύος και στον Καύκασο, αν και προς το παρόν επιλέγει την ήπια προβολή ως γενικότερη πολιτική της. Παράδειγμα, η προ ημερών ειρηνευτική παρέμβασή Ερντογάν μεταξύ Σομαλίας και Αιθιοπίας. Μπορεί να σημειωθεί, ότι με την Σομαλία η Άγκυρα έχει υπογράψει συμφωνία αμοιβαίας ναυτιλιακής και αμυντικής υποστήριξης, και μεταξύ άλλων διευκολύνσεων, έχει εκπαιδεύσει 15000 στρατιωτικό προσωπικό Σομαλών, τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα, η ουσιαστική απόσυρση του Ιράν από την Συρία εκτός από την εκεί ενίσχυση της τουρκικής παρουσίας, ενισχύει τις τουρκικές επιχειρήσεις και κατά των Κούρδων του Ιράκ, καθώς ορισμένες σιιτικές εθνοφυλακές, οι οποίες τους ενίσχυαν κατά των τουρκικών επιθέσεων, θα αποσυρθούν. Είναι πιθανότατο η Τουρκία να αντιμετωπίζει ένα αποδυναμωμένο Ιράν και στο Καύκασο, όπως και στην περίπτωση της Ρωσίας. Τελικά είναι ενδεχόμενο, να αποδειχθεί επωφελής για την Τουρκία η διοίκηση Τραμπ, η οποία θα μπορούσε να θεωρήσει τον Ερντογάν έναν αξιόπιστο εταίρο, ο οποίος θα διαχειριζόταν με επιτυχία το ρωσικό κενό ισχύος στην ευρύτερη περιοχή. Θα μπορούσε ακόμη να υπάρξει και ένα ερωτηματικό για του φιλο-αμερικανούς Κούρδους ΥΡG της Συρίας, οι οποίοι κρατούν υπό έλεγχο τον ISIS, με την υποστήριξη μιας Αμερικανική δύναμης (900).

Το 2019 ο Τράμπ είχε αποφασίσει την απόσυρση των Αμερικανών, αλλά υπαναχώρησε οργισμένος, όταν η Τουρκία έσπευσε αμέσως να πλήξει τους Κούρδους αυτούς.

Θα μπορούσε ενδεχομένως να επανέλθει, αν η Τουρκία αναλάμβανε την υποχρέωση, να πολεμήσει αυτή κατά του ISIS. Υπάρχει όμως το σοβαρό ενδεχόμενο, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Ρούμπιο και ο Σύμβουλος ασφάλειας Βαλτζ να έχουν διαφορετική άποψη. Η νέα κυβέρνηση των τζιχαντιστών δεν έχει ανακοινώσει τις ειδικότερες προθέσεις και προγράμματα της, για το πως θα κυβερνήσει. Μεταξύ των Αραβικών και των Δυτικών κρατών υπάρχει ο σκεπτικισμός, ότι θα μπορούσε να καθιερωθεί στην Συρία ένα σκληρό ισλαμικό καθεστώς, το οποίο θα απειλούσε την σταθερότητα στην περιοχή. Ο σκεπτικισμός βασίζεται στο ότι, η διακυβέρνηση από την HTS στην περιοχή της Ιντλιμπ, δεν είχε κάποιο στοιχείο πλουραλισμού, ή ισότητας δικαιωμάτων. Χαρακτηριστικά, πριν λίγες μέρες ανακοινώθηκε, ότι οι γυναίκες δικαστές κλήθηκαν να παραδώσουν τους φακέλους των υποθέσεών τους σε άνδρες.

Είναι σημαντικό το ερώτημα, άν η Τουρκία θα μπορούσε ή θα επιθυμούσε να διαχειριστεί μια κατάσταση θρησκευτικού αυταρχισμού στην Δαμασκό και, ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις στις σχέσεις της με τα κράτη της περιοχής σε μια τέτοια περίπτωση. Όλοι είναι επιφυλακτικοί. Εν τω μεταξύ το Ισραήλ συνεχίζει να βομβαρδίζει συριακές στρατιωτικές υποδομές και να διασφαλίζει την θέση του στα Γκολάν, τον Ν. Λίβανο και την Γάζα.