Στα τριάμισι χρόνια διακυβέρνησης Μητσοτάκη καταγράφονται εντυπωσιακά δεδομένα ως προς την αντοχή της Κυβέρνησης, διαχρονικά. Εάν αναζητούσαμε το εντυπωσιακότερο, θα ήταν η επίμονη προσήλωση των Ελλήνων στον πραγματισμό! Αρκεί μια γρήγορη αναδρομή στην πρόσφατη δωδεκαετία για να φανταστούμε το μέγεθος της μεταστροφής. Τι είναι αυτό που δρα ανασταλτικά στην τάση, που γενικώς μια κοινωνία έχει, να ακολουθεί το...μαγεμένο αυλό; Ασχέτως των ετών παραμονής της ΝΔ στην εξουσία και των λαθών στα οποία πέφτει η Κυβέρνηση, φαίνεται πως οι μνήμες από την διαχείριση της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμη νωπές. Αρκεί όμως να εξηγήσει την αντιπολιτευτική ανεπάρκεια Τσίπρα; Μάλλον όχι.
Τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων που δημοσιοποιήθηκαν τις τελευταίες ημέρες μας βοηθούν να καταλάβουμε αυτό που οι περισσότεροι εκ των πολλών διαπιστώνουν, χωρίς να σηκώνουν φασαρία στην κοινωνική δικτύωση. Ο Πρωθυπουργός κρίνεται καταλληλότερος και άρα ικανότερος σε σχέση με τον Α. Τσίπρα και τον Ν. Ανδρουλάκη στη διαχείριση της οικονομίας, της ανάπτυξης, της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας, της ενεργειακής κρίσης, όπως και στο πρόσφατο παρελθόν κρίθηκε το ίδιο στην αντιμετώπιση της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία του κορωνοϊού. Κατά μια μονάδα, στο όριο του στατιστικού λάθους, ηττάται από τον Α. Τσίπρα στα θέματα της διαφάνειας, όπως το μέτρησε για τον ΣΚΑΙ η εταιρεία δημοσκοπήσεων PULSE.
Η σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης στο πεδίο αυτό έγινε πρώτη φορά με αφορμή τις καταγγελίες περί υποκλοπών. Εκδηλώνεται έτσι ο εκνευρισμός, ίσως κι ο θυμός, από μέρος της κοινής γνώμης σ' ένα ακόμη όπως θεωρήθηκε ατόπημα του Μητσοτάκη. Θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνεται η αντίδραση για την περίπτωση του βουλευτή Πάτση και η καθυστέρηση της ΝΔ να δράσει εγκαίρως. Όμως να θεωρείται επαρκέστερος στα θέματα διαφάνειας ο Α. Τσίπρας έχοντας στην πλάτη του σειρά θεσμικών ατοπημάτων, κατά την Πρωθυπουργία του, αγγίζει το σουρεαλιστικό. Και μόνο η μετέπειτα δήλωση του ότι την επόμενη φορά που θα κυβερνήσει θα φροντίσει πρώτα απ' όλα να σφίξει τους «αρμούς» της εξουσίας αρκεί να εκληφθεί ως χιούμορ η αναγνώριση του σαν θεματοφύλακα των θεσμών...
Σε κάθε περίπτωση, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση του δεν αποφεύγουν, δυστυχώς, τα λάθη. Όπως επίσης, κάποιοι άλλοι συμπατριώτες που επιζητούν πιο ρηξικέλευθες πολιτικές στη διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων, ταχύτερες μεταρρυθμίσεις και δεν τις βλέπουν, βαθμολογούν αρνητικά. Ακόμη κι αν προστεθούν τα ποσοστά στις δύο κατηγορίες, παραμένει η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Μητσοτάκη, δεν αίρεται. Απεναντίας, ούτε εναποτίθεται στον Α. Τσίπρα, στο βαθμό τουλάχιστον που το επιζητά ο ίδιος. Στον ΣΥΡΙΖΑ πικραίνονται κάθε μήνα με τις δημοσκοπήσεις. Περιμένουν την δικαίωση τους μετά τα όσα καταγγέλονται, αλλά η εκτίναξη του κόμματος δεν έρχεται. Το άγχος τους εμφανώς αυξάνεται, κι αυτό όμως δεν είναι ικανό να τους κινητοποιήσει. Αρνούνται, λες το κάνουν πεισματικά, να προσεγγίσουν τη λογική και τον πραγματισμό. Μένουν προσκολλημένοι στον λαϊκισμό, στο ευκολάκι...
Το εύκολο δεν απαντά στα θέματα που οφείλει να διαχειριστεί ο ηγέτης. Το αντιλαμβάνονται ακόμη και όσοι δεν παρακολουθούν στενά την πολιτική. Ο Μητσοτάκης δεν κρίνεται τυχαία καταλληλότερος. Διαχειρίζεται κρίσεις, διαμορφώνει πολιτικές, έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων, είναι μεταξύ των πρωταγωνιστών και δεν ετεροκαθορίζεται στο πεδίο των εξελίξεων. Αυτή την περίοδο σημαντικότερο θεμα για τους πολίτες είναι η οικονομία, η ακρίβεια, η ενέργεια και προφανώς η ανασφάλεια που περικλείει το όλο πλέγμα. Λογική η ανησυχία, λογική η αγωνία για το άγνωστο προσεχές μέλλον. Όταν μάλιστα τα σενάρια που προηγήθηκαν περιέγραφαν ένα ζοφερό παρόν. Το οποίο δεν επιβεβαιώνεται τουλάχιστον έως τώρα. Ο τρόμος βρίσκεται εκεί όπου η Ρωσία βομβαρδίζει τους αμάχους της Ουκρανίας απλώνοντας τον θάνατο. Σε μας, στην Ελλάδα, ο ζόφος του πολέμου φθάνει με τον πληθωρισμό στην οικονομία. Όμως επιχειρείται και σ' ένα βαθμό επιτυγχάνεται η συγκράτηση του.
Οφείλεται στα καλά έως και άριστα, για την περίοδο που διανύουμε, δεδομένα της οικονομίας. Η κυβερνητική πολιτική αποδίδει και αυτό δεν κρύβεται. Τα έσοδα από τον τουρισμό, οι εξαγωγές, κυρίως όμως οι επενδύσεις κεφαλαίων στην Ελλάδα αυξάνουν την απόδοση της οικονομίας. Μπορεί στο σούπερ μάρκετ να γίνεται πόλεμος με το καλάθι του νοικοκυριού, όμως η ανάπτυξη που εκτιμάται να κλείσει με τουλάχιστον 6% (σε περιβάλλον πληθωρισμού στο 10%) είναι εντυπωσιακό γεγονός. Αλλιώς τη γκρίνια και τη δυσαρέσκεια κανένας Μητσοτάκης δεν θα μπορούσε να την κουκουλώσει. Τα καλά μεγέθη της οικονομίας επιτρέπουν στην Κυβέρνηση να ανοίξει το ταμείο, και λόγω των επερχόμενων εκλογών, να γίνεται ανοιχτοχέρα. Οι πρώτοι που πανηγυρίζουν, είναι φυσικά οι συνταξιούχοι. Έχουν λαμβάνειν, μετά από χρόνια περικοπών. Τα πράγματα, προφανώς, δεν είναι εύκολα για ένα νοικοκυριό χαμηλά αμοιβόμενων. Όμως αυτό δεν μπορεί να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Καθορίζεται από τη δομή της οικονομίας. Άλλωστε γίνεται πια όλο και περισσότερο κατανοητό ότι η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα για την οποία παίνευε τον εαυτό της η πολιτική τάξη δεν μπορεί να αποδώσει περισσότερους καρπούς.
Η κομματική αντιπαράθεση αποφεύγει τα δύσκολα θέματα. Αρκείται στο γνωστό λαϊκισμό και στην πλήρη αντιστροφή των ρόλων. Όπως ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ στο θεμα των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας. Ψήφισαν και εφάρμοσαν ως Κυβέρνηση αυτά τα οποία σήμερα καταγγέλουν από τη θέση της αξ. Αντιπολίτευσης. Και μετά απορούν για τη κακή βαθμολογία τους στις δημοσκοπήσεις. Με αξιοπιστία κοντά στο μηδέν δεν μπορείς να ζητάς από τους πολίτες επιστροφή στη διακυβέρνηση. Είχε τρισήμιση χρόνια στη διάθεση του ο Α. Τσίπρας να προετοιμάσει σοβαρές προτάσεις που θα αντικαθιστούσαν τις κυβερνητικές θέσεις Μητσοτάκη.
Είπαμε με παραμύθια και μαγεμένους αυλούς αντιπολίτευση δεν γίνεται. Και όσο επιμένει ο ΣΥΡΙΖΑ άλλο τόσο δεν πείθει. Οι Έλληνες επανήλθαν στον πραγματισμό, μετά από πολυετείς αναζητήσεις σε υποσχέσεις που δεν πραγματοποιήθηκαν. Φαίνεται από τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων ότι ο Μητσοτάκης ασκώντας πολιτική με τη λογική, την επιμονή στο Κέντρο, χωρίς ιδιαίτερο φανατισμό, καταφέρνει να συγκρατεί περισσότερους πολίτες στο πλευρό του, παρά τα λάθη και τις ευθύνες που προφανώς ως Πρωθυπουργός επωμίζεται. Έχουμε πει, οι πολίτες δεν ερωτεύθηκαν Μητσοτάκη, αλλά, σε αυτή τη φάση, δεν βλέπουν άλλον ικανότερο να τον αντικαταστήσει.
Γράψαμε ήδη από την περασμένη άνοιξη, ότι η κυβέρνηση δεν έχει αντίπαλο. Αλλά έχει αντίπαλο τον (κακό ενίοτε) εαυτό της. Τα περίφημα αυτογκόλ όταν παίζει μονότερμα.
Την εργασιοθεραπεία Μητσοτάκη μπορεί να την αντικαταστήσει μόνο η εργασιοθεραπεία Τσίπρα. Μέχρι τώρα όχι μόνο δεν το καταφέρνει, δεν το έχει προσπαθήσει καν. Ο Τσίπρας δείχνει βαριεστημένος. Φάνηκε κατά την επίσκεψη του στη μονάδα αγροτικής παραγωγής στην Πέλλα. Απροετοίμαστος, χωρίς μια ιδέα για το τι έπρεπε να πει στους ανθρώπους που θα τον άκουγαν. Να αναπτύξει σχέδιο για συνένωση δυνάμεων, πλουσιότερη παραγωγή, καλύτερη εμπορία κι ο,τι άλλο θα περίμεναν να ακούσουν οι ασχολούμενοι με τον πρωτογενή τομέα και τη μεταποίηση στα αγροτικά προϊόντα.
Πήγε με την άνεση, με το ευκολάκι των υποσχέσεων α λα 2012 κι έπεσε στους παγετώνες, τώρα που σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό μύρισαν οι εκλογές...