Θα πρέπει να ήταν το 1999 όταν σε μια παρέα συζητούσαμε χαλαρά για τη γενικευμένη διαφθορά και όλοι συμφωνούσαν ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα χωρίς να λαδώσεις. «Μην υπερβάλλουμε», διαφώνησα εγώ. «Να για παράδειγμα δεν χρειάστηκε να λαδώσω για να πάρω δίπλωμα οδήγησης». Για κακή μου τύχη στην παρέα βρισκόταν και ο φίλος μου που ήταν εκπαιδευτής οδηγών: «Καλά, σοβαρά μιλάς; Δεν κατάλαβες ότι μέρος της αμοιβής που μου έδινες ήταν και για το λάδωμα των εξεταστών;» αφήνοντάς με εμβρόντητο.
Το «όποιος έχει στοιχεία να πάει στον εισαγγελέα» δεν είναι το μείζον. Το σημαντικότερο είναι η γενικευμένη αίσθηση ότι η διαφθορά είναι καθολική, ακόμα και αν δεν υπάρχουν αποδείξεις. Η πεποίθηση αυτή ότι η διαφθορά επικρατεί, έχει τεράστιο κόστος από μόνη της, χωρίς απαραίτητα να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, πώς ήταν δυνατό να περάσει το ασφαλιστικό του κ. Γιαννίτση, όταν σύσσωμη η κοινωνία ήταν βέβαιη ότι όσοι είχαν τη δυνατότητα κατασπαταλούσαν δημόσιο χρήμα; Ακόμα και η συζήτηση που αναβίωσε αυτές τις μέρες λόγω του θανάτου του πρώην Πρωθυπουργού, αν μπορούσε ή όχι να αντιμετωπίσει τη διαφθορά και ότι αν το τολμούσε πιθανόν να έμεναν πίσω τα μεγάλα έργα, αποδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος, ανεξαρτήτως της απάντησης που δίνει ο καθένας.
Το πρόβλημα επισημάνθηκε από τότε στον δημόσιο διάλογο, αλλά μόνο επικοινωνιακά με υπερβολικούς πολλές φορές βερμπαλισμούς και όχι επί της ουσίας. Πώς κάνουμε αναδιοργάνωση του κράτους; Δεν είχαμε μόνο πειστεί ότι ο εκσυγχρονισμός και η ευρωπαϊκή σύγκληση συνάδει με τη διαφθορά, υπήρχε και διάχυτη η ψευδαίσθηση ότι το μαύρο χρήμα θα μας προστάτευε τάχα από την παγκόσμια κρίση! Αφού δεν ήμασταν ικανοί να το κάνουμε στην εποχή της ευμάρειας, χρειάστηκε να το κάνουμε την εποχή της κρίσης. Αντιμετωπίστηκε όμως η διαφθορά ή απλά συρρικνώθηκε λόγω έλλειψης χρημάτων σε πιο περιορισμένο κύκλο; Όταν δεν αλλάζεις πορεία σε στιγμές που οι συνθήκες το επιτρέπουν, πόσο μάλλον στις δυσκολίες, όταν οδηγός επιβίωσης γίνεται το ένστικτο και η συνήθεια.
Σήμερα υπάρχει μια συνθήκη που μας επιτρέπει να περιορίσουμε δραστικά τη διαφθορά. Δεν είναι άλλη από τα ψηφιακά εργαλεία. Το πρόβλημα όμως με τα χρόνια έχει εμπεδωθεί τόσο γερά, που το ίδιο το κράτος έχει χάσει κάθε εμπιστοσύνη στον ίδιο του τον εαυτό. Έτσι λοιπόν, αντί να χρησιμοποιεί την ψηφιοποίηση αποδοτικά, αποβλέποντας στην εξυγίανση των κρατικών λειτουργιών, προσπαθεί να τις παρακάμψει. Γιατί επιβλήθηκε το τεκμαρτό εισόδημα των ατομικών επιχειρήσεων αδικώντας σίγουρα κατάφορα ένα μέρος φορολογουμένων; Γιατί η ΑΑΔΕ δεν μπορεί να κάνει ελέγχους και το παραδέχεται με καμάρι. Γιατί καταταλαιπωρούνται όλες οι επιχειρήσεις λιανικής με την υποχρεωτική διασύνδεση των POS με τις ταμειακές; Γιατί η ΑΑΔΕ δεν μπορεί να ελέγξει αν μια επιχείρηση εισπράττει μέσω POS χωρίς να κόψει τις σχετικές αποδείξεις και το παραδέχεται με καμάρι. Για τον ίδιο λόγο κλειδώνουν οι δηλώσεις βάσει My Data, δεν υπάρχει εναλλακτική αν οι ταμειακές δεν διαβιβάζουν στο e-send κλπ.
Η ΑΑΔΕ θα έπρεπε αντίθετα να επενδύει σε ψηφιακά εργαλεία που κάνουν αποδοτικούς ελέγχους, χωρίς να παρεμβαίνουν στην επιχειρηματική δραστηριότητα και να τη δυσκολεύουν. Το κράτος για να επιβάλλει την συμμόρφωση στον Κ.Ο.Κ. επενδύει σε τελευταίας τεχνολογίας κάμερες για να διαπιστώνει τις παραβάσεις και να επιβάλλει κυρώσεις. Αυτό δεν κάνει πιο δύσκολη την οδήγηση. Φιλοδοξεί να καλλιεργήσει τη συμμόρφωση στον Κ.Ο.Κ. μέσω του ελέγχου. Αν λειτουργούσε όπως η ΑΑΔΕ στις φορολογικές διαδικασίες, αντί να βάλλει κάμερες θα υποχρέωνε κάθε όχημα να προμηθευτεί υποχρεωτικά με έναν τελευταίας τεχνολογίας ταχογράφο σε απευθείας σύνδεση με το Υπουργείο Μεταφορών, να δίνει κάθε στιγμή στοιχεία και να κλειδώνει αυτόματα το αυτοκίνητο για να μην μπορεί να κάνει παραβάσεις. Κάποιες φορές μπερδεύεται βέβαια και ενώ απαγορεύεται η αριστερή στροφή, το αυτοκίνητο δεν στρίβει δεξιά και γίνονται ατυχήματα. Παιδικές ασθένειες. Επίσης, όταν δεν υπάρχει δίκτυο, τα αυτοκίνητα ακινητοποιούνται, αλλά τι να κάνουμε; Δεν επιβάλλεται διαφορετικά ο Κ.Ο.Κ. Αυτό ακριβώς χαρακτηρίζει το επιχειρηματικό περιβάλλον σήμερα, αλλά τα αποτελέσματα δεν είναι τόσο ορατά, ούτε τόσο άμεσα. Οι χαμένες εργατοώρες όμως, είναι χαμένη παραγωγικότητα. Και στην πραγματική οικονομία, τα ψέματα κάποια στιγμή τελειώνουν. Ας μην την πατήσουμε όπως τότε, που νομίζαμε ότι το μαύρο χρήμα τάχα μας προστάτευε από την κρίση. Η τυπολατρία και η άσκοπη υπερανάλυση, δεν οδηγούν πουθενά. Το μόνο που κάνουν είναι να μας δίνουν την ψευδαίσθηση ότι τουλάχιστον προσπαθούμε.
* Ο Αγαμέμνων Σταυρόπουλος είναι Οικονομολόγος - Φοροτεχνικός