Είκοσι χρόνια πριν. Προσπαθούσα να μεταφέρω στον γιο μου, τότε ήταν μόλις τριών ετών, το πάθος, την αγωνία, την έκρηξη της επιτυχίας. Ήμουν από τους τυχερούς που είχα ζήσει την τελευταία εβδομάδα των αγώνων της εθνικής στην Πορτογαλία.
Είκοσι χρόνια, μετά. Οι θύμισες έχουν λιγοστέψει. Όσες κατάφεραν να καταγράφουν στο σκληρό δίσκο της μνήμης, αναφύονται ολοζώντανες. Αλλά οφείλω να σας ομολογήσω πως με λυπεί. Είκοσι χρόνια μετά, αυτό που μένει είναι ένα από τα καλύτερα καλοκαίρια της ζωής μας. Μετά ήρθαν οι «μέλισσες» της κρίσης. Διότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες, διοργανώθηκαν χωρίς σχέδιο για την επόμενη ημέρα. Το πάρτι της αδιαφορίας και του άμεσου πλουτισμού, συνεχίστηκε χωρίς να συμβαίνει τίποτα. Ο λαϊκισμός υπέβοσκε, μέχρι που εμφανίστηκε ως φάντασμα στον ουρανό της πλασματικής επιτυχίας. Η κρίση έρχονταν με άλματα και εμείς απολαμβάναμε, χρόνια μετά, την ντρίπλα του Ζαγοράκη και τις κεφαλιές του Χαριστέα. Όπως και τα μεγάλα ρεκόρ των Αγώνων.
«Κυρίες και κύριοι, πολίτες όλου του κόσμου, σας υποδεχόμαστε στην Αθήνα». Η τελετή λήξης που προκαλεί ρίγη συγκινήσεως μέχρι και σήμερα, δεν φώτιζε τα δύσκολα της επόμενης ημέρας. Παρά τις προσπάθειες του Δημήτρη Παπαϊωάννου, που έδειχνε τις παθογένειες αλλά και τη γενναιότητα της φυλής μας. Τι ήταν, όμως όλα εκείνα τα «μεγάλα και συγκλονιστικά»; Γιατί βυθιστήκαμε σε ένα οικονομικό γκρεμό από τον οποίο ακόμη δεν μπορούμε να βγούμε; Γιατί πάντα χανόμαστε στα «μικρά και ευτελή» και όχι στα «μεγάλα και τα ωραία», που λένε οι ποιητές; Γιατί μας απασχολούν τα χαστούκια του Αυγενάκη-που όφειλε να είχε ήδη παραιτηθεί από μόνος του-και όχι η υπογεννητικότητα, η τεχνητή νοημοσύνη, η ανεργία των παιδιών μας; Γιατί χανόμαστε ανέκαθεν στον κρυμμένο εσωτερικό μας Ζορμπά και όχι στον σύγχρονο προοδευτικό ευρωπαϊσμό μας; Τι είναι αυτό που μας τραβάει στον ραγιαδισμό και όχι στη Ρωμιοσύνη;
Δεν νοσταλγώ, ούτε μεμψιμοιρώ, απλώς πιστεύω πως το Euro του μέλλοντος μας θα αργήσει αρκετά ακόμη. Ίσως και όχι. Απλώς δεν δέχομαι πια την ηδονή της μιζέριας που έχει εξελιχθεί σε εθνικό χαρακτηριστικό. Το «ωραίο, το μεγάλο και το συγκλονιστικό» θέλει δουλειά. Μεγάλη δουλειά…