Πολιτικό το πρόβλημα των υψηλών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας 

Η λεγόμενη «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας συνδυάστηκε με την πολιτική απόφαση, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η διαμόρφωση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας να γίνεται με νέο τρόπο

Σοβαρός πανεπιστημιακός με ρώτησε πώς γίνεται, ενώ η Ελλάδα γεμίζει σιγά-σιγά με ανεμογεννήτριες και ηλιακά πάρκα, αυξάνοντας σημαντικά το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα της χώρας, οι λογαριασμοί ηλεκτρικής ενέργειας που αποστέλλονται στους καταναλωτές, αν δεν υπήρχαν οι κρατικές επιδοτήσεις, θα ήταν πολύ δύσκολο να πληρωθούν. 

Του εξήγησα ότι, η λεγόμενη «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας συνδυάστηκε με την πολιτική απόφαση, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η διαμόρφωση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας να γίνεται με νέο τρόπο. 

Όχι με βάση το πραγματικό  μέσο κόστος, πλέον ένα λογικό περιθώριο κέρδους, όπως γινόταν επί πενήντα και πλέον χρόνια, μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά με βάση το υψηλότερο κόστος, που θα διαμορφώνεται, σε κάθε χρονική ζώνη της ημέρας, από την πιο ακριβή (οριακή) προσφορά, που θα υποβάλλεται στο χρηματιστήριο της ενέργειας.

Ως λόγος αυτής της επιλογής, προβλήθηκε η παροχή κινήτρου για επενδύσεις, ιδιαίτερα στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι υποψήφιοι επενδυτές, με την προσδοκία υψηλών κερδών, θα ενθαρρύνονταν να προχωρήσουν σε επενδύσεις. 

Το κίνητρο λειτούργησε. Οι επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές αυξάνονται, τα έσοδα και τα κέρδη των επιχειρήσεων ηλεκτρισμού αυξάνονται θεαματικά, αλλά τα εκατομμύρια των καταναλωτών πιέζονται. Δυσκολεύονται να πληρώσουν τους υπερβολικά αυξημένους λογαριασμούς τους, οι οποίοι, από έξι τον χρόνο στο παρελθόν, αθόρυβα και διακριτικά,  έγιναν μηνιαίοι. 

Αν δεν υπήρχε η κρατική παρέμβαση για επιδότηση των καταναλωτών, με διάθεση κρατικών εσόδων από άλλες πηγές, η πληρωμή των λογαριασμών ρεύματος θα ήταν από προβληματική έως αδύνατη για μεγάλο μέρος των καταναλωτών.

Η κατάσταση αυτή, από οικονομική, κοινωνική και πολιτική άποψη, δημιουργεί πολύ σοβαρά ζητήματα. 

Οι επαναλαμβανόμενες  επικλήσεις της διεθνούς συγκυρίας (πόλεμος Ουκρανίας κλπ) ως μοναδικής αιτίας της δραματικής ανόδου των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας δεν είναι πλέον πειστικές. Μόνο οι καταναλωτές υποφέρουν. Οι παραγωγοί και οι έμποροι ηλεκτρισμού καταγράφουν υπέρογκα κέρδη και πρωτοφανείς αποδόσεις του επενδυθέντος κεφαλαίου. 

Η πρωτοβουλία που έχει αναληφθεί από πέντε κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβανομένης και της ελληνικής, για αποδέσμευση της τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας από το λεγόμενο οριακό κόστος, που εξασφαλίζει υπερκέρδη στην πλευρά της προσφοράς και μεγάλα βάρη στην πλευρά της ζήτησης, δεν φαίνεται να αντιμετωπίζεται στις Βρυξέλλες με ιδιαίτερη βιασύνη.

Η έλλειψη «όρεξης», όπως έχει επισημανθεί και στον διεθνή τύπο, για διορθωτικές παρεμβάσεις, που θα οδηγήσουν σε εκλογίκευση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας, είναι πολιτικό πρόβλημα.

Δεν εντάσσεται στην κατηγορία των προβλημάτων που μπορεί να προκληθούν από πράξεις του «νέου σερίφη στην πόλη» στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Εντάσσεται, όμως, στην κατηγορία των προβλημάτων που δημιουργεί η περιορισμένη όρεξη άλλων πιο μικρών σερίφηδων, στην εδώ πλευρά του Ατλαντικού, για να προχωρήσουν σε κινήσεις, που μπορεί να δυσαρεστήσουν την πλευρά της προσφοράς, αλλά θα ανακουφίσουν τα εκατομμύρια των Ευρωπαίων καταναλωτών.

* Ο Κ. Β. Γιωτόπουλος είναι τ. Γενικός Διευθυντής Οικονομικών της ΔΕΗ, τ. Πρόεδρος της ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ CEEP (ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ Ευρωπαϊκό Κέντρο Επιχειρήσεων με Δημόσια Συμμετοχή), τ. Διευθύνων Σύμβουλος της ΤΡΑΜ Α.Ε.