«Αν είμασταν πιο αποφασισμένοι θα είχαμε όλοι την Κύπρο δικιά μας». Έτσι ή κάπως έτσι ο πρόεδρος Ερντογάν θέλησε να στείλει τα δικά του μηνύματα με πολλούς αποδέκτες. Εκλογές έχει, εγκλωβισμένος με Πούτιν είναι, διέξοδο με το έτσι θέλω στη θάλασσα επιθυμεί, πιέζει την Αμερική και το ΝΑΤΟ, θέλει να μείνει ο ιστορικός ηγέτης της Τουρκίας. Όλα μαζί ή και πολλά άλλα που δεν γνωρίζουμε. Είναι και η προσέγγιση Ελλάδος -Αιγύπτου...
Η διπλωματία, όμως, γνωρίζει. Και καλύτερα από όλους, η ελληνική. Κοντοζυγώνει εξάλλου η συνάντηση των ηγετών Ελλάδος και Τουρκίας. Η Αθήνα κινείται σε πολλαπλά επίπεδα, όπως έπρεπε να κάνει πολλά χρόνια. Και η εξωτερική της πολιτική είναι μια, ενιαία και συγκεκριμένη. Από όλες τις κυβερνήσεις. Αλλά αυτός είναι ο γείτονας. Τα έχουμε ξαναπεί και γνωρίζουμε πως δεν έχουμε έναν καλοπροαίρετο συνομιλητή. Πάντα θα διεκδικεί και πάντα θα απαντάμε. Αλλά πάνω από όλα διάλογος. Και εκεί που σταματάει ο διάλογος, συνεχίζεται. Το νήμα πάλι από την αρχή. Και ξανά το ίδιο σκηνικό. Εδώ και πολλά χρόνια. Και η δική μας πολιτική εξελίσσεται, διαμορφώνεται, εκσυγχρονίζεται.
Αλλά πάντα υπάρχει μια κόκκινη γραμμή που δεν πρόκειται να παραβιαστεί ποτέ. Ο τούρκος πρόεδρος δεν είναι πειρατής. Διότι αν τον εκλάβουμε ως τέτοιον ο διάλογος θα πάει περίπατο. Και θα ακούμε πολλούς ήχους. Ενδεχομένως πιο τρομακτικούς. Και η διπλωματία δεν παίζει με τα όπλα. Η θέση της ενισχύεται από τις ισχυρές ένοπλες δυνάμεις μας. Αλλά αυτό δεν αποτελεί το «βασικό» όπλο της.
Και η κόκκινη γραμμή είναι η απάντηση των ελληνικών διπλωματικών πηγών: «Οι δηλώσεις του Τούρκου προέδρου σχετικά με την παράνομη εισβολή στην Κύπρο το 1974 συνιστούν πρόδηλη στρέβλωση της ιστορικής αλήθειας και προσβολή στην μνήμη των θυμάτων. Πολλώ δε μάλλον όταν γίνονται σε χρόνο κατά τον οποίο βρισκεται σε εξέλιξη προσπάθεια υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την επανεκκίνηση των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού στο πλαίσιο των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ».
Αυτά...