Στη νέα περίοδο κινητικότητας του ΣΒΑΠ, εντός του 2024-2025, μετά και την Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των μελών μας, πυρήνας, θα έλεγα, της προσοχής μας, ως βιομηχανικές επιχειρήσεις, θωρώ ότι πρέπει να είναι και η εξάντληση όλων των περιθωρίων ορθής μελέτης επιχειρημάτων της βιομηχανίας για την πολιτική εκείνη που θα αποτελέσει το αυριανό πλέγμα μέτρων και παρεμβάσεων αντιμετώπισης και της ενεργειακής κρίσης.
Της ενεργειακής κρίσης που, επιμένω σε αυτό, συνεχίζει να ανατρέπει τις ανάγκες μας για μια νέα εκβιομηχάνιση.
Μια από αυτές τις παρεμβάσεις θα πρέπει βεβαίως να είναι και από τη δική μας πλευρά. Από την πλευρά της επιχειρηματικής κοινότητας.
Και αυτή πρέπει να είναι η βοήθεια για ενίσχυση μέσω και των δικών μας οικονομικών δυνάμεων για μια νέα εκβιομηχάνιση του τόπου με επενδύσεις στην παραγωγή και όπου παρουσιάζονται τα κενά.
Σε μια τέτοια επιχείρηση, όμως, θα λέγαμε ότι δεν είναι εύκολο να παραγνωρίσουμε την ενεργειακή συγκυρία που μας καταπιέζει «πολεμώντας» την μόνο με ανίσχυρες επιδοτήσεις.
Αν πάρουμε ως δεδομένο ότι στους βιομηχανικούς καταναλωτές η επιδότηση θα είναι 250 ευρώ / MWh ώστε να απορροφήσουμε έως και το 67% της αύξησης. Για το φυσικό αέριο δε και για τους εμπορικούς καταναλωτές, η επιδότηση στα 30 ευρώ / θερμική MWh. Συνεπώς, δεν θα δυσκολευτούμε να δούμε γιατί μιλάμε.
Προσδιορίζοντας ευθύς εξ’ αρχής τις επιφυλάξεις μας αν η βιομηχανία θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο κόστος παραγωγής όταν η Πολιτεία στις κρίσιμες αυτές ώρες (ας πάρουμε αυτά που έχουν συμβεί) την επιδοτεί μόνο με 250 ευρώ τη MWh και με 30 ευρώ στο φυσικό αέριο ανά θερμική MWh, να σημειώσουμε ότι στον χώρο των μεταποιητικών επιχειρήσεων, είναι αλήθεια, ότι ο ένας μετά τον άλλον, οι φορείς εκπροσώπησης δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης πολιτικής των επιδοτήσεων.
Η ανησυχία των βιομηχανιών αποτυπώνεται και για το μέλλον με τις προβλέψεις τους να είναι δυσοίωνες ως προς τα οικονομικά μεγέθη αλλά και τις θέσεις που έχουν χτίσει στις διεθνείς αγορές.
Οι ελληνικές βιομηχανικές επιχειρήσεις θα υποστούν πράγματι σημαντικές συνέπειες, διότι το κόστος παραγωγής τους επηρεάζεται έμμεσα λόγω της υψηλής συμμετοχής του φυσικού αερίου (άνω του 70%) στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος.
Η υψηλή αυτή συμμετοχή του φυσικού αερίου τόσο στην παραγωγή ρεύματος όσο και στη βιομηχανική παραγωγή δυσχεραίνει ακόμη και τις αποφάσεις της βιομηχανίας, που είναι συνδεδεμένες παραγωγικά με το φυσικό αέριο, να προγραμματίσουν νέες δράσεις ή εξαγωγές, πράγμα που θα έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις με κατάληξη τη συρρίκνωση της σημερινής δυναμικότητάς τους.
Έχουμε υπογραμμίσει από κοινού οι βιομηχανίες (ΣΕΒ, ΣΒΑΠ και οι περιφερειακές Οργανώσεις) ότι η μεταποίηση παραμένει πυλώνας ανάπτυξης, επενδύσεων και απασχόλησης στη χώρα μας με τη συμβολή της να φθάνει στο 14,2% του ΑΕΠ, ενώ αν ληφθεί υπόψη και η έμμεση συμβολή στην οικονομία, εκτιμάται ότι περίπου το 1/3 του συνολικού ΑΕΠ οφείλεται στη βιομηχανία.
Ταυτόχρονα, η βιομηχανία είναι και κεντρικός πυλώνας της απασχόλησης, καθώς προσφέρει το 11,7% των συνολικών θέσεων εργασίας κατά τεκμήριο πλήρους απασχόλησης, αλλά και καλύτερες αμοιβές, με τον μέσο μισθό να είναι υψηλότερος κατά 13,4% σε σύγκριση με το σύνολο της οικονομίας.
Να μη μας διαφεύγει δε, ότι η στήριξη στη βιομηχανία υπάρχει μεν αλλά το πρόβλημα και οι επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης χρονολογούνται από το 4μηνο (Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος του 2021) όπου το 90% σχεδόν της βιομηχανίας ήλθε αντιμέτωπο με αυξήσεις πάνω από 40% στα τιμολόγια ρεύματος με συνέπεια τη διόγκωση από 20% έως 40% του κόστους παραγωγής για περισσότερες από 1 στις 5 επιχειρήσεις.
Η κατάσταση αυτή, δυσχεραίνει ακόμη και τις αποφάσεις της βιομηχανίας, τις συνδεδεμένες παραγωγικά με το φυσικό αέριο, να προγραμματίσουν νέες δράσεις ή εξαγωγές, πράγμα που θα έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις, με κατάληξη τη συρρίκνωση της σημερινής δυναμικότητά τους.
Ο Δημήτρης Μαθιός είναι Πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Αττικής - Πειραιώς