Κλείσιμο

Γιάννης Μπρατάκος, Πρόεδρος ΕΒΕΑ

Τους τελευταίους μήνες, η ενεργειακή κρίση και η άνοδος του πληθωρισμού – που επιδεινώθηκαν μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία – προκαλούν νέους κλυδωνισμούς στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία. Σύμφωνα με την Eurostat, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη έφτασε το 7,5% το 12μηνο που έληξε τον Μάρτιο – από 5,9% τον περασμένο μήνα, ενώ σε αρκετές χώρες έφτασε σε διψήφια ποσοστά. Όλες οι προβλέψεις για την ανάπτυξη το 2022 αναθεωρούνται προς τα κάτω.

Η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη. Το 2021 η ελληνική οικονομία σημείωσε έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην ευρωζώνη, με τον οποίοιο κατάφερε να υπερκαλύψει τις απώλειες της προηγούμενης χρονιάς. 

Σήμερα, η δυναμική αυτή αναπόφευκτα περιορίζεται, καθώς ο πληθωρισμός ψαλιδίζει το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών και μειώνει δραματικά τους τζίρους στην αγορά. Οι πιέσεις είναι ιδιαίτερα υψηλές, τόσο για τα νοικοκυριά, όσο και για τις επιχειρήσεις όλων των κλάδων, οι οποίες αντιμετωπίζουν αυξημένα κόστη παραγωγής, μεταφοράς, λειτουργίας. 

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η ανάγκη για παρεμβάσεις ενίσχυσης από την πλευρά του κράτους είναι αυτονόητη και επιτακτική. Η κυβέρνηση έχει λάβει μέχρι τώρα μια σειρά από μέτρα, στοχευμένα για να παρέχουν ανακούφιση ιδιαίτερα στους πιο ευάλωτους. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να διατηρηθούν για όσο διάστημα διαρκεί η κρίση, ενώ χρειάζονται να εξεταστούν και οι δυνατότητες για περισσότερες ακόμη παρεμβάσεις. 

Είναι, ωστόσο, σημαντικό όλες οι σχετικές αποφάσεις να καθοδηγούνται από την ανάγκη για αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας. Στη διάρκεια της πανδημίας η Ελλάδα εφάρμοσε ένα από τα μεγαλύτερα πακέτα στήριξης της πραγματικής οικονομίας στην Ευρώπη, σε σχέση με το ΑΕΠ της. Με τον τρόπο αυτό κατάφερε να περιορίσει το σοκ στην οικονομία και την κοινωνία και να επιτύχει ταχύτερη ανάκαμψη. Όμως, το δημοσιονομικό κόστος αυτής της προσπάθειας δεν είναι αμελητέο, για μια χώρα που εξακολουθεί να επιβαρύνεται με υψηλό δημόσιο χρέος και τα ομόλογά της παραμένουν χωρίς επενδυτική βαθμίδα – είναι επομένως περισσότερο ευάλωτα στις αναταράξεις της αγοράς. 

Αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι σήμερα δεν υπάρχουν περιθώρια για περαιτέρω αύξηση του ελλείματος και του χρέους. Ιδιαίτερα σε μια περίοδο έντονης αβεβαιότητας και ανοδικής τάσης των επιτοκίων, το ενδεχόμενο ενός νέου δημοσιονομικού εκτροχιασμού, θα δημιουργούσε σοβαρούς κινδύνους για τη χώρα. 

Μετά από μια μεγάλη και επώδυνη προσπάθεια, η Ελλάδα κατάφερε να διορθώσει τις δημοσιονομικές της ανισορροπίες και να κερδίσει ξανά την εμπιστοσύνη των αγορών. Η πρόσφατη αποπληρωμή του υπολοίπου των δανείων του ΔΝΤ, έδωσε ένα επιπλέον θετικό μήνυμα και αναβάθμισε το προφίλ του δημοσίου χρέους. Έκλεισε έτσι, ουσιαστικά και συμβολικά, ένα δύσκολο, επώδυνο κεφάλαιο για τη χώρα. Ένα κεφάλαιο που πρέπει να φροντίσουμε ότι δεν θα ξανανοίξει. 

Γι’ αυτό, ανεξάρτητα από τις αποφάσεις που θα ληφθούν σε επίπεδο ευρωζώνης, η κυβέρνηση οφείλει να επιδιώξει τον περιορισμό του ελλείμματος για φέτος και την επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα το 2023. Πρέπει να συνεχίσει να δίνει στις αγορές το μήνυμα της δημοσιονομικής υπευθυνότητας και να επιμείνει στο στόχο για απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας στη διάρκεια της επόμενης χρονιάς. Γιατί μόνο έτσι θα μπορέσει να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους και φθηνότερο κόστος δανεισμού, για το κράτος και για τις επιχειρήσεις. 

Τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης θα πρέπει, επομένως, να παραμείνουν στοχευμένα και ενταγμένα στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας. Παράλληλα, η κυβέρνηση οφείλει να ενισχύσει την προσπάθεια ανάκαμψης, εστιάζοντας στην αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάπτυξης, στη συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αλλά και στην προώθηση κατάλληλων επενδύσεων, πολιτικών και διεκδικήσεων στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής, ώστε να διασφαλίσει επαρκή τροφοδοσία και χαμηλότερες τιμές ενέργειας, τώρα και στο μέλλον. 

Για μια ακόμη φορά, η Ελλάδα καλείται να βρει το δρόμο της ανάκαμψης, μέσα σε ένα ταραγμένο και αβέβαιο περιβάλλον. Η προσπάθεια αυτή περνά μέσα από υπεύθυνες παρεμβάσεις,  γενναίες αποφάσεις και τολμηρές μεταρρυθμίσεις. Ο λαϊκισμός, η παροχολογία και η μικροπολιτική εκμετάλλευση οδήγησαν τη χώρα σε περιπέτειες τη δεκαετία που πέρασε. Ας μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη.