Απογοήτευσε οικτρά όλους όσοι εξακολουθούν να βλέπουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα τυχοδιωκτών, η διατύπωση της εκπροσώπου με τη μορφή ερωτήματος πως:
Αν ο Ανδρουλάκης συνεργαστεί τελικά με τον Μητσοτάκη για τον σχηματισμό κυβέρνησης, αυτό θα μπορούσε να είναι προϊόν εκβιασμού από τις υποκλοπές!
Είναι αλήθεια πως η σοβαρότητα που επιδεικνύει ο Α.Τσίπρας με την παρέμβαση του στη συζήτηση επι της πρότασης μομφής προς τον Πρωθυπουργό, ειδικά στο σημείο που χαρακτήριζε βλάκα και μειωμένης αντιληπτικής ικανότητας τον Μητσοτάκη βυθίζει σε βαθιά μελαγχολία εκείνους που επιμένουν ότι Τσίπρας και σοβαρότητα δεν πάνε μαζί. Και όμως πόση πια περισσότερη σοβαρότητα θα μπορούσε να αντέξει καθόσον γευόταν μια ακόμη Κοινοβουλευτική ήττα…
Οι άσπονδοι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ, εκ των οποίων πολλοί, συγκαταλέγουν τον εαυτό τους στο αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο υποστηρίζουν πως η έλλειψη επιχειρημάτων, τεκμηριωμένου προγράμματος και η αδυναμία παραγωγής ουσιαστικού πολιτικού λόγου καθηλώνει τον Α.Τσίπρα στη διαρκή ανάγκη να σκορπά τοξική λάσπη στον βασικό του αντίπαλο. Επιδίωξη του είναι να κάνει οτιδήποτε περνά κάτω από τη ζώνη ώστε να δυσκολέψει τον Κ.Μητσοτάκη στον σχηματισμό κυβέρνησης. Δεν χάνει από την ορατότητα του προφανώς ούτε τον Ανδρουλάκη, σπέρνοντας αμφιβολίες σε ένα κοινό που δεν έχει, ακόμη, κατασταλαγμένη γνώμη. Δεν λείπουν φυσικά και εκείνοι που επιρρίπτουν ευθύνη στον Μητσοτάκη επειδή βρέθηκε «ανοικτός» στο θεμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων. Το θέμα δεν συγκίνησε την κοινή γνώμη, αλλά οι ασχολούμενοι επισταμένα με την πολιτική θα προτιμούσαν τον Πρωθυπουργό να μην είχε προβεί στην αγχώδη αντίδραση του περασμένου Αυγούστου με τις αποπομπές «συγγνώμης» των Δημητριάδη και Κοντολέων.
Ότι η κανονικότητα δεν συμφέρει την Αριστερά, είναι η κεντρική ιδέα πάνω στην οποία προσαρμόζεται ο τυχοδιωκτισμός του ΣΥΡΙΖΑ και οι φίλα προσκείμενοι αναλυτές, ονομάζουν τακτικισμό. Αρκεί, μια αναδρομή σε όσα μηχανεύτηκαν στην Κουμουνδούρου προκειμένου να παρεμποδίσουν την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου αναφορικά με την επικείμενη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, η οποία τελικά δεν κατέστη δυνατή. Έμεινε από τότε το ανέκδοτο για την δήθεν εξαγορά του Π. Χαϊκάλη.
Πάντως, φίλοι και αντίπαλοι όταν συζητούν για τον ΣΥΡΙΖΑ έχουν ένα πεδίο συνάντησης: Τον λαϊκισμό του Τσίπρα. Δεν μπαίνει κανείς στον κόπο να τον αμφισβητήσει. Θεωρείται σαν το ακαταμάχητο πλεονέκτημα, το asset του όπως πιθανά να εξομολογείται ο ίδιος. Το ερώτημα που θα τεθεί τώρα, ενόψει των εκλογών που έρχονται, είναι εάν ο λαϊκισμός του Τσίπρα μπορεί να βλάψει την Ελλάδα.
«Ναι» απαντούν χωρίς τον παραμικρό δισταγμό όσοι ασχολούνται από κοντά με τις οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδας ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής. Ο λαϊκισμός του Τσίπρα είναι κίνδυνος για την παρακάτω πορεία της πατρίδας. Και δεν υπάρχουν περιθώρια για παρέκκλιση που θα δυναμίτιζε όσα επιτεύχθηκαν από το 2019.
Μπορεί να ενοχλήσει η διατύπωση: Το συμφέρον της μεσαίας τάξης, των παραγωγικά εργαζόμενων αγωνιστών της καθημερινότητας, είτε από τη θέση του εργοδότη, είτε από τη θέση του υπαλλήλου, είναι συνδεδεμένο με την παρούσα κυβέρνηση. Κατακτήσεις στην τετραετία υπήρξαν σε πολλά επίπεδα της οικονομίας, παρά το τεράστιο κύμα του κορωνοϊού, που όμως δεν κατάφερε να σαρώσει την κοινωνία. Αντιθέτως, η πολιτική Μητσοτάκη όχι μόνο αποσόβησε τον κίνδυνο αλλά τέντωσε το ελατήριο για να εκτιναχτεί ψηλότερα η οικονομία.
Η ίδια πολιτική αντίληψη στην Άμυνα, καθώς μια αντιστοίχως άλλη επικίνδυνη κατάσταση διαμόρφωσε πρωτόγνωρες συνθήκες, καθησύχασε και πρόσφερε σιγουριά στους πολίτες.
Η επένδυση στην αποσταθεροποίηση προκειμένου να πιεστεί ο Μητσοτάκης στον σχηματισμό κυβέρνησης είναι ο διαρκής τακτικισμός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Καθημερινή μανιέρα. Συγκινεί ο λαϊκισμός ΣΥΡΙΖΑ; Τα ευρεία στρώματα των ανθρώπων της παραγωγικής, μη εξαρτημένης από το Κράτος, οικονομίας αδύνατον. Κι αυτοί που το 2015 δελεάστηκαν από την ιδέα, δοκίμασαν και έμαθαν. Μένει όμως μια μικρή, κατηγορία δεν μπορείς να πεις, ομάδα που προσβλέπει διαχρονικά στο Κράτος και που δεν κρύβει ότι αρέσκεται να ασκεί πίεση στην πολιτική εξουσία. Αρέσκεται να κάνει παιχνίδι. Να ανοίγει πεδίο, να δίνει χώρο σε πολιτικούς που κάτω από συνθήκες δεν θα έχαναν την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν καταστάσεις και να πράξουν αντίθετα των όσων, δήθεν ιδεολογικά, διαλαλούν. Επανέρχεται λοιπόν η γνωστή επωδός: «Τι κακό μπορεί να κάνει ο Αλέξης;» Το ίδιο λεγόταν και το 2014. Η πραγματικότητα στη συνέχεια απέδειξε ότι ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξέφυγαν από τον πυρήνα της Αριστερής ιδεολογίας που απέδωσε υπέροχα η Ε. Αχτσιόγλου.
Όλα μπάχαλο, γιατί αυτό συμφέρει την Αριστερά.
Ο Πολάκης και η παρέα του δεν κρύβουν τις προθέσεις τους. Τορπιλίζουν και απειλούν. Διχάζουν, τρομοκρατούν και επιζητούν εκδίκηση για την ήττα του 2019. Όπως και την πρώτη φορά θα κρατήσουν το λόγο τους: Να επαναφέρουν το Κράτος του ´80 μέσα στο οποίο μεγαλούργησε η γενικευμένη φαυλότητα και η κατασπατάληση που οικοδόμησε την κοινωνία της εξάρτησης από τον λαϊκισμό, τότε του Ανδρέα, τώρα του κακέκτυπου Τσίπρα.