Η κατάκτηση της ανεξαρτησίας μπορεί να ήταν μια τεράστια επιτυχία, αλλά δεν ήταν παρά το πρώτο βήμα. Το νέο κράτος των Ελλήνων είναι μικροσκοπικό και ανίσχυρο. Ο κρατικός μηχανισμός είναι ανύπαρκτος και η κεντρική εξουσία αμφισβητείται από τους πάντες: ένοπλους αγωνιστές, τοπικούς ηγέτες και ληστές. Όπως δείχνει η σύγχρονη εμπειρία, το να συγκροτήσεις ένα λειτουργικό κράτος είναι πολύ πιο δύσκολο από το να αποκτήσεις την ανεξαρτησία σου. Η Ελλάδα ξεκινά την ιστορική της διαδρομή ως “αποτυχημένο κράτος”, μέσα στην αναρχία, τη διάχυτη βία και τα ερείπια.
Όταν το 1897 θα συγκρουστεί με την Οθωμανική Αυτοκρατορία στον πρώτο πόλεμο της μετά την κατάκτηση της ανεξαρτησίας, θα γνωρίσει μια ταπεινωτική ήττα. Παράλληλα, καθώς έχει ήδη χρεοκοπήσει, θα περάσει σε ένα ατιμωτικό καθεστώς διεθνούς οικονομικού ελέγχου. Έτσι, στο κλείσιμο του 19ου αιώνα, πολλοί βλέπουν στη διπλή αυτή καταστροφή την απόδειξη της ουσιαστικής αποτυχίας του νεαρού Ελληνικού κράτους: ένα χρεοκοπημένο, ανίσχυρο κράτος, μία ταπεινωμένη κοινωνία. Κάνουν, όμως, λάθος. Και αυτό, γιατί από την πρώτη στιγμή, η Ελλάδα επιδιώκει να συγκροτήσει ένα σύγχρονο κράτος με βάση τα πιο σύγχρονα πρότυπα της εποχής, στόχοι που φαίνονται εντελώς άπιαστοι το 1830. Τελικά, η χώρα θα καλύψει τεράστια απόσταση. Μολονότι ξεκίνησε κυριολεκτικά από το μηδέν, δεν έχει πάψει να βελτιώνει τους θεσμούς της και να εξελίσσεται. Η ήττα του 1897 δεν είναι δείγμα πραγματικής αποτυχίας, αλλά αντανάκλαση του χάσματος ανάμεσα στις τεράστιες προσδοκίες των Ελλήνων και την πραγματικότητα.
Μετά το 1897 και υπό την πίεση των δανειστών, η χώρα θα υποχρεωθεί να αναδιοργανώσει το κράτος και να νοικοκυρέψει τα οικονομικά της. Με τον τρόπο αυτό και μέσα σε δεκαπέντε μόνο χρόνια, θα οδηγηθεί από την καταστροφή στη τεράστια επιτυχία των Βαλκανικών Πολέμων το 1912-13, όταν θα διπλασιάσει την επικράτειά της. Η καταστροφή του 1897 όχι μόνο δεν ακύρωσε την πραγματική πρόοδο που είχε σημειώσει η χώρα, αλλά υπήρξε προϋπόθεση για τον θρίαμβο.