Της Ηλέκτρας Σιαλμά*
«Αχ ψεύτη κι άδικε ντουνιά, που άναψες τον καημό μου…». Ενάμιση χρόνο τώρα, ο καημός της πανδημίας άναψε φόβους, ανέδειξε πανικό, έβγαλε προσωπεία και έβαλε μάσκες σε πολλούς ανθρώπους. «Βρέχει» λυγμούς και αναστεναγμούς και βρισκόμαστε ξαφνικά προ των πυλών για ένα 4ο κύμα δαιμονοποιημένης καραντίνας. Πόσο αντέχει η ανθρώπινη ψυχή τις συμπληγάδες, πόσο αντέχει το ανθρώπινο σώμα στον περιορισμό της ένωσης; Και δεν αναφέρομαι στην ερωτική, πρωτίστως στην ανθρώπινη, την ανιδιοτελή.
Ένα καλοκαίρι πνιγμένο από τους καπνούς μιας φωτιάς που έκαψε τις καρδιές όλων μας και τίποτα δεν θα αντικαταστήσει το πριν. Αναπαραγάγαμε τον φόβο, αποστηθίσαμε την θλίψη σαν να μην είχαμε αρκετή από το θανατικό της πανδημίας γύρω μας. Ενοχές και πόνος πλημμύρισε τις παραλίες και οι βουτιές έγιναν βάπτισμα του πυρός, ωσάν νεοσύλλεκτοι στρατιώτες όλοι μας μακροβουτούσαμε για να μην αναπνέουμε έστω και για λίγο την θλίψη και τον πόνο της ατμόσφαιρας που μαύριζε ουρανό και γη. Μαύριζε η φύση, η χλωρίδα και η πανίδα, ωστόσο ξέφρενο «πανηγύρι» στηνόταν στην ατμόσφαιρα από την κατάθλιψη και τους αναστεναγμούς. Ο καύσωνας μαέστρος και το έδαφος ποτιζόταν μόνο από τα δάκρυα σε όσους από εμάς τους επιτρέψαμε να κυλήσουν και να φτάσουν μέχρι το έδαφος.
«Είσαι μικρός και δεν χωράς, τον αναστεναγμό μου», είμαστε όλοι μικροί, φαντάζουμε όλοι ανήμποροι, αλλά είμαστε ακόμα ζωντανοί άρα μας επιτρέπεται να ελπίζουμε, να αγωνιζόμαστε και να ονειρευόμαστε. Είμαι ακόμα πιο μικρή, για να γράψω την πληθώρα των συναισθήματων της απώλειας και του εθνικού πένθους που κατακλύζει την Χώρα τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Τουλάχιστον τραγουδάω την Πολιτεία του Μ. Θεοδωράκη, συγκινούμαι και μοιράζομαι με τα παιδιά μου, τις σχολικές εορτές που έντυσαν τα παιδικά μου χρόνια, με την μελοποίηση, την μουσική, τον στίχο και την παρρησία αυτού του περίτρανου δημιουργού. Δεν θέλω να προφέρω το όνομα του, καθώς πλημμυρίζει η μνήμη μου συνθήματα, πορείες, οράματα και ποιήματα.
Είμαι μικροσκοπική ναι, ασήμαντη αλλά ζωντανή. Έχουν πάρει φωτιά οι πένες όλων μας, καθώς η έμπνευση αυτού του ανθρώπου, είναι η σημαντικότερη κληρονομία όλων μας όχι τόσο για καλλιτεχνική κινητοποίηση, όσο για έκφραση, ζωή και πάθος!
«Ένα γαρύφαλλο κι από μένα Ηλέκτρα», μου ζήτησε ο πατέρας μου, «ως ένδειξη σεβασμού και ταπεινότητας», ενώ οι λυγμοί του έκοβαν τις λέξεις.
Καλό Φθινό-πωρο, με όχι άλλη «φθίση»!
* Ηλέκτρα Σιαλμά MSc,Ψυχοθεραπεύτρια, www.elektrasialma.gr