Tης Ηλέκτρας Σιαλμά
Το απόλυτο ρητορικό ερώτημα… Τί να σου τάξω θάνατε, την γνώμη σου να αλλάξω; Oσάκις και σε όσους να το απευθύνεις πουθενά η απάντηση… πουθενά πειρασμός για τον Θάνατο… Τίποτα δεν τον συγκινεί και τίποτα δεν τον συγκλονίζει… λες και μέσα του δεν υπάρχει το παραμικρό ίχνος συναισθήματος λες και δεν έζησε ποτέ σαν άνθρωπος, άρα δεν ξέρει τι να ζηλέψει από την Ζωή.
Ένα μεγάλο κομμάτι του κινήτρου των κειμένων μου, οφείλεται στις συναναστροφές μου και περισσότερο στην σπουδαία εμπειρία που μου προσφέρει η δουλειά μου. Όχι πολλά χρόνια πίσω, είχα την τύχη να βρεθώ σε μια παρουσίαση ποιητικής συλλογής με αφορμή τον θάνατο μιας πολυαγαπημένης μητέρας, δυστυχώς από την επάρατη νόσο. Η κόρη της εμφανώς συντετριμμένη από την είδηση της επικείμενης απώλειας, ένοιωσε εντόνως την ανάγκη να εκφραστεί και όλα κατέληξαν σε μια ποιητική συλλογή που την συνιστώ εγκάρδια σε όλους. Η ευαίσθητη ψυχή της αποφάσισε να αποχαιρετίσει με ένα συγκλονιστικό τρόπο την μητέρα της. Η συλλογή ονομάζεται ‘Προσδόκιμο’ και ο μόνος λόγος που δεν ενστερνίστηκα τον ίδιο τίτλο για το κείμενο μου, είναι διότι ακόμα και εμένα την ίδια μερικές φορές με τρομάζει…
Τι να σου τάξω Θάνατε
Τη γνώμη σου να αλλάξω?
Συ δε γυρεύεις προσευχές
Μήτε κερί να ανάψω
Μόνο να ξέρεις Θάνατε
Πώς με έκανες να ζήσω
Δέκα ολόκληρες ζωές
Μέσα σε μια στιγμή
Θεοφανώ Η. Μπερή (Θάνατος, από την συλλογή Προσδόκιμο)
«Τί να σου τάξω θάνατε την γνώμη σου να αλλάξω;»Αναρωτιόταν η Θεοφανώ, από την ώρα που της ανακοινώθηκε ο επιθετικός καρκίνος της μητέρας της μέχρι την ώρα της αναχώρησης. Πόσες φορές μας έχει βασανίσει όλους αυτό το ερώτημα, και πόσο εύστοχα το μυαλό βρίσκει τερτίπια για να το αποφεύγει ή αλλιώς άμυνες για να πηγαίνει παρακάτω… Ο θυμός είναι το κυρίαρχο συναίσθημα και η συνειδητοποίηση της θνητότητας μας κυριεύεται από φόβο κ σιγά-σιγά έρχεται κι ο πόνος…
Σε ένα φοβερό συνέδριο στο Λονδίνο το 2013 με θέμα την Κατάθλιψη, ένας Ιρλανδός ομιλητής-ψυχοθεραπευτής μίλησε για τον αποχωρισμό του «ρολού» μας σε σχέση με το πρόσωπο που φεύγει. Συνήθως οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν ότι θρηνούν τον αγαπημένο/-η τους, που έκλεισε για πάντα τα μάτια του και η φωνή του σιώπησε στην αιωνιότητα. Όμως ο πόνος δεν είναι μόνο εκεί, είναι και στον ρόλο. Αναφέρει λοιπόν ο ομιλητής ότι οι άνθρωποι, που μένουν πίσω στην ζωή μετά από μια απώλεια, θρηνούν παράλληλα κ για τον ρόλο τους. Ειδικά στις περιπτώσεις που ακούγεται η λέξη προσδόκιμο, οι άνθρωποι κινητοποιούν τις δυνάμεις τους για να στηρίξουν το άτομο που υποφέρει να το εμψυχώσουν και μέσα από την δύναμη του να εμψυχωθούν και οι ίδιοι. Ελπίζοντας πάντα στο ακατόρθωτο, στην λανθασμένη διάγνωση και στην εγωιστική σκέψη ¨αποκλείεται να συμβαίνει σε μένα αυτό».
Ο ‘’ρόλος’’ λοιπόν του φροντιστή, στην περίπτωση ενός πάσχοντα από καρκίνο, περνάει από διάφορα στάδια. Ξεκινά με τον ρόλο του υποστηρικτή-εμψυχωτή (ειδικά το διάστημα του θυμού και της άρνησης). …Συνεχίζει με τον ρόλο του φροντιστή της εξατομικευμένης φροντίδας του πάσχοντα, όσο προχωρά η ασθένεια κ εφυρπαίνει στους ιστούς κ στα κύτταρα όλο και περισσότερων συστημάτων του οργανισμού. Σε αυτή την φάση η ζωή του φροντιστή αποκτά μια εμμονή στο να κάνει τα πάντα για να μην υποφέρει το αγαπημένο του πρόσωπο. Γίνεται αυτοσκοπός η ύπαρξη και η φροντίδα του άλλου… Η ζωή του φροντιστή ταυτίζεται με την ζωή του μελλοθάνατου και γίνονται ένα. Μια συγχώνευση που θα πονέσει διπλά και αβάστακτα. Καθώς η διαίρεση και ο αποχωρισμός θα πλαγιάσουν για πολύ καιρό ο ένας δίπλα στον άλλο.
Ο ρόλος λοιπόν που έγινε σκοπός ύπαρξης έσβησε, μαζί με την ψυχή που έφυγε στα ουράνια, έσβησε κι η ανάγκη της απολαβής της φροντίδας. Ο αποδέκτης χαιρέτησε τα εγκόσμια κι ο φροντιστής έμεινε άδειος, δυο φορές άδειος και αβοήθητος χωρίς πλάνο φροντίδας… χωρίς πρόγραμμα, χωρίς να αντικρίζει τα μάτια γεμάτα ευγνωμοσύνη από την αφοσίωση και την φροντίδα του.
και σιγά-σιγά φτάνουμε στο:
«Συ δε γυρεύεις προσευχές
Μήτε κερί να ανάψω»
Όσο πιο κοντά στο Θάνατο φτάνει ο άνθρωπος είτε άμεσα με την απειλή της ίδιας του της ύπαρξης, είτε έμμεσα με την απειλή κάποιου δικού του, τόσο συνειδητοποιεί την χαμένη θνητότητα του. Την χαμένη ή αλλιώς παραλλαγμένη θνητότητα του, που τόσα χρόνια παράβλεπε με την δίψα του για καταξίωση, αναγνώριση και χρήμα… Και τότε στρέφεται προς τα Άνω… ´άνω σχώμεν τας καρδίας´ και ο Θεός εμψυχωτής κ αρωγός του μαρτυρίου που για άλλους έχει ημερομηνία λήξης, για άλλους όχι και πάει λέγοντας και η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Η θρησκεία κατά κοινή ομολογία πρόσφερε και προσφέρει μεγάλη ανακούφιση στην πληγή που ανοίγει ο θάνατος του αγαπημένου προσώπου… Η προσευχή λαμβάνει εξέχουσα θέση και τα κεριά ανάβουν το ένα μετά το άλλο σαν τα τσιγάρα ενός μανιώδους καπνιστή που ψάχνει να βρει τις απαντήσεις του στον καπνό του. Η θρησκεία λοιπόν, ως ανώτερη δύναμη μην ξεχνάτε ότι είναι κι η μοναδική που μίλησε για Ανάσταση νεκρών. Εκεί ακριβώς ξεκινά η παρηγοριά και το παραλήρημα του θρήνου, που είναι πράγματι λυτρωτικό είτε σαν σκέψη, είτε σαν πράξη. Ποιός κι ας μην γελιόμαστε δεν προσδοκά την Δευτέρα Παρουσία και ποιός δεν προστρέχει στους κόλπους της Εκκλησίας για θαλπωρή…
Και ήρθε η ώρα του:
«Μόνο να ξέρεις Θάνατε
Πώς με έκανες να ζήσω
Δέκα ολόκληρες ζωές
Μέσα σε μια στιγμή’»
Το άκουσμα λοιπόν της αποβίωσης ενός ανθρώπου μας γεμίζει αναμνήσεις με πυκνά συναισθήματα που η μνήμη ξέρει καλά να αποθηκεύει. Καμιά φορά, δεν χρειάζεται να είναι πολλές οι αναμνήσεις αρκεί, να είναι έντονες…
Στα εφτά μου χρόνια, έβλεπα τον πατέρα μου να κλαίει επί σειρά ημερών, που μετά έγιναν μήνες και τα μούσια του θέριευαν καθώς το πένθος του τον κατέκλυζε για τον ακαριαίο και ξαφνικό θάνατο του αγαπημένου ξαδέλφου και επιστήθιου φίλου. Θα μπορούσα να γράφω για μέρες αναφερόμενη στην πρώτη μου επαφή με τον θάνατο και στον απαρηγόρητο πατέρα μου, που βουρκωμένος προσπαθούσε να μου περιγράψει τον πόνο του και παράλληλα να μην με φοβίσει. Ακολούθησαν αναπόφευκτα κι άλλοι θάνατοι …
Σας βάρυνα ε;; Κι όμως δεν είχα την πρόθεση και για να σας το αποδείξω θα σας εξομολογηθώ, από που αντλώ την δική μου ελπίδα για ζωή και αισιοδοξία. Μα από πού φυσικά;; Από τα μάτια των παιδιών μου. Στην αγνότητα και στην αθωότητα των ματιών τους εκεί κουρνιάζω και ενώ φαίνεται να τα αγκαλιάζω εγώ, ουσιαστικά με σφιχταγκαλιάζουν αυτά και μόνο αυτά. Α, και θα ήταν τραγική παράληψη να μην αναφερθώ στο αποκούμπι μου και συνοδοιπόρο της καρδιάς μου, μια ευγενική και ευαίσθητη ψυχή, τον σύζυγο μου.
Κι όσοι παιδιά δεν έχετε, ΤΑ ΜΑΤΙΑ τα γλυκά να ψάχνετε για να ανακουφιστείτε!!!
Υ.Γ. Θεοφανώ μου, σε ευχαριστώ ξανά για την έμπνευση κ την πρόκληση τόσων θύμησων και συναισθημάτων… η μαρτυρία σου με άγγιξε βαθειά.
«Η ποιητική συλλογή Προσδόκιμο, κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2017, όπου πρωτοδημοσιεύτηκε το άρθρο στο διαδυκτιακό magazine Goonlife style.»
* Ηλέκτρα Σιαλμά MSc,Ψυχοθεραπεύτρια, www.elektrasialma.gr