Κυριολεκτικά ζούμε ένα πολιτικό vertigo. Ένα νομοσχέδιο που θα μπορούσε να ψηφιστεί από ευρύτερη συναίνεση-δείγμα ωρίμανσης του συστήματος-κινδυνεύει να παραμείνει στις κυβερνητικές ψήφους. Γιατί και δίκαιο είναι και καθυστερημένο. Η επιστολική ψήφος είναι δικαίωμα των πολιτών και ενίσχυσης της Δημοκρατίας που και ισχυρή είναι και δεν έχει σε τίποτα να φοβάται.
Από τη μια πλευρά η κυβέρνηση που ανέλαβε την πρωτοβουλία να περάσει στην επόμενη πολιτικά ημέρα. Με όποιες διαφωνίες και να υπήρχαν και με όποια ζητήματα δημιουργήθηκαν. Πιστή στις εξαγγελίες της, μαζί με το νομοσχέδιο για το γάμο των ομόφυλων, έλαβε το ρίσκο της και πρότεινε αλλαγές. Τέτοιες και τόσες που δημιουργούν, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, ένα ισχυρό καθεστώς. Κάλιο στην αρχή της τετραετίας τα δύσκολα, παρά προς το τέλος. Έτσι χαράσσεται ένας οδικός χάρτης που θα δοκιμαστεί στην επόμενη κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση των ευρωεκλογών. Και με αυτό τον τρόπο, δίνεται η δυνατότητα, αν κάτι δεν λειτουργήσει ορθώς, να διορθωθεί.
Ταυτοχρόνως από τις πρώτες αντιδράσεις της αντιπολιτευσεως, η συναίνεση, με όποιες αντιρρήσεις, είχε εξασφαλιστεί. Είναι διαφορετικό ένα κρίσιμο νομοσχέδιο να ψηφίζεται αποκλειστικά και μόνον με την κυβερνητική πλειοψηφία και διαφορετικά να εγκρίνεται από την μείζονα και ελάσσονα αντιπολίτευση.
Από την άλλη πλευρά, στην αντιπολίτευση, πράγματι υπήρχε μια «σιωπηρή» διαφωνία. Ναι μεν αλλά. Σαφώς και ήταν θετικοί αλλά όχι με την καρδιά τους, που λέμε. Αλλά αυτό δεν είναι πανάκεια. Στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες η αντιπολίτευση, αυτό το ρόλο έχει. Τον έλεγχο της εξουσίας και ταυτοχρόνως την κατάθεση προτάσεων. Αλλά δεν ήταν αρνητική στο σύνολο του νομοσχεδίου. Ασχέτως με τα κίνητρα ή τις διαφωνίες. Κάποιοι υποστηρίζουν πως έψαχνε δικαιολογητικό για να μη το ψηφίσει. Αλλά πάλι, ομιλούν για «αιφνιδιασμό» ενώ μερικοί θεωρούν πως με την άρνηση της καλύπτει και τις διαφωνίες στο εσωτερικό της και το μικροκομματικό συμφέρον. Ενδεχομένως αλλά η έγκριση ήταν αποφασισμένη.
Το «δώρο»- αν το ήθελαν-εδόθη, όμως, από τη κυβέρνηση. Σε μια εποχή αναζήτησης ευρύτερων συναινέσεων και πλειοψηφιών και στην κοινωνία και στη Βουλή, είναι λάθος να το κάνεις. Ο πιο λογικά πολιτικά δρόμος θα ήταν να διενεργηθούν οι ευρωεκλογές, να διακρίνεις τα όποια λάθη-αν γίνουν-και στη συνέχεια, με το επιταχυμένο δεδομένο να προχωρήσεις και στις αλλαγές για τις εθνικές εκλογές.
Αλλά και πάλι δεν καταλαβαίνω. Είναι σαν την ερώτηση: τι έχεις; Τίποτα! Μόνο που εδώ δεν πρόκειται για διαπροσωπική σχέση αλλά για την επιστολική ψήφο.
Poor things και χαμένες ευκαιρίες...