Της Κυριακής Τριφύλλη
Από το Φεβρουάριο του 2020 μετράμε 3 πράγματα: κρούσματα, θανάτους και διασωληνωμένους.
Όσο και να αυξάνονται ή μειώνονται οι αριθμοί των θανάτων, το μόνο σίγουρο είναι πως έχουμε χάσει πολλούς συνανθρώπους μας.
Είτε πρόκειται για κάποιο δικό μας αγαπημένο πρόσωπο, είτε γνωρίζουμε κάποιον που έχασε κάποιον…
Και ο θάνατος, φέρνει την απώλεια και εκείνη με τη σειρά της, το πένθος.
O θάνατος είναι ένα θέμα ταμπού, και τα ταμπού πρέπει να σπάνε. Δύσκολα μιλάμε για αυτό ακόμα και αν πιστεύουμε πως έχουμε τη δύναμη να το κάνουμε. Χάνοντας ένα μπαμπά στα 15 από καρκίνο και μία δεύτερη μαμά στα 23 από ΧΑΠ, μπορώ να πω για τον εαυτό μου πως η (κάθε) νέα πραγματικότητα φαντάζει αβάσταχτη. Άπειρες φορές έχω αναρωτηθεί «Γιατί συνέβη σε εμένα αυτό», «Γιατί ξανά;», νιώθοντας αδύναμη να καλύψω το κενό που άφησαν. Και όλο αυτό το «υπαρξιακό άγχος» δεν με επηρέασε μόνο ψυχικά, αλλά και σωματικά…
Ας προσπαθήσουμε να το δούμε λίγο πιο σφαιρικά.
Αρχικά, πρέπει να σκεφτούμε πως η απώλεια είναι συνώνυμη της αβεβαιότητας, διότι μας «ταρακουνά». Διαταράσσει την καθημερινότητα μας, το πως σκεφτόμαστε και λειτουργούμε. Ερχόμαστε αντιμέτωποι με το ότι «πρέπει» να φτιάξουμε εκ νέου τη ζωή μας, και να δεχθούμε τη νέα τάξη πραγμάτων. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει πρώτα να έχουμε αποδεχθεί την κατάσταση. Προσοχή, η αποδοχή δεν σημαίνει πως ξεχνάμε το πρόσωπο που έφυγε. Σημαίνει πως δεχόμαστε το γεγονός, πως συνεχίζουμε να ζούμε, διατηρώντας τη θύμηση του.
Η πρώτη συμβουλή που δέχτηκα, όταν βίωσα τη 2η σημαντική απώλεια στη ζωή μου, ήταν να βιώσω, στο μεγαλύτερο βαθμό που μπορούσα, όλα τα συναισθήματα που με κατέκλυζαν. Και δεν ήταν άλλα από το θυμό, το φόβο, το δισταγμό και σίγουρα πολλά ακόμα που τώρα μου διαφεύγουν.
Όμως, δεν ξεχνάμε πως αυτή η «διαδικασία» είναι διαφορετική για το καθένα μας ξεχωριστά. Παίζουν μεγάλο ρόλο οι άμυνες και οι εμπειρίες που έχουμε αποκτήσει.
Για να κατανοήσουμε τι ακριβώς μας συμβαίνει, ευτυχώς ή δυστυχώς πρέπει να περάσουμε για λίγο στη θεωρία.
Σύμφωνα με την Kübler - Ross, τα στάδια του πένθους είναι 5 και είναι...
Η άρνηση, σηματοδοτεί το «σοκ» που έχουμε υποστεί. Αρνούμαστε να αποδεχθούμε τον θάνατο. Και αυτό φαίνεται στη συμπεριφορά μας. Το μεγαλύτερο ερώτημα που θέτουμε στον εαυτό μας είναι αν μπορούμε και με ποιο τρόπο θα πάμε παρακάτω. Η άρνηση παίζει σημαντικό ρόλο γιατί βοηθά, όχι μόνο εμάς, αλλά και τους γύρω μας, να καταλάβουμε πως ο θάνατος είναι αναπόφευκτος. Και αυτό ακριβώς, είναι η πηγή δύναμης μας, για να δεχθούμε τη νέα πραγματικότητα.
Ο θυμός, ή διαφορετικά η οργή, είναι επόμενη, φυσιολογική αντίδραση, διότι μέσω αυτής γίνεται η πραγματική αποδοχής της ριζικής αλλαγής. Η πιο συχνή ερώτηση που κάνουμε στον εαυτό μας, «Γιατί έγινε αυτό σε εμένα;», ρίχνοντας «ευθύνες» στους άλλους που δεν βιώνουν εκείνοι το πένθος μας και προσπαθώντας να «φορτώσουμε» το θυμό μας αλλού.
Η διαπραγμάτευση είναι η προσπάθεια μας να κάνουμε κάποιου είδους, συμφωνία, είτε με τον εαυτό μας, είτε με κάτι «ανώτερο» από εμάς. Είναι η ύστατη προσπάθεια μας να βρούμε ένα τρόπο να αποφύγουμε την απώλεια. Και για αυτό πολλές φορές, μπορεί να έχει τη μορφή ικεσίας, π.χ. «Κάνε να μη γίνει αυτό και εγώ, ως αντάλλαγμα, θα κάνω αυτό...».
Η κατάθλιψη είναι η αρχή της αποδοχής. Είναι η φάση όπου απομακρυνόμαστε, θρηνούμε, κλαίμε. Και το κλάμα είναι δύναμη. Είναι το σημάδι εκείνο που δείχνει πως «αποβάλλουμε» την ένταση. Είναι φυσικό να μη μπορούμε να κοιμηθούμε, να έχουμε χάσει την όρεξη μας, να μη μπορούμε να συγκεντρωθούμε ή να θυμηθούμε κάποια σημαντικά πράγματα. Και εξαιτίας αυτών, γεννάται η ανάγκη να φέρουμε τους άλλους πιο κοντά μας και να οδηγούμαστε σε πραγματική ανακούφιση.
Τέλος, έρχεται η αποδοχή. Αν το καλοσκεφτούμε, μιλάμε για μία νίκη. Ουσιαστικά πιστεύουμε, ότι η ζωή κυριαρχεί του θανάτου. Ζούμε πάλι με αισιοδοξία, γνωρίζοντας πλέον πως το παρελθόν δε μπορεί να αλλάξει.
Όλα αυτά, φυσικά, χρειάζονται χρόνο, που δεν δρα από μόνος του. Εξαρτάται από το πώς ζούμε και από την προσωπικότητα μας. Και καλό θα ήταν να μην σκεφτόμαστε μόνο τους πενθούντες, αλλά και εκείνους που στηρίζουν και ενθαρρύνουν κάποιον που πενθεί.
Για αυτό, καλό θα ήταν να σεβόμαστε το συναίσθημα του άλλου, να τον ακούμε, να τον παροτρύνουμε και να κάνουμε υπομονή. Κάθε εμπειρία πένθους όπως είπαμε, βιώνεται διαφορετικά και μοναδικά. Όταν έχουμε βιώσει μία απώλεια, είναι αυτονόητο πως το παρελθόν πονάει. Και θα πονάει πάντα. Και δύο επιλογές έχουμε... ή μπορούμε να τρέχουμε από αυτό, ή να μάθουμε να ζούμε με αυτό.