Όλοι κάποτε έχουμε χαρακτηρίσει κάποιον, κυρίως επώνυμο, ότι «καβάλησε καλάμι», κρίνοντας από τη συμπεριφορά και τα λεγόμενα του. Η διαπίστωση είναι αυθόρμητη, γιατί πηγάζει, από τα κοινωνικά μας πιστεύω και από το μέτρο, που προσδιόρισε ο Αριστοτέλης ως το «μέσον», με βάση του οποίου θεωρούμε, ότι η συμπεριφορά κάποιου το υπερβαίνει και επομένως είναι άξια σχολιασμού. Τονίζω των επωνύμων, γιατί αυτή προβάλλεται από τα ΜΜΕ και επομένως γίνεται γνωστή και συγκρίσιμη.
Η φράση «καβάλησε το καλάμι» είναι διαχρονική και κατά παλαιότερη εκδοχή σημαίνει ότι κάποιος κάνει κάτι παράξενο και γελοίο, που δεν συνάδει με την ηθική και το κύρος του, δηλαδή ένα είδος μη συμβατής κοινωνικής συμπεριφοράς. Στη συνέχεια, όμως, έφτασε να σημαίνει, ότι κάποιος κατόπιν κάποιας επιτυχίας, έστω και ασήμαντης, άρχισε να συμπεριφέρεται αλαζονικά, όπως περιγράφει ο Δ.Ψαθάς στα ευθυμογραφήματα του για τη Μαντάμ Σουσού με την αθάνατη φράση «πτωχέ λαέ», ως δείγμα κοινωνικής ανωτερότητας, που την προσέδιδε ο τόπος κατοικίας εξ ου και το κινηματογραφικό έργο «Λαός και Κολωνάκι».
Φυσικά, δεν μιλάμε για συμπεριφορές, που χρειάζονται ψυχιατρική εξέταση, αλλά για καθημερινές συμπεριφορές ακόμα και επωνύμων, που δεν είναι δυνατόν να τους κατονομάσαμε, αλλά δίνουν την εντύπωση, ότι η κάποια επιτυχία, που τους έδωσε η «Αγαθή Τύχη» τόνωσε περισσότερο από το δέον τον εγωισμό και την αλαζονεία τους ώστε νομίζουν, πως είναι περισσότερο ίσοι από τους άλλους, σύμφωνα με τον G.Orwell στη «Φάρμα των ζώων».
Ενδεχομένως, όμως, η αλαζονική συμπεριφορά να είναι στοχευμένη σαν εργαλείο επιβολής. Το είδαμε στην αλαζονική συμπεριφορά όχι μόνο του Salvador Dali, αλλά και όσων τραβούν επάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας, στο τέλος όμως ο χρόνος ξεκαθαρίζει το από το ποίημα του Κ. Καβάφη «Απολλώνιος ο Τυανεύς» «κεραμεούν και φαύλον» από το αληθινό. Επειδή όμως τα πάντα κρίνονται κατά περίπτωση με κανόνες που συνεχώς αλλάζουν είτε κατόπιν εξέλιξης ή επιβάλλονται ακόμα και με νόμο, το μόνο που μένει είναι η υστεροφημία, που για κάποιους αποτελεί ιστορικό γεγονός, όπως η περίπτωση του Αλκιβιάδη ή του Beau Brummell, αλλά για τους περισσότερους δεν τη βρίσκεις ούτε στα ψιλά των εφημερίδων. Πιστεύω όμως, ότι τους περισσότερους δεν τους ενδιαφέρει η υστεροφημία, αλλά μόνο πως θα τη «βγάλουν» καλά αναλώμασι άλλων.
Πιο ενδιαφέρον είναι το πώς προήλθε η φράση. Κατά την ιστορική εκδοχή: Ο Βασιλιάς της Σπάρτης Αγησίλαος παίζοντας με τα μικρά παιδιά του στις όχθες του Ευρώτα καβάλησε ένα καλάμι και έκανε τον ιππέα. Τον είδε κάποιος και διέδωσε στη Σπάρτη, ότι ο Βασιλιάς έπαιζε παιχνίδια, που δεν ταιριάζουν με το κύρος του. Η ιστορία αυτή ταιριάζει με την πρώτη εκδοχή, για τη μεταγενέστερη όμως εκδοχή, νομίζω, ότι προήλθε από την εξής ιστορία: Τα παλιά χρόνια, όταν γίνονταν γάμος με το ζευγάρι από διαφορετικά χωριά, ο γάμος γίνονταν στο ένα χωριό όπου έρχονταν οι καλεσμένοι από το άλλο χωριό. Σε ένα τέτοιο γάμο πρώτοι ήλθαν στο χωριό αυτοί που καβαλούσαν άλογο, μετά αυτοί σε μουλάρι, μετά σε γαϊδούρι, μετά εμφανίζεται κάποιος καβάλα σε ένα καλάμι. Τον ρωτούν καβάλα σε καλάμι έρχεσαι και τους απαντά «πού να δεις τους άλλους που έρχονται πιο πίσω με τα πόδια». Την εκδοχή αυτή την προτιμώ, γιατί ταιριάζει με την ιδιοσυγκρασία μας και αναδεικνύει την αλαζονεία κάποιων από ασήμαντες αιτίες.
Η φράση χρησιμοποιείται και με προστακτική μορφή «Κατέβα ή ξεκαβαλήκεψε»!!!
Η φράση ίππευσε «καβάλησε »τον Πήγασο, που μεταφορικά είναι το άλογο της ποίησης, αναφέρεται στην περίπτωση που κάποιος απλά νομίζει, ότι είναι μεγάλος ποιητής, τον έχει καταλάβει ποιητικός οίστρος και απαγγέλλει τα ποιήματά του, κυρίως παλιότερα, σε συναναστροφές, που ήταν ασκήσεις αμοιβαίου ομαδικού μαζοχισμού.
* Ο Λέανδρος Τ. Ρακιντζής είναι Αρεοπαγίτης ε.τ.