Μέσα από τις διατάξεις του νομοσχεδίου διαγράφεται μία υπερ-ρυθμιζόμενη αγορά, με σαφώς μειωμένα περιθώρια συμμετοχής για ιδιώτες επιχειρηματίες ενώ προκύπτει ότι στόχευση της κυβέρνησης είναι ο περιορισμός της δραστηριότητας των υπαρχόντων παρόχων περιεχομένου (κανάλια). Διαφορετικά δεν φαίνεται να δικαιολογείται το πλέγμα των επαχθέστατων νομοθετικών προβλέψεων που επιθυμεί να «περάσει» η κυβέρνηση και το οποίο οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη συρρίκνωση των επιχειρήσεων που ήδη δραστηριοποιούνται στο χώρο των ραδιοτηλεοπτικών ΜΜΕ ή και σε υποχρεωτικές συγχωνεύσεις.
Εξάλλου σε μία αγορά η οποία έχει πληγεί δραματικά εν μέσω κρίσης, σημειώνοντας ακόμη και 48% μείωση τζίρου, ιδίως λόγω της κατακόρυφης μείωσης των διαφημιστικών εσόδων, οι άμεσες και έμμεσες οικονομικές επιβαρύνσεις που προβλέπει το σχέδιο νόμου κρίνονται παράλογες και εξοντωτικές, όπως σχολιάζουν παράγοντες της αγοράς.
Περαιτέρω, με τις σχεδιαζόμενες διατάξεις πλήττεται καίρια η ανεξαρτησία της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.) ενώ διαφαίνεται, στα πλαίσια της δημόσιας ρητορικής και μία τάση δαιμονοποίησης της Digea, σε μία προσπάθεια προφανώς να δικαιολογηθεί η επαναφορά της ΕΡΤnet, του παρόχου δικτύου της ΕΡΤ, που συστήνεται για να μεταφέρει το σήμα των κρατικών καναλιών στην περιφέρεια αλλά και για να αποκτήσει περαιτέρω εμπορικούς σκοπούς.
Αναφορικά με τον πυρήνα των διατάξεων του νομοσχεδίου περί αδειοδότησης των μη κρατικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, επισημαίνεται ότι η ίδια η επιδίωξη της κυβέρνησης να περιορίσει σε 3,4, 6 ή όποιον άλλον αριθμό τις σχετικές άδειες προσκρούει σε ευρωπαϊκές αρχές και θεμελιώδη συνταγματικά δικαιώματα: Η Ελευθερία της Πληροφόρησης και ο πλουραλισμός των ΜΜΕ προστατεύονται από το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) αλλά και τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15 του Συντάγματος.
Καμία κρατική άδεια δεν χρειάζεται για την παραγωγή και διάδοση ειδησεογραφίας και πληροφόρησης, αυτής καθ’ αυτής (Τύπος, αφίσες, βιβλία, κινηματογράφος, δισκογραφία, διαδίκτυο κλπ). Η όποια εξαίρεση θεμελιώνεται μόνο σε τεχνικούς λόγους και τους προκύπτοντες περιορισμούς (όπως π.χ. η φυσική σπανιότητα των ραδιοτηλεοπτικών συχνοτήτων): σε αυτή την περίπτωση επιλαμβάνονται οι αρμόδιες ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές κάθε κράτους, προκειμένου να κάνουν τον αμερόληπτο καταμερισμό ανάμεσα στους ενδιαφερόμενους φορείς αλλά πάντοτε με την προϋπόθεση ότι αυτοί οι ενδιαφερόμενοι φορείς είναι περισσότεροι από τα διαθέσιμα τεχνικά μέσα διανομής (= ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες μετάδοσης).
Με δεδομένο ότι η τεχνολογική πρόοδος έχει υπέρ-πολλαπλασιάσει τον αριθμό των διαθέσιμων τεχνικών μέσων διάδοσης του τηλεοπτικού προγράμματος (ιδίως εάν ληφθεί υπόψη και η πληθώρα πλατφορμών μέσω των οποίων είναι πλέον προσβάσιμο το ραδιοτηλεοπτικό περιεχόμενο (διαδίκτυο, Smart tv κλπ), τα τηλεοπτικά προγράμματα είναι σήμερα δυνητικά άπειρα. Συνεπώς ο αριθμός των αιτήσεων για αδειοδότηση είναι πάντοτε μικρότερος από τον αριθμό των διαθεσίμων «συχνοτήτων» , όπως άλλωστε έχει αποδειχθεί κατά τις αντίστοιχες διαδικασίες, σε άλλα κράτη-μέλη.
Κατά συνέπεια οποιαδήποτε απόπειρα περιορισμού με νόμο του αριθμού των προς αδειοδότηση πανελλαδικών προγραμμάτων των τηλεοπτικών σταθμών, ενώ στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένας τεχνικός περιορισμός για τον αριθμό των διαθεσίμων «συχνοτήτων» βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με τις βασικές αρχές της Ελευθερίας της Πληροφόρησης, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και εσωτερικό επίπεδο και είναι δικαστικά ελέγξιμη.
Εξάλλου η ύπαρξη πολλών και διαφορετικών ραδιοτηλεοπτικών φορέων εξασφαλίζει την λεγόμενη «πολυμέρεια», διασφαλίζοντας τον πλουραλισμό και την ισορροπία της πληροφόρησης.
Ο Μύθος της Αδειοδότησης:
Αντίθετα με ό,τι τους καταλογίζεται, οι τηλεοπτικοί σταθμοί από εποχής αναλογικού σήματος, επιθυμούσαν οι ίδιοι διακαώς τη ρύθμιση του τηλεοπτικού τοπίου, όπως αποδεικνύουν οι πολλαπλές διαχρονικά αιτήσεις τους στην πολιτεία να ρυθμίσει τα σχετικά ζητήματα.
Το πέρασμα από την αναλογική στην ψηφιακή εποχή, επισημαίνουν, έχει επιφέρει τάξη στο τηλεοπτικό τοπίο, το οποίο επί χρόνια τελούσε σε καθεστώς «νόμιμης λειτουργίας», χωρίς δηλαδή να έχει ρυθμισθεί πλήρως το θέμα των αδειοδοτήσεων, όχι όμως από υπαιτιότητα των ιδιωτών αλλά της Πολιτείας:
Όποια σχετική διαγωνιστική διαδικασία προκηρύχθηκε από την ημέρα έναρξης λειτουργίας των ιδιωτικών σταθμών κρίθηκε άγονη ή απλώς δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και ακυρώθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο (το οποίο ωστόσο εισέπραττε για όλες αυτές τις διαδικασίες πολλά εκατομμύρια δραχμές /εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ από τους αιτούντες).
Αντίθετα, υπογραμμίζουν τα μέλη της ΕΙΤΗΣΕΕ, η υιοθέτηση από την ελληνική έννομη τάξη των ευρωπαϊκών οδηγιών για τη μετάβαση στη ψηφιακή εκπομπή σήματος, έγινε με την προβλεπόμενη από το ευρωπαϊκό δίκαιο διαδικασία, επιφέροντας την πολυπόθητη τάξη στα τηλεοπτικά πράγματα και δίνοντας την ευκαιρία σε μικρότερους παίκτες να μετάσχουν για πρώτη φορά ενεργά στην αγορά.
Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα, ποια είναι η αληθινή σκοπιμότητα πίσω από ένα νομοσχέδιο που ανατρέπει τα πρώτα βήματα εξορθολογισμού του τηλεοπτικού τοπίου στην Ελλάδα και της επιτυχούς σύγκλισης της χώρας στα ευρωπαϊκά πρότυπα. Δεδομένου ότι η μετάβαση από την αναλογική στη ψηφιακή εποχή πραγματοποιήθηκε με ομολογουμένως μεγάλη επιτυχία, τόσο από απόψεως ταχύτητας όσο και αποδοχής από το τηλεοπτικό κοινό, αναρωτιέται κανείς ποιους σκοπούς εξυπηρετεί το να γυρίσει η (πληροφόρηση στην) Ελλάδα χρόνια πίσω.
Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.