Κλείσιμο

Την άνοιξη ξεκινά η συζήτηση για τη μείωση του πλεονάσματος

Με την κατάθεση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, που τοποθετείται τον Απρίλιο ή Μάιο, υπολογίζει το οικονομικό επιτελείο ότι θα ανοίξει η συζήτηση για τη μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων, ενώ το απώτατο χρονικό περιθώριο για την όποια απόφαση τοποθετείται το φθινόπωρο, με την κατάθεση του προϋπολογισμού του 2021.

Το θέμα, που ετέθη και κατά τη συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τη γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα την περασμένη Τρίτη, στην Ουάσιγκτον, αποτελεί τη μεγάλη προτεραιότητα πολιτικής της κυβέρνησης για το 2020, αλλά ταυτόχρονα και ένα από τα δυσκολότερα πεδία διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους εταίρους της χώρας. Ο κ. Μητσοτάκης ζήτησε την υποστήριξη της κ. Γκεοργκίεβα, την οποία και εξασφάλισε καθώς τα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα είναι πάγια θέση του ΔΝΤ τελευταίως, αλλά μένει να φανεί με ποιον τρόπο αυτή θα εκφραστεί στην πράξη.

Προς το παρόν, στην Ευρώπη επικρατεί επιφυλακτικότητα, με τη Γερμανία, κυρίως, να διαμηνύει, ανεπισήμως, ότι καλύτερα θα ήταν να μη θέσει το θέμα η Ελλάδα, γιατί δύσκολα  θα μπορέσει να το περάσει η γερμανική κυβέρνηση από το Κοινοβούλιό της.

Η κυβέρνηση σκοπεύει να κινηθεί προσεκτικά, δεν βιάζεται και δεν έχει οριστικοποιήσει τη στρατηγική της.

Αυτό που έχει ήδη αποφασιστεί, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι ότι την κατάθεση του νέου μεσοπρόθεσμου προγράμματος (2021-2024) θα συνοδεύει μια νέα μελέτη ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους. Η ανάλυση θα λαμβάνει υπόψη της τα  χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού και θα βασίζεται σε υψηλότερες προοπτικές ανάπτυξης, σε σχέση με τις προβλέψεις των υφιστάμενων μελετών, καταδεικνύοντας έτσι τα περιθώρια για μείωσή του. Η  μελέτη θα γίνει από τον ΟΔΔΗΧ.

Ετσι, εκ των πραγμάτων, η συζήτηση για τη μείωση του στόχου των επόμενων ετών θα ξεκινήσει. Είναι πιθανό, πάντως, να έχει θέσει το αίτημα νωρίτερα ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.

Σύμφωνα με πληροφορίες από το οικονομικό επιτελείο, το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα είναι πιθανό να έχει δύο σενάρια: Ενα με αμετάβλητους τους στόχους για πρωτογενή πλεονάσματα (3,5% του ΑΕΠ ώς το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ μεσοσταθμικά στη συνέχεια) και ένα με μειωμένους τους στόχους, σύμφωνα με τα περιθώρια που θα επιτρέπει η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους.

Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι ο στόχος πρέπει να κατεβεί στο 1,5% του ΑΕΠ. Η κυβέρνηση, διά στόματος Σταϊκούρα, έχει εμφανιστεί πιο συγκρατημένη, αναφέροντας το 2% του ΑΕΠ ως ιδανικό στόχο. Στην πραγματικότητα θα ήταν ικανοποιημένη με μια μείωση 1% του ΑΕΠ, καθώς κάτι τέτοιο θα της έδινε δημοσιονομικό περιθώριο 2 δισ. ευρώ για περαιτέρω φοροελαφρύνσεις τον επόμενο χρόνο.

Αλλες πηγές, κοντά στο οικονομικό επιτελείο, εξάλλου, εκτιμούν ότι μια μείωση της τάξεως του 0,6% του ΑΕΠ, δείχνει πιο πιθανή να επιτευχθεί.

Σε κάθε περίπτωση, η επιφυλακτική στάση που έχουν μέχρι στιγμής ένα τμήμα των θεσμών και η Γερμανία πιθανολογείται ότι θα καθυστερήσει τη λήψη απόφασης. Η καθυστέρηση, πάντως, δεν μπορεί να πάει πέρα από τον Οκτώβριο, όταν θα κατατεθεί το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2021, που πρέπει αναγκαστικά να ενσωματώνει κάποια πρόβλεψη.