Η περιορισμένη ομοσπονδοποίηση που υποστηρίζει το περιοδικό απαιτεί πρωτοφανή σε μέγεθος μεταφορά κεφαλαίων από τις πιο δυνατές στις ασθενέστερες οικονομίες, καθώς και σε μεγάλο βαθμό παράδοση της εθνικής κυριαρχίας των χωρών-μελών.
Ο Economist τονίζει ότι η επιλογή για το μέλλον της ευρωζώνης μπορεί να γίνει μόνο από τη Γερμανία, η οποία αυτή τη στιγμή «διαβρώνει την πεποίθηση ότι το ευρώ έχει μέλλον».
Εξετάζοντας το ενδεχόμενο ελληνικής εξόδου από το ευρώ, το περιοδικό εκτιμά ότι ναι μεν μεσοπρόθεσμα θα δημιουργηθούν προοπτικές ανάκαμψης για την Ελλάδα, αλλά το βραχυπρόθεσμο κόστος θα είναι πολύ μεγάλο, με τράπεζες και επιχειρήσεις να καταρρέουν. Πέρα από τις επιπτώσεις για την Ελλάδα, ο Economist προβλέπει πτώση της αξίας των μετοχών παγκοσμίως, κλονισμό του τραπεζικού συστήματος στην Ευρώπη, κάμψη της παραγωγής, ακόμα και αμφισβήτηση της νομικής υπόστασης της ευρωζώνης ή αμφισβήτηση της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το περιοδικό εξηγεί τη στάση του σημειώνοντας ότι ενώ η διάσωση της ευρωζώνης είναι καλύτερη από τη διάλυσή της, η πλήρης πολιτική ένωση που ονειρεύονται οι φεντεραλιστές όπως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δε συνάδει με τη βούληση των Ευρωπαίων πολιτών.
Η περιορισμένη ομοσπονδία που προτείνεται λοιπόν θα πρέπει να βασιστεί από άποψη οικονομική σε ένα πανευρωπαϊκό σύστημα εποπτείας των τραπεζών, ανακεφαλαιοποίησή τους, παροχή ευρωπαϊκών εγγυήσεων για τις καταθέσεις και νέο κανονιστικό πλαίσιο για τον τραπεζικό κλάδο. Από άποψη δημοσιονομική θα πρέπει να εκδοθεί ευρωομόλογο, αλλά για περιορισμένα ποσά και χρονικό διάστημα. Το βρετανικό περιοδικό συμφωνεί με παλαιότερη πρόταση του Γερμανικού Συμβουλίου Ειδικών Οικονομίας το ευρωομόλογο να καλύπτει τα χρέη χωρών-μελών από το 60% (ως ποσοστό του ΑΕΠ) και πάνω. Αυτό θα δημιουργούσε μία αγορά ομολόγων 2,3 τρισεκατομμυρίων ευρώ που θα αποπληρώνονταν σε μια 25ετία, μέσω ειδικών φόρων σε κάθε χώρα.
Ειδικότερα για την Ελλάδα, σημειώνεται ότι θα χρειαζόταν ένα ακόμα πακέτο διάσωσης πριν ενταχθεί σε αυτό το μηχανισμό.
Το κόστος του “Grexit”
Ο Economist επιχειρεί επίσης μία αποτίμηση του κόστους της ελληνικής εξόδου, αρχίζοντας με την επισήμανση ότι από το Μάρτιο η Ελλάδα έχει λάβει τα μισά χρήματα από το ποσό των 145 δισεκατομμυρίων ευρώ που περιμένει από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό και 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ από τα 28 δισ. που έχει λαμβάνειν από το ΔΝΤ.
Σημειώνεται ότι αν σταματήσει η ροή χρήματος από τους πιστωτές, τότε η ΕΚΤ πιθανώς θα σταματήσει την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες. Η ελληνική κυβέρνηση θα υποχρεωθεί ίσως αρχικά να εκδώσει υποσχετικές για τις εγχώριες συναλλαγές πριν καταφύγει τελικά στην επαναφορά εθνικού νομίσματος. Το περιοδικό προβλέπει σε μια τέτοια περίπτωση μετατροπή εγχώριων συμβολαίων και συναλλαγών σε αυτό το εθνικό νόμισμα, επιβολή ελέγχων στη ροή κεφαλαίων και υποτίμηση ίσως κατά 50% έναντι του ευρώ.
Βραχυπρόθεσμα η κατάσταση θα γίνει πιο δύσκολη για τους Έλληνες. Αναλυτές της UBS που επικαλείται το άρθρο προβλέπουν μείωση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 40%-50% τον πρώτο χρόνο. Το σενάριο αυτό πάντως περιλαμβάνει και έξοδο της χώρας από την ΕΕ. Σε περίπτωση παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και εξόδου μόνο από το ευρώ, αναλυτές της ING εκτιμούν ότι η μείωση του ελληνικού ΑΕΠ τον πρώτο χρόνο θα φτάσει το 7,5%.
Ο Economist τονίζει πάντως ότι από τον επόμενο χρόνο η Ελλάδα θα είναι σε θέση να δει τα οφέλη της υποτίμησης του νομίσματός της, με ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της και ώθηση για τον τουρισμό. Όλα αυτά βέβαια αν η χώρα θεωρείται τότε ασφαλής προορισμός, «ένα μεγάλο αν», σύμφωνα με το άρθρο.
Οι επιπτώσεις θα είναι σημαντικές και για την υπόλοιπη ευρωζώνη. Η ΕΚΤ πέρα της αγοράς ελληνικών ομολόγων αξίας 40 δισεκατομμυρίων ευρώ είναι εκτεθειμένη στην ελληνική οικονομία με 130 δισεκατομμύρια, μέσω του συστήματος μεταφοράς κεφαλαίων Target-2.
Οι κυβερνήσεις και οι θεσμοί της ευρωζώνης θα βρεθούν με 290 δισεκατομμύρια ευρώ χαμένων δανείων στην Ελλάδα, χάνοντας πιθανών 3% του ΑΕΠ της νομισματικής ένωσης, σύμφωνα με εκτίμηση της Barclays. (Η μείωση του ΑΕΠ στην ευρωζώνη περιορίζεται σε 1,6% σε περίπτωση ομαλής ελληνικής εξόδου). Επίσης, ο ελληνικός ιδιωτικός τομέας χρωστά σε ξένες τράπεζες 69 δισεκατομμύρια δολάρια.
Περισσότερο ίσως όμως από όλα αυτά, ο Economist φοβάται τις ανυπολόγιστες συνέπειες της μετάδοσης της κρίσης σε πολλές άλλες χώρες μέλη της ευρωζώνης.
Πηγή: Θανάσης Γκαβός, Λονδίνο
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.