Αυτό συμπέρανε μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, η οποία για πρώτη φορά περιγράφει τόσο σφαιρικά τις συνδυασμένες δομικές, λειτουργικές και ανατομικές αλλαγές που συμβαίνουν στον εγκέφαλο ενός εκ γενετής τυφλού, σε σύγκριση με ενός ανθρώπου που βλέπει κανονικά.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Κορίνα Μπάουρερ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "PLoS One", χρησιμοποίησαν σύγχρονες τεχνικές μαγνητικής απεικόνισης για να συγκρίνουν τον εγκέφαλο 12 ατόμων που γεννήθηκαν τυφλοί ή έχασαν την όρασή τους έως την ηλικία των τριών ετών, με τον εγκέφαλο 16 ατόμων που είχαν κανονική όραση.
Η σύγκριση αποκάλυψε στους εγκεφάλους των τυφλών αυξημένες «καλωδιώσεις» μεταξύ νευρικών κυττάρων, που δεν υπάρχουν στους εγκεφάλους των ανθρώπων με κανονική όραση και οι οποίες επιτρέπουν την καλύτερη μετάδοση πληροφοριών μεταξύ διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου των τυφλών. Οι συνδέσεις φαίνεται να είναι μοναδικές στον εγκέφαλο των τυφλών και δεν συναντιούνται αντίστοιχες στον εγκέφαλο ενός ατόμου με κανονική όραση.
Λόγω της έλλειψης οπτικών πληροφοριών-ερεθισμάτων, ο εγκέφαλος των τυφλών φαίνεται πως «ανακαλωδιώνεται» νευρωνικά, προκειμένου να ενισχύσει τις υπόλοιπες αισθήσεις. Η διαδικασία αυτή είναι εφικτή χάρη στην πλαστικότητα του εγκεφάλου, δηλαδή την ικανότητά του να αναπροσαρμόζεται τόσο όσον αφορά το «υλικό» του (νευρωνικές συνδέσεις) όσο και το «λογισμικό» του (νους).
Όπως είπε η Μπάουρερ, «τα ευρήματά μας δείχνουν ότι οι αλλαγές του εγκεφάλου ως συνέπεια της πρώιμης τύφλωσης μπορεί να είναι πιο εκτεταμένες από ό,τι αρχικά νομίζαμε. Παρατηρήσαμε σημαντικές μεταβολές όχι μόνο στην περιοχή του φλοιού του εγκεφάλου όπου γίνεται η επεξεργασία της όρασης, αλλά επίσης σε περιοχές που εμπλέκονται στη μνήμη, στην επεξεργασία της γλώσσας και στις αισθητηριακοκινητικές λειτουργίες».
«Ακόμη και στην περίπτωση των τελείως τυφλών, ο εγκέφαλος αναπροσαρμόζει τις νευρωνικές συνδέσεις του με τέτοιο τρόπο, προκειμένου να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του, ώστε να μπορεί να αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του με πιο αποτελεσματικό τρόπο, βελτιώνοντας μεταξύ άλλων τη χρήση της ακοής, της αφής και της γλώσσας» δήλωσε ο Λότφι Μεραμπέτ, αναπληρωτής καθηγητής οφθαλμολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Νοσοκομείου Massachusetts Eye and Ear.Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.