Κλείσιμο

Βρετανία: Οι μισθολογικές ανισότητες μεταξύ διευθυντών και υπαλλήλων παραμένουν τεράστιες

Μέσα σε τρεις εργάσιμες ημέρες, από την έναρξη του νέου έτους, τα διευθυντικά στελέχη των μεγάλων εταιρειών της Βρετανίας κέρδισαν ποσά που αντιστοιχούν στον μέσο ετήσιο μισθό των υπαλλήλων τους, ένα γεγονός που καταδεικνύει τις τεράστιες μισθολογικές ανισότητες στη χώρα.

Κατά μέσο όρο, ο γενικός διευθυντής ενός από τους μεγαλύτερους εισηγμένους στο Χρηματιστήριο ομίλους, που περιλαμβάνονται στον δείκτη FTSE-100, λαμβάνει αμοιβή 117 φορές μεγαλύτερη από τον μέσο μισθό, σύμφωνα με τους υπολογισμούς δύο κέντρων ερευνών, του High Pay Centre και του Chartered Institute of Personnel and Development (CIPD).

Με βάση τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία, ένας μισθωτός στο Ηνωμένο Βασίλειο κέρδισε 29.559 λίρες (34.752 ευρώ) το 2018. Δηλαδή, όσα έβγαλε σε τρεις ημέρες ένας διευθυντής ομίλου που κερδίζει 3,46 εκατομμύρια λίρες ετησίως.

Στην έκθεσή τους, τα δύο ερευνητικά κέντρα εκτιμούν ότι το θέμα των υψηλών εισοδημάτων θα είναι ένα από τα μεγάλα διακυβεύματα του 2020. Φέτος, είναι η πρώτη χρονιά κατά την οποία οι βρετανικές εταιρείες που απασχολούν περισσότερους από 250 εργαζόμενους θα είναι υποχρεωμένες να αποκαλύψουν τις μισθολογικές διαφορές μεταξύ του γενικού διευθυντή τους και του μέσου μισθού των υπαλλήλων τους.

«Η δημοσιοποίηση των αριθμών δεν είναι παρά η αρχή. Πρέπει οι εταιρείες να εξηγήσουν και να δικαιολογήσουν το πολύ υψηλό επίπεδο των μισθών των διευθυντικών στελεχών τους», είπε ο Πίτερ Τσιζ, ο γενικός διευθυντής του CIPD.

Για τον Λουκ Χίλντγιαρντ, τον διευθυντή του High Pay Centre, αυτές οι μισθολογικές διαφορές «συμβάλουν στη μετατροπή του Ηνωμένου Βασιλείου σε μια χώρα με τις μεγαλύτερες ανισότητες στην Ευρώπη».

Την περασμένη εβδομάδα το υπουργείο Οικονομικών της Βρετανίας ανακοίνωσε ότι από την 1η Απριλίου θα αυξηθεί ο κατώτατος μισθός κατά 6,2% για τους εργαζόμενους άνω των 25 ετών και θα φτάσει τις 8,72 λίρες την ώρα.

Η υπουργός Επιχειρήσεων Αντρεα Λίντσομ χαρακτήρισε «σοκαριστική» την έρευνα που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. «Οι αριθμοί είναι λίγο καλύτεροι από παλιά (…) αλλά η κατάσταση παραμένει ανησυχητικά, ιδίως σε περιπτώσεις που οι διευθυντές αποζημιώθηκαν ακόμη και αν εξαπάτησαν τους υπαλλήλους και τους πελάτες τους», τόνισε.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ-AFP