«Πολύ θλιβερό»: Όταν πρώην πρωθυπουργός αναγκάστηκε να πουλήσει τα αρχεία του για να βρει χρήματα λόγω προβλημάτων υγείας

Η πρόταση να πουληθούν τα αρχεία στο εξωτερικό προκάλεσε ανησυχία σε ανώτερα στελέχη της κυβέρνησης της Μάργκαρετ Θάτσερ

Μπορεί να ακούγεται ασυνήθιστο, ή και απίθανο, ειδικά με τα σημερινά δεδομένα, αλλά ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Χάρολντ Γουίλσον είχε συμφωνήσει σε προχωρημένη ηλικία να πουλήσει ολόκληρο το αρχείο του, που περιλάμβανε ιδιωτικά και πολιτικά έγγραφα, καθώς είχε ανάγκη τα χρήματα για την υγειονομική του περίθαλψη, σύμφωνα με έγγραφα που δημοσίευσαν τα Εθνικά Αρχεία και αποκάλυψε το BBC.

Ο Λόρδος Ουίλσον σχεδίαζε αρχικά να πουλήσει τη συλλογή στο Πανεπιστήμιο McMaster στον Καναδά για 212.500 στερλίνες - περίπου 700.000 στερλίνες σε σημερινά χρήματα (831.000 ευρώ).

Έπασχε από Αλτσχάιμερ και χρειαζόταν «συνεχή φροντίδα, το κόστος της οποίας είναι βαρύ και θα αυξηθεί», όπως ανέφερε ένα έγγραφο.

Ωστόσο, η πρόταση να πουληθούν τα αρχεία στο εξωτερικό προκάλεσε ανησυχία σε ανώτερα στελέχη της κυβέρνησης της Μάργκαρετ Θάτσερ.

Στις αρχές Ιανουαρίου 1990, ο γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου Σερ Ρόμπιν Μπάτλερ έγραψε σε έναν άλλο αξιωματούχο, ειδοποιώντας την ότι η πρώην γραμματέας του Ουίλσον, Μάρσια Φάλκεντερ, «ενορχηστρώνει μια πρόταση» για τη δημιουργία αρχείου για τα έγγραφα του πρώην πρωθυπουργού στον Καναδά.

Μέρος των εσόδων θα υποστήριζε τον Λόρδο και τη Λαίδη Γουίλσον που «τώρα δεν ήταν καλά οικονομικά», όπως ανέφερε στον σερ Ρόμπιν ο προκάτοχός του Λόρδος Άρμστρονγκ.

Δεν υπήρξε «ενθουσιασμός» για την πώληση μεταξύ των αξιωματούχων στο Γραφείο του Υπουργικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τα αρχεία, με κάποιον αξιωματούχο να επισημαίνει ότι τα έγγραφα του Λόρδου εξακολουθούσαν να υπόκεινται στον λεγόμενο «κανόνα των 30 ετών».

Σημειώνεται ότι τα βρετανικά κυβερνητικά έγγραφα μεταφέρονται στα Εθνικά Αρχεία, αλλά παραμένουν σφραγισμένα για το κοινό προτού είναι επιλέξιμα για δημοσιοποίηση - μετά από 30 χρόνια στη δεκαετία του 1980, 20 χρόνια σήμερα.

Τα έγγραφα του Ουίλσον θα μπορούσαν ακόμα να ήταν ευαίσθητης εθνικής σημασίας τη στιγμή της προτεινόμενης πώλησης. Εάν είχαν σταλεί στον Καναδά, ο κανόνας των 30 ετών δεν θα μπορούσε να επιβληθεί, σύμφωνα με αξιωματούχους.

Το Πανεπιστήμιο McMaster ήθελε το αρχείο να περιλαμβάνει έγγραφα από την εποχή του Λόρδου Ουίλσον στην πρωθυπουργία. Ο ηγέτης των Εργατικών είχε υπηρετήσει δύο θητείες ως πρωθυπουργός, από το 1964 έως το 1970, ενώ η δεύτερη θητεία του ήταν μεταξύ 1974 και 1976.

Ο Σερ Ρόμπιν σκέφτηκε ότι εάν τα έγγραφα έφευγαν από τη χώρα θα προκαλούνταν «δημόσια ανησυχία». Ο Άντριου Τέρνμπουλ, ο επικεφαλής γραμματέας της κ. Θάτσερ, δήλωσε ότι ήταν
δυσαρεστημένος με την «πολιτική/ηθική» μιας τέτοιας ιδέας.

«Αν και αυτά είναι επίσημα ιδιωτικά έγγραφα του Λόρδου Γουίλσον» έγραφε τον Μάρτιο του 1990, «είναι μέρος της ιστορίας μας και, θα ειπωθεί, ότι δεν είναι πραγματικά δικά του για να τα πουλήσει».

Είπε ότι εάν ο Λόρδος χρειαζόταν πρόσθετη φροντίδα στα γηρατειά του, το Εργατικό και Συνδικαλιστικό κίνημα θα πρέπει να τον υποστηρίξει.

Ωστόσο, εκείνο το καλοκαίρι ο γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου διερεύνησε τρόπους για να υποστηρίξει τον Λόρδο και τη Λαίδη Ουίλσον. Έγραψε ότι «η περίπτωση ενός πρώην πρωθυπουργού που βρέθηκε σε δύσκολες στιγμές με αυτόν τον τρόπο φαίνεται πολύ θλιβερή».

Ο Λόρδος Άρμστρονγκ βοηθούσε τη Λαίδη Φάλκεντερ. Τον Νοέμβριο του 1990 του είπε ότι οι Ουίλσον ήταν «ενθουσιασμένοι» όταν άκουσαν για την αύξηση της σύνταξης για πρώην πρωθυπουργόυς, η οποία «θα βοηθούσε ξεκάθαρα στην καθημερινή τους ζωή».

Αλλά το ποσό (μόλις 5.000 £ ετησίως) δεν ήταν «σε καμία περίπτωση συγκρίσιμο» με αυτό που προσέφερε το καναδικό πανεπιστήμιο.

Ο Λόρδος Άρμστρονγκ πίστευε ότι θα ήταν «ακατάλληλο» να φύγουν από τη χώρα τα έγγραφα. 

Η λαίδη Φάλκεντερ απάντησε αφοπλιστικά: «Υπήρχαν πάρα πολλά βάσανα, ώστε να συζητηθεί αν αυτό ήταν ‘’ακατάλληλο’’ ή ‘’ανάρμοστο’’». Πρόσθεσε ότι τα χρήματα από τα έγγραφα θα ήταν «χρήσιμα» όπως θα μπορούσε να είναι χρήσιμη η πώληση «μιας οικίας, ενός έργου τέχνης ή μιας διαμαντένιας καρφίτσας».

Το γραφείο του υπουργικού συμβουλίου ενημερώθηκε ότι δεν υπήρχε νομικό εμπόδιο στην πώληση.

Αλλά μέχρι τον Ιούλιο του 1991, είχε επιτευχθεί μια εναλλακτική λύση. Οι διαχειριστές του αρχείου Ουίλσον είχαν βρει ανώνυμους δωρητές, οι οποίοι θα χρηματοδοτούσαν τη Βιβλιοθήκη Bodleian
στην Οξφόρδη αγοράζοντας τα έγγραφα. 

Τα χρήματα θα πήγαιναν σε καταπίστευμα που δημιουργήθηκε προς όφελος των Ουίλσον, ενώ θα παρέμεναν στο Ηνωμένο Βασίλειο - και σε μια ασφαλή τοποθεσία. 

Ο Λόρδος Ουίλσον πέθανε το 1995, σε ηλικία 79 ετών.
 

Πηγή: bbc.com