ΚΑΙΡΟΣ

Ο Τσαβούσογλου σε ασφυκτικό κλοιό στην Ουάσιγκτον

Πρόκειται για μία σπάνια επίσκεψη ανώτατου Τούρκου αξιωματούχου στη χώρα με μία όχι εύκολη αποστολή

Της Αθηνάς Παπακώστα

Στην Ουάσιγκτον βρίσκεται σήμερα ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου για να έχει διμερή συνάντηση με τον Αμερικανό ομόλογό του, Άντονι Μπλίνκεν όπου και αναμένεται να συζητηθεί -μεταξύ άλλων- και το θέμα αγοράς και εκσυγχρονισμού των F-16.

Πρόκειται για μία σπάνια επίσκεψη ανώτατου Τούρκου αξιωματούχου στη χώρα με μία όχι εύκολη αποστολή για την επαναπροσέγγιση Άγκυρας - Ουάσιγκτον στο ζήτημα της αμυντικής συνεργασίας καθώς, αναμένονται να ασκηθούν σφοδρές πιέσεις.

Μπορεί η κυβέρνηση Μπάιντεν - που εδώ και δύο χρόνια επιλέγει να τηρεί αποστάσεις από το αυταρχικό καθεστώς Ερντογάν - να ενδίδει, τελικά, στην πώληση των αναβαθμισμένων F-16 στην Άγκυρα, ωστόσο, ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας και, επίσης, Δημοκρατικός, Ρόμπερτ Μενέντεζ αντιδρά και δεν το κρύβει. Άλλωστε, η Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας είναι η αρμόδια επιτροπή για την έγκριση των αμυντικών συμβάσεων και ο πρόεδρος της έχει το δικαίωμα του βέτο, λόγω της θέσης του. 

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν έχει τοποθετηθεί τηρώντας την πάγια θέση του να μην σχολιάζει καμία από τις προτεινόμενες αμυντικές συμβάσεις προτού ενημερωθεί επισήμως το Κογκρέσο. Όμως το κλίμα σε αυτό δεν είναι διόλου ευνοϊκό υπέρ της Άγκυρας. Τα εμπόδια που θέτει για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ έχουν επιβαρύνει την ήδη επιβαρυμένη της θέση.

Οι παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, δε, σε συνδυασμό με την επιθετική ρητορική της Άγκυρας κατά της Αθήνας καθώς και η στροφή της χώρας προς τον αυταρχισμό και την αλαζονεία γεννούν εκνευρισμό και ανησυχία στους διαδρόμους του Κογκρέσου το οποίο δεν ξεχνά την επιλογή της Άγκυρας να αποκτήσει τα πυραυλικά συστήματα αεράμυνας S-400 από τη Μόσχα. Κίνηση για την οποία η Τουρκία τιμωρήθηκε από τις ΗΠΑ και εκδιώχθηκε από το πρόγραμμα συμπαραγωγής έως και 100 F-35 για την πολεμική της αεροπορία.

Ενδεικτική ήταν η δήλωση που συνέταξε το γραφείο του προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων στην οποία γίνεται σαφές ότι ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας θα συνεχίσει να εμποδίζει την πώληση πολεμικών αεροσκαφών προς την Τουρκία. Πιο αναλυτικά, σε αυτή ο Ρόμπερτ Μενέντεζ κατέκρινε τον Τούρκο πρόεδρο ότι, συνεχίζει να «υπονομεύει το διεθνές δίκαιο, να αγνοεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και τους δημοκρατικούς κανόνες και να επιδεικνύει ανησυχητική και αποσταθεροποιητική συμπεριφορά ενάντια σε γειτονικούς συμμάχους του ΝΑΤΟ».

Και ξεκαθάριζε εκ νέου ότι «μέχρι ο Ερντογάν να σταματήσει τις απειλές του, να βελτιώσει το ιστορικό του για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο εσωτερικό - συμπεριλαμβανομένης της απελευθέρωσης δημοσιογράφων και της πολιτικής αντιπολίτευσης - και να αρχίσει να ενεργεί όπως θα έπρεπε ένας έμπιστος σύμμαχος, δεν θα εγκρίνω αυτή την πώληση».

Στην ίδια γραμμή και το Ελληνοαμερικανικό Ινστιτούτο το οποίο εκφράζει την έντονη αντίθεσή του στο ενδεχόμενο πώλησης των μαχητικών υπογραμμίζοντας ότι «η Τουρκία χρησιμοποιεί αεροσκάφη που προμήθευσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες για να παραβιάσει τον ελληνικό εναέριο χώρο, παραβιάζει τη νομοθεσία των Ηνωμένων Πολιτειών για την πώληση και χρήση στρατιωτικού εξοπλισμού και επιπλέον, είχε αφαιρεθεί από το πρόγραμμα F-35 για την αγορά ρωσικών συστημάτων S-400, για τα οποία συνεχίζει να υπόκειται σε κυρώσεις».

Από τη δική του πλευρά, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, εξέφρασε την αισιοδοξία του για την έκβαση της διαδικασίας. «Έχουμε φτάσει σε συμφωνία με τη διοίκηση Μπάιντεν και είναι σημαντικό ότι η αμερικανική διοίκηση έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι αυτή η συμφωνία είναι σημαντική όχι μόνο για την Τουρκία αλλά και για το ΝΑΤΟ επίσης», τόνισε και προσέθεσε πως «εάν αυτή παραμείνει αποφασισμένη τότε, δεν θα υπάρξει κανένα πρόβλημα». 

Ταυτόχρονα, η Ουάσιγκτον ξεδιπλώνει και προσφορά προς την Αθήνα με πρόθεση πώλησης F-35 στην Ελλάδα, την οποία καλωσόρισε ο Μενέντεζ. Το Forbes δημοσίευσε αναλυτικό ρεπορτάζ στο οποίο ο συντάκτης του, Πολ Ίντον, συνομιλεί με τον Σουλεϊμάν Οζερέν, καθηγητή στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο και συνεργάτη στο Orion Policy Institute, ο οποίος επισημαίνει ότι οι εν λόγω διμερείς συμφωνίες της Ουάσιγκτον αποσκοπούν στη διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας με την πλάστιγγα όμως να έχει γείρει προς την ελληνική πλευρά τα τελευταία χρόνια. Όπως εξηγεί, η ισχύς της Άγκυρας στην περιοχή αντισταθμίζεται με την ενίσχυση της Ελλάδας χωρίς ωστόσο να αποξενώνεται η Τουρκία η οποία διατηρεί κρίσιμη θέση στο ΝΑΤΟ και την ευρύτερη περιοχή. 

Τουρκία και Ηνωμένες Πολιτείες αναζητούν ένα νέο modus operandi. Η κατ' ιδίαν συνάντηση Τσαβούσογλου - Μπλίνκεν επί αμερικανικού εδάφους σπάει κατά κάποιον τρόπο το αμερικανικό εμπάργκο επί διακυβέρνησης Μπάιντεν κατά της Άγκυρας.

Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών γνωρίζει καλά ότι υπάρχει αρκετός δρόμος για να διανυθεί. Γίνεται όμως ένα πρώτο βήμα το οποίο αφορά στην επανευθυγράμμιση Τουρκίας και ΗΠΑ στην αμυντική συνεργασία για το οποίο όμως το Κογκρέσο θα πρέπει να πεισθεί με επιχειρήματα από πλευράς κυβέρνησης Μπάιντεν και παραχωρήσεις από πλευράς Άγκυρας για να ανάψει το πράσινο φως και να συναινέσει.

Κι αυτό προς το παρόν μοιάζει δύσκολο εκτός εάν η Τουρκία η οποία επιθυμεί τα F-16 εδώ και μήνες ενδώσει, τελικά, στους όρους Μενέντεζ και λοιπών γερουσιαστών και βουλευτών που δεν βλέπουν με καθόλου καλό μάτι τη συνολική στάση της χώρας ως σύμμαχο.

Πηγή: skai.gr