Tο δεύτερο ανοικτό μέτωπο της Ρωσίας είναι στην Αφρική

Τα σχέδια της Μόσχας για επέκταση της επιρροής της στην «μαύρη ήπειρο» προχωρούν με αργούς ρυθμούς, καθώς το εκεί περιβάλλον παραμένει εξαιρετικά ασταθές

Πριν από ένα περίπου χρόνο ο θάνατος του Γιεβγκένι Πριγκόζιν δεν άφηνε μόνο πολλές απορίες για τα αίτια της πτώσης του αεροπλάνου που τον μετέφερε. Το μεγαλύτερο ερώτημα αφορούσε το μέλλον και την ηγεσία του ιδιωτικού του στρατού, της ομάδας Βάγκνερ, η οποία αποτελούσε την αιχμή του δόρατος της επεκτατικής πολιτικής της Μόσχας στην Αφρική και κυρίως στη ζώνη του Σαχέλ.

Τα τελευταία χρόνια Ρώσοι στρατιωτικοί και παραστρατιωτικοί εκμεταλλεύτηκαν την αναταραχή στη συγκεκριμένη περιοχή, όταν στρατιωτικοί δικτάτορες με πρόσχημα την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών προχώρησαν σε πραξικοπήματα και πήραν την εξουσία σε Μαλί, Μπουρκίνα Φάσο, Νίγηρα και έδιωξαν τις γαλλικές και άλλες δυτικές δυνάμεις, που βρίσκονταν στην περιοχή. Ρώσοι εκπαιδευτές έφτασαν σε όλες αυτές τις χώρες μαζί με βοήθεια σε στρατιωτικό υλικό.

Στον έλεγχο του Κρεμλίνου

Αυτό ήταν μια νίκη της Μόσχας απέναντι στους Δυτικούς, ειδικά απέναντι στους Γάλλους, που παραδοσιακά είχαν την κυριαρχία στην περιοχή και ουσιαστικά αναγκάστηκαν σε άτακτη υποχώρηση, κάτι που στον γαλλικό Τύπο αξιολογήθηκε και ως γεωπολιτική ήττα για τον πρόεδρο Μακρόν. Ο θάνατος του Πριγκόζιν «απαντήθηκε» τάχιστα από το Κρεμλίνο, με την διευκρίνιση ότι οι όποιες ρωσικές δυνάμεις στην περιοχή θα περάσουν απευθείας στη δικαιοδοσία του ρωσικού Υπουργείου Άμυνας. Πηγές του τελευταίου έκαναν λόγο για σχέδια ανάπτυξης μέχρι και 40.000 στρατιωτών στην περιοχή, με στόχο να εδραιώσουν εκεί τον ρωσικό έλεγχο, στο πλαίσιο ενός «Αφρικανικού Σώματος».

Οι αισιόδοξες αυτές δηλώσεις δεν μπόρεσαν πάντως να κρύψουν μια εικόνα αρχικής αποδιοργάνωσης των εκεί δυνάμεων και της «αυτονόμησης» κάποιων στελεχών της Βάγκνερ, που συνέχισαν να φορούν τις στολές της και να λειτουργούν συχνά αυτοβούλως. Επιπροσθέτως προέκυπτε και το ερώτημα, αν η Ρωσία που συνεχίζει να βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση στην Ουκρανία μπορεί να διαθέσει τα μέσα και το προσωπικό για αυτό το «δεύτερο μέτωπο» με τους Δυτικούς.

Μια οδυνηρή ήττα

Η μεγαλύτερη δύναμη στάλθηκε αρχικά στο Μαλί και ενεπλάκη σε αιματηρές συγκρούσεις, συχνά με μεγάλες απώλειες. Το πιο χαρακτηριστικό περιστατικό συνέβη στα τέλη του περασμένου Ιουλίου, όταν 80 Ρώσοι στρατιωτικοί σκοτώθηκαν στο βόρειο Μαλί σε σύγκρουση με τους σκληροτράχηλους μαχητές της φυλής των Τουαρέγκ, οι οποίοι συχνά συνεργάζονται με ομάδες τζιχαντιστών εναντίον των κυβερνήσεων της περιοχής. Το περιστατικό αυτό έσπευσε μάλιστα να εκμεταλλευτεί πολιτικά το Κίεβο, ισχυριζόμενο ότι οι ουκρανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν τροφοδοτήσει τους αντάρτες με πληροφορίες για τις θέσεις των Ρώσων, βοηθώντας τους έτσι να αιφνιδιάσουν τον αντίπαλο.

Μπορεί οι πληροφορίες αυτές να μην επαληθεύτηκαν, αλλά επιβεβαιώνουν τη σημασία που έχουν οι εξελίξεις στην περιοχή για πολλούς ξένους «παίκτες». Για τη Δύση κάθε εμπόδιο στη ρωσική στρατηγική να θέσει την περιοχή υπό τον πλήρη έλεγχό της είναι προφανώς καλοδεχούμενο. Και αποτελούν φυσικά και ένα πλήγμα στο κύρος του Πρόεδρου Βλάντιμιρ Πούτιν. Το αρχικό ρωσικό σχέδιο για εκτόπιση των τζιχαντιστών αποδεικνύεται υπερβολικά αισιόδοξο, με εξαίρεση κάποιες επιτυχίες στο κεντρικό Μαλί. Στην Μπουρκίνα Φάσο και στο Νίγηρα υπάρχουν αυτή τη στιγμή απλώς περί τους 100 Ρώσους στρατιωτικούς που περιορίζονται σε ρόλο εκπαιδευτών.

Ασταθές πλαίσιο

Το πρόβλημα για τη Μόσχα είναι διπλό. Από τη μια συνεργάζεται με κυβερνήσεις που βασίζονται στη βία και στην τρομοκρατία, δεν έχουν απαραιτήτως ευρύ λαϊκό έρεισμα και κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να πέσουν και αυτές θύματα ενός νέου πραξικοπήματος μιας άλλης ομάδας. Από την άλλη η Ρωσία δεν έχει κατορθώσει να εισχωρήσει οικονομικά και εμπορικά στην περιοχή στο βαθμό που θα το ήθελε, έτσι ώστε να δημιουργήσει μια ταύτιση ή διαπλοκή συμφερόντων με τους τοπικούς ηγεμόνες.

Οι εμπορικές συναλλαγές της Μόσχας με την αφρικανική ήπειρο αντιστοιχούν μόλις στο 5% των αντίστοιχων ευρωπαϊκών. Αυτό ενισχύει «φυγόκεντρες τάσεις», με ενδεικτικό το παράδειγμα της Δημοκρατίας της Κεντρικής Αφρικής, που παραδοσιακά βρισκόταν υπό την ρωσική ομπρέλα και εσχάτως δείχνει να ανταποκρίνεται στο φλερτ του προέδρου Μακρόν.

Η ρωσική πλευρά απαντά με την προσπάθεια να βρει στηρίγματα σε άλλες χώρες, όπου διατηρείται η παρουσία Γάλλων και Αμερικανών, όπως το γειτονικό του Νίγηρα Τσαντ. Τα επιμέρους μέτωπα αυτής της αντιπαράθεσης με τη Δύση είναι πολλά, το περιβάλλον εξαιρετικά ρευστό και οι εκπλήξεις κάθε άλλο παρά σπάνιες. Καμιά από τις δύο πλευρές δεν προτίθεται να παραδώσει αμαχητί την Αφρική, τη στιγμή μάλιστα που και το Πεκίνο έχει επεκτείνει σημαντικά τις δραστηριότητές του εκεί, με όπλο επενδύσεις δισεκατομμυρίων. Η συνέχεια αναμένεται - τουλάχιστον από δημοσιογραφικής πλευράς - συναρπαστική…

Πηγή: Deutsche Welle