Την περασμένη Παρασκευή (15 Δεκεμβρίου) εκπρόσωπος του ισραηλινού στρατού ανακοίνωσε πως κατά τη διάρκεια μάχης μεταξύ στρατιωτών και της Χαμάς, Ισραηλινοί σκότωσαν κατά λάθος τρεις εκ των ομήρων της Χαμάς, τους οποίου λανθασμένα θεώρησαν ως απειλή.
Το εν λόγω περιστατικό δείχνει «πόσο τεταμένη και φορτισμένη είνα η κατάσταση στην πραγματικότητα του πολέμου – όπως και ότι οι διαβεβαιώσεις πως γίνεται το παν για την προστασία των αμάχων δεν ευσταθούν ιδιαίτερα», παρατηρεί το Γερμανικό Δημοσιογραφικό Δίκτυο (RND). Ταυτοχρόνως όμως καθίσταται σαφές και το εξής: «η ισραηλινή χερσαία επίθεση στη Γάζα δεν μπορεί να συνεχιστεί με τον τρόπο που εκτελείται μέχρι τώρα».
Ήδη «στο εξωτερικό η υποστήριξη προς το Ισραήλ περιορίζεται σημαντικά μέρα με τη μέρα». Ωστόσο, τώρα αυξάνεται δραματικά και η πίεση στο εσωτερικό της χώρας. Γι' αυτό και «ο ισραηλινός στρατός και η κυβέρνηση χρειάζονται άμεσα μία νέα τακτική – και μία ανάλογη, μακροπρόθεσμη στρατηγική» - η οποία κατά βάση θα αφορά τον περιορισμό των μαζικών εναέριων επιθέσεων και τη διεξαγωγή περισσότερο στοχευμένων χερσαίων επιχειρήσεων εναντίον των μαχητών της Χαμάς. Φυσικά, μία αλλαγή τακτικής «δεν αναμένεται να επιλύσει τη σύγκρουση, θα μπορούσε όμως να την περιορίσει».
Η Stuttgarter Zeitung γράφει από την πλευρά της: «Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου φαίνεται πως είναι πολύ αδύναμος για να περιορίσει τον πόλεμο σε ένα πιο μετρημένο πλαίσιο και να προετοιμάσει ένα πολιτικό τέλος. Πολύ αδύναμος για να διακινδυνεύσει τη δική του πολιτική καριέρα, πολύ αδύναμος για να επιβληθεί μέσα στον ριζοσπαστικό και μερικώς ρατσιστικό συνασπισμό του και πολύ αδύναμος για να αντιμετωπίσει το τραύμα της ισραηλινής κοινωνίας με άλλον τρόπο πέραν των αντιποίνων».
Η γερμανική εφημερίδα επισημαίνει ακόμη πως «το Ισραήλ θα πρέπει να προσέχει περισσότερο κατά τις μάχες στο νότιο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας όπου κατοικούν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες. Διότι κάθε νέο θύμα μειώνει τις πιθανότητες για ειρήνη μετά τον πόλεμο. Τότε η Χαμάς δεν θα είναι πλέον σε θέση να κυβερνήσει ούτως ή άλλως. Καμία τρομοκρατική οργάνωση δεν μπορεί όμως να καταστραφεί στρατιωτικά. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να πετύχει μονάχα η πολιτική».
Αυξάνονται οι πιέσεις και στο εσωτερικό
«Η πίεση αυξάνεται από όλες τις πλευρές για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου», σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung. «Ο πόλεμος που κρατάει εβδομάδες αφήνει τα σημάδια του ακόμη και σε έναν πολιτικό όπως ο Νετανιάχου, ο οποίος έχει κρατηθεί στην εξουσία επί 16 χρόνια με κάθε είδους τεχνάσματα. Πώς όμως μπορεί να εξηγήσει στους συμπατριώτες του μία τραγωδία όπως αυτή που έλαβε χώρα την περασμένη Παρασκευή;»
Την επομένη των θανάτων των τριών ομήρων πραγματοποιήθηκαν στο Τελ Αβίβ μαζικές διαδηλώσεις, διατυπώνοντας αιτήματα «τα οποία ο Νετανιάχου δεν μπορεί να απορρίψει τόσο εύκολα όσο εκείνα στο εξωτερικό. "Μην τους σκοτώνετε”, είναι το νέο σύνθημα των συγγενών όσων εξακολουθούν να κρατούνται όμηροι. Το σύνθημα αυτό, ως κάλεσμα προς τον ίδιο τον στρατό τους, αντανακλά την περιορισμένη εμπιστοσύνη που έχουν πολλοί Ισραηλινοί προς τις ένοπλες δυνάμεις τους – όπως και την απώλεια του αισθήματος της ασφάλειας», καταλήγει η SZ.
Γερμανοί οπαδοί εναντίον επενδυτών
Πριν από λίγες ημέρες η Γερμανική Ποδοσφαιρική Λίγκα (DFL) συμφώνησε να ξεκινήσει συνεργασία με έναν ιδιώτη επενδυτή για τις επόμενες δύο δεκαετίες. Η συγκεκριμένη απόφαση προκάλεσε την οργή των οπαδών των ομάδων της πρώτης και δεύτερης κατηγορίας, οι οποίοι παρέμειναν σιωπηλοί κατά τα πρώτα 12 λεπτά των αναμετρήσεων του περασμένου Σαββατοκύριακου ως ένδειξη διαμαρτυρίας – σε πολλά γήπεδα πέταξαν και αντικείμενα στον αγωνιστικό χώρο, από σοκολατένια κέρματα μέχρι καπνογόνα.
«Κατά την πανδημία φάνηκε πως η Μπούντεσλιγκα δεν υφίσταται χωρίς εκείνους που δημιουργούν την ατμόσφαιρα στα γήπεδα», σχολιάζει το RND. «Το ποδόσφαιρο έχασε το κοινό του και μετατράπηκε σε ένα αποστειρωμένο τηλεοπτικό προϊόν. Υπάρχει όμως και μία μπανάλ θέση την οποία συμμερίζεται η πλειοψηφία: ότι στον παγκόσμιο αγώνα για επιτυχίες, κύρος και μερίδια από την αγορά, το γερμανικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο είναι εξίσου χαμένο δίχως τα επιπλέον χρήματα ενός επενδυτή. Το πρόβλημα είναι ότι το γερμανικό ποδόσφαιρο εξαρτάται και από τους οπαδούς, και από τα χρήματα». Ωστόσο, όπως αναγνωρίζει το γερμανικό δίκτυο, το γεγονός ότι οι οπαδοί δεν θέλουν αυτά τα λεφτά, φοβούμενοι για τον κανόνα του 50+1 που ισχύει στις γερμανικές επαγγελματικές κατηγορίες, «είναι κατανοητό: κανείς δεν μπορεί να θέλει να εξαρτάται η αγαπημένη του ομάδα από τις διαθέσεις ενός χρηματοδότη».
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung συμφωνεί ως προς τα οφέλη που μπορεί να αποφέρει η συνεργασία με έναν επενδυτή: «Σίγουρα αυτή η εξέλιξη δεν προμηνύει το τέλος του ποδοσφαίρου. Ο φόβος πως αυτό θα προκαλέσει μακροπρόθεσμα ακόμη περισσότερες αλλαγές […] είναι κατανοητός, όμως αλλαγές θα μπορούσαν να επέλθουν και χωρίς επενδυτές. Εάν οι οπαδοί θέλουν να δείξουν την επιρροή τους, πρέπει να λάβουν πιο δραστικά μέτρα από το να πετάνε σοκολατένια κέρματα. Πρέπει να κάτσουν σπίτι. Δεν έχουν άλλη επιλογή. Ένα προϊόν το οποίο δεν το θέλει ο καταναλωτής, είτε αλλάζει είτε εξαφανίζεται από την αγορά».
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.