ΚΑΙΡΟΣ

Ρομάν Προτάσεβιτς: Από την Αθήνα στην κόλαση – Ποιος είναι ο άνθρωπος που φοβάται ο Λουκασένκο

Από την Αθήνα στην κόλαση… O Ρομάν Προτάσεβιτς ταξίδευε από την Αθήνα στην πρωτεύουσα της Λιθουανίας, την Βίλνιους, όταν το αεροσκάφος στο οποίο επέβαινε υποχρεώθηκε να προσγειωθεί στο Μινσκ, όπου και συνελήφθη, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η ζωή του.

Ο ακτιβιστής ήταν μέλος της αντιπροσωπείας της ηγέτιδας της Λευκορωσικής Αντιπολίτευσης Σβετλάνα Τιχανόφσκαγια, η οποία είχε συμμετάσχει στο Φόρουμ των Δελφών. Ο 26χρονος δημοσιογράφος θεωρεί ότι θα δολοφονηθεί επειδή εξέφρασε δημοσίως την αντίθεσή του στον Λουκασένκο.

Μέχρι την σύλληψή του ο Προτάσεβιτς ήταν αρχισυντάκτης ενός λευκορωσικού πολιτικού μέσου που φιλοξενείται στην εφαρμογή επικοινωνίας για κινητά Telegram. Το Belamova έχει περίπου 250.000 συνδρομητές.

Ο 26χρονος εργαζόταν προηγουμένως για την υπηρεσία ειδήσεων, NEXTA, με έδρα την Πολωνία, που πέρυσι μετέδιδε εικόνες από τις διαμαρτυρίες κατά του προέδρου της Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο. Βρίσκεται στην εφαρμογή Telegram και διαθέτει πάνω από ένα εκατομμύριο συνδρομητές.

Το κανάλι είναι ανοιχτά εχθρικό προς τον Λουκασένκο, οι αντίπαλοι του οποίου έχουν στο παρελθόν απαχθεί και δολοφονηθεί. Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη μετάδοση των τεράστιων διαδηλώσεων διαμαρτυρίας κατά του Λουκασένκο το 2020, μια περίοδο που ήταν δύσκολο για τα ξένα μέσα ενημέρωσης να το πράξουν.

Οι διαδηλώσεις αυτές είχαν προκληθεί από την οργή για το νοθευμένο εκλογικό αποτέλεσμα των προεδρικών, όπως καταγγέλλει η αντιπολίτευση, κάτι το οποίο αρνείται ο Λουκασένκο.

Τα σοκαριστικά πλάνα που μετέδιδε έδειχναν την βαρβαρότητα της αστυνομίας στις επιχειρήσεις καταστολής των διαδηλώσεων έπειτα από τις αμφισβητούμενες εκλογές της 9ης Αυγούστου του 2020.

Όταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι είχαν βγει στους δρόμους για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στο απολυταρχικό αυτό καθεστώς, το κράτος είχε απαντήσει με χρήση υπερβολικής βίας.

Οι δυνάμεις ασφαλείας της Λευκορωσίας είχαν συλλάβει αυθαιρέτως χιλιάδες ανθρώπους και είχαν υποβάλει εκατοντάδες σε βασανιστήρια και κακοποίηση, όπως καταγγέλλει η ΜΚΟ Human Rights Watch. Τα θύματα περιγράφουν ξυλοδαρμούς, ηλεκτροσόκ, βασανιστήρια και τουλάχιστον σε μια περίπτωση βιασμό. Υπέστησαν σοβαρούς τραυματισμούς: σπασμένα οστά, σπασμένα δόντια, πληγές στο δέρμα, εγκαύματα, ελαφρές εγκεφαλικές κακώσεις και σε κάποιες περιπτώσεις ζημιές στα νεφρά, σύμφωνα με τις καταγγελίες της οργάνωσης.

Όπως μετέδωσε το Euro Radio, στις αρχές του 2010 ο Προτάσεβιτς ήταν ένας νεαρός ακτιβιστής.

Έχει συλληφθεί πολλές φορές, μια από αυτές το 2011 στις "σιωπηλές διαδηλώσεις".
Έχει επίσης διωχθεί από το τμήμα Δημοσιογραφίας του Κρατικού Πανεπιστημίου Λευκορωσίας.

Το Νοέμβριο του 2020 ο Προτάσεβιτς δημοσίευσε στο Twitter ένα αντίγραφο του επίσημου καταλόγου των λευκορωσικών αρχών με τους τρομοκράτες, στον οποίο περιλαμβανόταν και το όνομά του.

Στον κατάλογο αυτόν αναφερόταν ότι ο Προτάσεβιτς κατηγορείται για διοργάνωση μαζικών διαδηλώσεων την περίοδο που εργαζόταν στην Nexta.

Ο Προτάσεβιτς κατηγορείται επίσης για διατάραξη της δημόσιας τάξης και υποκίνηση μίσους.

Ο ίδιος θεωρεί τις κατηγορίες, οι οποίες μπορεί να τον οδηγήσουν στη φυλακή για τουλάχιστον 15 χρόνια, αδικαιολόγητη πολιτική καταστολή.

Τον Ιανουάριο του 2020 ζήτησε άσυλο στην Πολωνία έπειτα από πιέσεις που δεχόταν από τις δυνάμεις ασφαλείας. Όπως έλεγε τότε, "δεν μπορούσαν να τον αγνοήσουν οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου καθώς μιλούσε ενεργά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης".

Θεωρούσε ότι παρακολουθούνταν το κινητό του τηλέφωνο όσο βρισκόταν στη Λευκορωσία, αλλά παρακολουθούνταν και ο ίδιος. "Αντιλήφθηκα ότι το πιθανότερο είναι απλώς τώρα να περιμένουν κάτι και έπειτα υπάρχει κάθε ευκαιρία να φυλακιστώ", έλεγε.

Αφού εγκαταστάθηκε ο ίδιος στην Πολωνία το 2019 λόγω της πίεσης που δεχόταν από τις αρχές, έστειλε αργότερα και τους γονείς του εκεί καθώς στη Λευκορωσία παρακολουθούνταν και εκείνοι, όπως είχε γράψει ο ίδιος στο Twitter.

Αργότερα όμως εγκαταστάθηκε στο Βίλνιους, την πρωτεύουσα της Λιθουανίας, όπου έχει καταφύγει και η Σβετλάνα Τιχανόφσκαγια.
 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ