ΚΑΙΡΟΣ

Πολωνία-ΗΠΑ: Η Βαρσοβία και ο «Μεγάλος Αδελφός»

Η πολιτική συνίσταται και από ανέκδοτα. Ένα τέτοιο ανέκδοτο χρονολογείται από το 1994. Ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον επισκεπτόταν την Πολωνία. Μια χώρα που εκείνη την εποχή δεν ήταν μέλος ούτε της ΕΕ ούτε το ΝΑΤΟ και μόλις πριν λίγο καιρό έβρισκε τον δημοκρατικό βηματισμό της. Οι δημοσιογράφοι διαγκωνίζονταν για μια συνέντευξη με τον πρόεδρο. Σε μια στιγμή ευνοϊκής συγκυρίας ένας δημοσιογράφος καταφέρνει να φωνάξει μίαν ερώτηση στον Κλίντον, σε στοιχειώδη αγγλικά: «Mister President, Poland okay?» Και η απάντηση: «Okay!».

Αυτό που προκαλεί πλέον μόνιμο γέλιο μεταξύ των δημοσιογράφων, αλλά ταυτόχρονα έκανε και συναδέλφους να ζηλέψουν που δεν μπόρεσαν να πλησιάσουν τον ίδιο τον πρόεδρο, μπορεί επίσης να θεωρηθεί μοτίβο για τα χρόνια πολωνοαμερικανικών σχέσεων μετά την αλλαγή. Είναι μία στροφή, όχι πάντα εύκολη, στον λεγόμενο «Μεγάλο Αδελφό». Σχεδόν 3 δεκαετίες αργότερα κανείς δεν έχει διάθεση για γέλιο. Η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία κλείνει 4 εβδομάδες και η φρίκη σε τμήματα της Ευρώπης για όσα συμβαίνουν είναι μεγάλη. Ακόμη και οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να σηκώσουν τη σημαία και να υπερασπιστούν «κάθε ίντσα» του νατοϊκού εδάφους, όπως υποστήριξε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν.

Νέο κεφάλαιο

Η Πολωνία έγινε κράτος πρώτης γραμμής και την επισκέφθηκαν σε τακτά διαστήματα 4 σημαντικοί πολιτικοί των ΗΠΑ: Εκτός από τον Μπλίνκεν, ο υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν, η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις και τώρα ο ίδιος ο πρόεδρος Μπάιντεν. «Το ταξίδι Μπάιντεν στην Πολωνία θα μπορούσε να διαμορφώσει την προεδρία του, όπως συνέβη με τον Τζον Κένεντι ή τον Ρόναλντ Ρέιγκαν» είπε αυτές τις ημέρες ο πρώην Αμερικανός πρέσβης Ντάνιελ Φριντ στον ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό TVN24. «Είναι παρόμοιο με τον Ρούσβελτ και τον Τσώρτσιλ που συναντήθηκαν πριν οι ΗΠΑ μπουν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο». Σύμφωνα με τον Φριντ η Πολωνία και οι ΗΠΑ δεν είναι σύμμαχοι στη θεωρία, αλλά σε μια πραγματική εμπόλεμη κατάσταση. Σε αυτό το πλαίσιο πολλές πτυχές που διαμόρφωσαν τις διμερείς σχέσεις ξαφνικά φαίνεται σαν να προέρχονται από άλλη εποχή. Ζητήματα ασφαλείας υπερισχύουν πλέον των πάντων.

«Η Πολωνία θα αναλάβει το ρόλο της Γερμανίας επί Ψυχρού Πολέμου» υποστηρίζει ο Μίχαελ Μπαρανόφσκι, διευθυντής του γραφείου German Marschal Plan στη Βαρσοβία. Πρόκειται για αμερικανικό ίδρυμα προώθησης των διατλαντικών σχέσεων. Ο Μπαρανόφκσι κάνει λόγο για ένα «νέο κεφάλαιο» μετά από τον πρώτο χρόνο προεδρίας Μπάιντεν που χαρακτηρίστηκε από πολλά σκαμπανεβάσματα, όπου οι αρνητικές εξελίξεις ήταν περισσότερες από τις θετικές πτυχές. Στην Ουάσιγκτον δεν πέρασε απαρατήρητο ότι ο Πολωνός πρόεδρος Αντρέι Ντούντα καθυστέρησε να συγχαρεί τον Μπάιντεν για την εκλογική του νίκη. Τη ώρα που άλλοι ήδη έστελναν συγχαρητήρια μετά τις προβλέψεις των μεγάλων αμερικανικών δικτύων, ο Ντούντα, ο οποίος επιδίωξε στενή σχέση με τον προκάτοχο του Μπάιντεν, τον Ντόναλντ Τραμπ, τον συνεχάρη για μια «επιτυχημένη προεδρική εκστρατεία». Τα πραγματικά συγχαρητήρια από το πολωνικό προεδρικό μέγαρο ακολούθησαν αφότου ψήφισε το σώμα των εκλεκτόρων.

Οι σχέσεις Ουάσιγκτον-Βαρσοβίας είχαν επιδεινωθεί πολύ, όταν η Βουλή ψήφισε νόμο τέλος του 2021 για ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις του σταθμού TVN24 αμερικανικής ιδιοκτησίας. Εκπλήσσοντας πολλούς, ο πρόεδρος Ντούντα άσκησε βέτο στον νόμο. Την εποχή εκείνη οι πολωνοαμερικανικές σχέσεις ήταν ήδη τεταμένες από τη συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και ΗΠΑ για τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2, που ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2021. Τότε οι ΗΠΑ είχαν αποδεχθεί να τεθεί σε λειτουργία. Η πολωνική κυβέρνηση έδειξε κατάπληξη. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για αγανάκτηση. Αλλά επί προεδρίας Τραμπ φάνηκε ότι η Πολωνία αναδείχθηκε στον πιο σημαντικό αμερικανικό εταίρο στην ευρωπαϊκή ήπειρο.

Έλλειψη ισότιμων σχέσεων

Επί χρόνια η Πολωνία θεωρείται μια άκρως φιλοαμερικανική χώρα, προκαλώντας οργή στην Ευρώπη και αυτό όχι μόνο κατά την θητεία του Τζορτζ Μπους του νεότερου. Πολλοί Γερμανοί δεν νιώθουν καμιά κατανόηση για τη συμπάθεια που δείχνουν οι Πολωνοί στις ΗΠΑ τα τελευταία 30 χρόνια. «Πολλοί Γερμανοί έχουν ελάχιστη κατανόηση γι αυτό» λέει στη DW ο Γιάνους Ράιτερ, πρώην διπλωμάτης. «Ελπίζω ότι δεν υπάρχει πλέον πρόβλημα μεταξύ Πολωνίας και Γερμανίας για τις ΗΠΑ, γιατί νομίζω ότι όποιος έχει πραγματικά τα μάτια του ανοιχτά και βλέπει και ακούει τι συμβαίνει, πρέπει να καταλάβει ότι για εμάς, στην Ευρώπη, η θέση μας χωρίς τις ΗΠΑ θα ήταν χειρότερη». Κατά τον Ράιτερ στην Πολωνία, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε χώρες όπως η Γερμανία, υπάρχει στοιχειώδης εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ ως κράτος, ανεξάρτητα από το ποιος είναι κάθε φορά ο πρόεδρος.

Αν και, όπως προσθέτει ο πρώην διπλωμάτης, αυτό δεν συνέβαινε πάντα επί Ομπάμα, ο οποίος ήταν πολύ δημοφιλής στη Γερμανία. «Υπήρχε ο φόβος ότι ο Ομπάμα δεν θα έδινε την πρέπουσα προσοχή σε θέματα ασφάλειας και μάλιστα θα μπορούσε ακόμη και παραχωρήσεις να κάνει στη Ρωσία. Αυτό δεν επιβεβαιώθηκε, αλλά υπήρχε μια φάση που οι σχέσεις ΗΠΑ - Πολωνίας ήταν και σε ανθρώπινο επίπεδο ψυχρές». Σε τέτοιες φάσεις στο επίκεντρο βρισκόταν η λανθάνουσα κατηγορία της ασυμμετρίας στις διμερείς σχέσεις, η έλλειψη ισότιμων σχέσεων. Σύμφωνα με τον Μπαρανόφκσι, οι τελευταίες εβδομάδες απετέλεσαν παράδειγμα για το πώς αυτή η ασυμμετρία δοκιμάζεται τώρα από μια Πολωνία που συνειδητοποιεί την αυξανόμενη σημασία της. Επίκαιρη αφορμή είναι η σύγχυση γύρω από την παράδοση πολωνικών μαχητικών αεροσκαφών MiG-29 από πολωνικά αποθέματα στην Ουκρανία.

Ένα βήμα που η Βαρσοβία απέφυγε, γιατί θα μπορούσε να θεωρηθεί ως είσοδος της στον πόλεμο. «Υπήρξαν πιέσεις από τμήμα της αμερικανικής κυβέρνησης και η Πολωνία αντέδρασε δημόσια και χωρίς προηγούμενη συνεννόηση», λέει ο Μπαρανόφκσι. Η Πολωνία προσφέρθηκε να παραδώσει τα μαχητικά αεροσκάφη στους Αμερικανούς, αλλά το Πεντάγωνο αρνήθηκε. «Από την αμερικανική οπτική γωνία η Πολωνία αποδείχθηκε απρόβλεπτος εταίρος, που μεταφέρει συγκρούσεις στον έξω κόσμο, αντί να τις επιλύει κεκλεισμένων των θυρών», συμπεραίνει ο Μπαρανόφσκι. «Η ανισορροπία στις σχέσεις των δύο χωρών θα γίνει ακόμη πιο εμφανής, γιατί η Πολωνία έγινε μεν πιο σημαντική για τις ΗΠΑ, αλλά από την άλλη οι ΗΠΑ έχουν αποκτήσει υπαρξιακή σημασία για την Πολωνία».

Πηγή: DW / Μαγκνταλένα Γκοβτς-Παλοκάτ / Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου