Οδηγός για τις αμερικανικές εκλογές 2024: Όσα πρέπει να γνωρίζετε στο παρά πέντε της αναμέτρησης

Αριζόνα, Τζόρτζια, Μίσιγκαν, Νεβάδα, Βόρεια Καρολίνα, Πενσιλβάνια και Ουισκόνσιν είναι οι πολιτείες που θεωρούνται κρίσιμες για το εκλογικό αποτέλεσμα

Της Αθηνάς Παπακώστα

Μία και σήμερα μέχρι τη μητέρα των μαχών, τις προεδρικές εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

Αύριο, Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, όσοι Αμερικανοί ψηφοφόροι δεν έχουν ασκήσει ήδη το εκλογικό τους δικαίωμα μέσω της επιστολικής ψήφου, θα προσέλθουν στις κάλπες.

Στόχος η εκλογή προέδρου, ο οποίος θα διοικεί ένα έθνος περισσότερων από 330 εκατομμυρίων κατοίκων. Ωστόσο, η εκλογή του θα εξαρτηθεί από μερικές δεκάδες χιλιάδες ψηφοφόρους, ένα μικρό κλάσμα πληθυσμού, σε μία σειρά από Πολιτείες και για την ακρίβεια σε μόλις επτά από τις συνολικά 50.

Αριζόνα, Τζόρτζια, Μίσιγκαν, Νεβάδα, Βόρεια Καρολίνα, Πενσιλβάνια και Ουισκόνσιν αντιπροσωπεύουν τις επονομαζόμενες Πολιτείες - Κλειδιά ή Αμφίρροπες Πολιτείες, επειδή ανά εκλογική αναμέτρηση αλλάζουν χέρια και για την ακρίβεια πολιτικό στρατόπεδο με αποτέλεσμα να εναλλάσσονται μεταξύ των Ρεπουμπλικανών και των Δημοκρατικών. Γι’ αυτό τον λόγο θεωρούνται κρίσιμες για το εκλογικό αποτέλεσμα και την ανάδειξη του νικητή.

Πώς είναι δυνατόν, θα σκεφτεί κανείς, το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών να κριθεί από μία χούφτα ανθρώπους και Πολιτείες και όχι, μόνο, από τη λαϊκή ψήφο, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα για παράδειγμα;

Ας πάρουμε, τα πράγματα με τη σειρά.

Στο αμερικανικό εκλογικό σύστημα υπάρχει ένα φίλτρο ανάμεσα στη λαϊκή ψήφο και την τελική ανάδειξη του νικητή. Πρόκειται για ένα ενδιάμεσο στάδιο, αυτό του πολιτικού θεσμού των εκλεκτόρων ή Εκλεκτορικό Κολλέγιο.

Το απαρτίζουν 538 εκλέκτορες, οι οποίοι ορίζονται ανά Πολιτεία με βάση την εκπροσώπηση αυτής στη Γερουσία (δύο γερουσιαστές ανά Πολιτεία) αλλά και στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Η κατανομή τους γίνεται με βάση τον πληθυσμό της κάθε Πολιτείας.

Ο υποψήφιος που κερδίσει την πλειοψηφία των ψήφων σε κάθε Πολιτεία κερδίζει το σύνολο των εκλεκτορικών θέσεων αυτής, ακόμη κι αν η διαφορά είναι μία ψήφος (σύστημα the winner takes it all). Εξαίρεση αποτελούν η Νεμπράσκα και το Μέιν όπου οι ψήφοι κατανέμονται αναλογικά.

Για να εξασφαλίσει κανείς το μαγικό εισιτήριο για τον Λευκό Οίκο θα πρέπει να έχει τουλάχιστον 270 εκλέκτορες. Αυτό σημαίνει ότι ένας υποψήφιος μπορεί να κερδίσει τη λαϊκή ψήφο σε εθνικό επίπεδο, ωστόσο εάν δεν έχει την πλειοψηφία των εκλεκτόρων τότε μπορεί να μείνει εκτός του Οβάλ Γραφείου. Όπως ακριβώς και συνέβη το 2016 με τη Χίλαρι Κλίντον που έλαβε σχεδόν τρία εκατομμύρια ψήφους περισσότερες από τον Ντόναλντ Τραμπ o όποιος κέρδισε το Εκλεκτορικό Κολλέγιο με 304 ψήφους.

Μέχρι στιγμής, εάν στις «ασφαλείς» Πολιτείες εάν όλα κυλήσουν, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, η υποψηφία των Δημοκρατικών και αντιπρόεδρος της χώρας, Κάμαλα Χάρις, φαίνεται πως μετρά 226 «σίγουρες» εκλεκτορικές ψήφους με τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών και τέως πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ να μετρά «σίγουρες» 219. Αυτό σημαίνει ότι οι δύο προεδρικοί υποψήφιοι θα κονταροχτυπηθούν για τις τουλάχιστον 93 εκλεκτορικές ψήφους που περισσεύουν και το βλέμμα στρέφεται αυτομάτως στις Πολιτείες – Κλειδιά που θα ξεκλειδώσουν και τον νικητή της αναμέτρησης.

Η Αριζόνα δίνει 11 εκλεκτορικές ψήφους. Συνορεύει με το Μεξικό και συνεπώς σε αυτή επίκεντρο της συζήτησης έχει καταστεί το μεταναστευτικό. Μεγάλο θέμα – κριτήριο για την ψήφο αποτελεί, επίσης, και το ζήτημα των αμβλώσεων. Η Αριζόνα μετρά 7.39 εκατομμύρια κατοίκους, όσους δηλαδή μετρά και το Χονγκ Κονγκ. Σε αυτή ένας στους τέσσερις ψηφοφόρους είναι Λατίνοι και στις προεδρικές εκλογές το 2020 πέρασε στα χέρια των Δημοκρατικών με 10.000 ψήφους διαφορά.

Η Τζόρτζια δίνει 16 εκλέκτορες και μετρά πληθυσμό ίσο με εκείνον της Κούβας. Το βλέμμα όλων στρέφεται εδώ έπειτα από τη μη αναμενόμενη νίκη του Μπάιντεν το 2020 με 13.000 ψήφους διαφορά. Κατά τους αναλυτές ο Ντόναλντ Τραμπ πρέπει πάση θυσία να κερδίσει στη Τζόρτζια για να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο. Αντιθέτως, για την Κάμαλα Χάρις η Τζόρτζια δεν είναι τόσο σημαντική, για να γίνει η επόμενη πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Ωστόσο, εάν αποτύχει σε άλλες υπόλοιπες Πολιτείες – Κλειδιά, η Τζόρτζια θα καταλήξει να είναι κρίσιμης σημασίας για την υποψηφία των Δημοκρατικών.

Η Νεβάδα δίνει μόλις 6 εκλεκτορικές ψήφους και ο πληθυσμός της είναι ανάλογος με εκείνον της πρωτεύουσας της Ουκρανίας, Κίεβο, δηλαδή περίπου 3,1 εκατομμύρια κάτοικοι. Οι Δημοκρατικοί κέρδισαν σε αυτή το 2020, ωστόσο στη φετινή εκλογική αναμέτρηση τα σημάδια υπέρ των Ρεπουμπλικανών πληθαίνουν με την οικονομία να παραμένει το πιο βασανιστικό θέμα για τους ψηφοφόρους της.

Η Βόρεια Καρολίνα δίνει 16 εκλέκτορες και έχει ίδιο αριθμό κατοίκων με εκείνον της Ονδούρα, δηλαδή 10,7 εκατομμύρια. Πρόκειται για τη μοναδική αμφίρροπη Πολιτεία την οποία κέρδισε ο Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές το 2020, αλλά με μόλις 74.000 ψήφους διαφορά, γεγονός το οποίο, στη φετινή εκλογική αναμέτρηση, γεννά ελπίδες στους Δημοκρατικούς.

Το Μίσιγκαν δίνει 15 εκλέκτορες. Έχει περίπου τον ίδιο πληθυσμό με την Ελλάδα μετρώντας 10 εκατομμύρια κατοίκους. Το 2016 βοήθησε τον Τραμπ στην πορεία του για τον Λευκό Οίκο. Το 2020 όμως σε αυτή την Πολιτεία νικητής αναδείχθηκε ο Τζο Μπάιντεν με 150.000 ψήφους διαφορά. Φέτος τίποτε και κανείς δεν μπορεί να προδώσει ποιο στρατόπεδο θα κερδίσει το Μίσιγκαν το οποίο ως σημαντικά ζητήματα κρίνει κυρίως την οικονομία αλλά και τη μετανάστευση ενώ, απαρατήρητο δεν περνά το γεγονός πως σε αυτή την Πολιτεία κατοικούν οι περισσότεροι Αραβο-αμερικανοί, των οποίων η υποστήριξη προς τους Δημοκρατικούς δοκιμάστηκε την περασμένη χρονιά εξαιτίας του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας. Υιοθετώντας μία περισσότερο αυστηρή ρητορική προς το Ισραήλ, η Κάμαλα Χάρις ελπίζει στο Μίσιγκαν σε μία νίκη.

H Πενσιλβάνια δίνει 19 εκλέκτορες – τους περισσότερους από όλες τις αμφίρροπες Πολιτείες. Όπως σημειώνουν αναλυτές είναι πολύ δύσκολο για οποιονδήποτε υποψήφιο να πάρει τον Λευκό Οίκο χωρίς να έχει κερδίσει την Πενσιλβάνια. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι τόσο ο Ντόναλντ Τραμπ, όσο και η Κάμαλα Χάρις καθώς επίσης και οι υποψήφιοι αντιπρόεδροι τους έχουν επισκεφθεί την εν λόγω Πολιτεία περισσότερες από 50 φορές από τα μέσα του περασμένου Ιουλίου.

Το 2020 η Πενσιλβάνια κατέληξε πίσω στα χέρια των Δημοκρατικών με 82.000 ψήφους διαφορά έναντι των Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι την είχαν κερδίσει με οριακή διαφορά το 2016 αρπάζοντάς την από τους Δημοκρατικούς που την είχαν κερδίσει συνεχόμενα στις έξι προηγούμενες προεδρικές αναμετρήσεις.

Εάν η Κάμαλα Χάρις χάσει την Πενσιλβάνια, τότε θα πρέπει οπωσδήποτε να κερδίσει είτε τη Βόρεια Καρολίνα, είτε τη Τζόρτζια – δύο Πολιτείες που έχουν ψηφίσει υπέρ υποψηφίου των Δημοκρατικών τρεις φορές τα τελευταία 40 χρόνια. Αντιστοίχως, εάν ο Ντόναλντ Τραμπ ηττηθεί στην Πενσιλβάνια θα πρέπει να κερδίσει είτε το Ουισκόνσιν, είτε το Μίσιγκαν που έχουν ψηφίσει υπέρ υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών μία φορά από τη δεκαετία του 1980 και συγκεκριμένα εκείνον οκτώ χρόνια πριν.

Στην Πενσιλβάνια ως κορυφαίο θέμα αναδεικνύεται η οικονομία, ενώ σε αυτή έγινε η πρώτη από τις δύο δολοφονικές απόπειρες εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ.

Τέλος, το Ουισκόνσιν δίνει 10 εκλεκτορικές ψήφους και σε αυτή την Πολιτεία οι Δημοκρατικοί κέρδισαν το 2020 με 21.000 ψήφους διαφορά. Το 2016, το Ουισκόνσιν, επίσης έδωσε νικητή χαρίζοντας στον Τραμπ την πρωτιά. Όχι τυχαία ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών επέλεξε το Μιλγουόκι για το συνέδριο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ενώ η Κάμαλα Χάρις την ίδιο σημείο στον χάρτη για την πρώτη της προεκλογική ομιλία ως υποψήφια των Δημοκρατικών.

Πρόκειται για την πιο αμφίρροπη αναμέτρηση στην ιστορία των αμερικανικών εκλογών - περισσότερο αμφίρροπη ακόμη και από εκείνη του 2020 όταν ακόμη και μία τυχόν μετατόπιση έστω 43.000 ψηφοφόρων από τον Μπάιντεν στον Τραμπ θα ήταν αρκετή για την επανεκλογή του δεύτερου.

Πηγή: skai.gr