Της Αθηνάς Παπακώστα
Ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, συναντάται σήμερα με τον αμερικανό ομόλογό του, Τζο Μπάιντεν. Είναι ο πρώτος ξένος ηγέτης που γίνεται δεκτός στον Λευκό Οίκο μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου ενώ υπήρξε και η πρώτη επιλογή του Ντόναλντ Τραμπ, στα μισά της προεδρικής του θητείας, το 2018.
Ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Τζον Κίρμπι περιέγραψε τον Εμανουέλ Μακρόν ως έναν «δυναμικό ηγέτη» προσθέτοντας ότι «εάν παρατηρήσετε τι συμβαίνει στην Ουκρανία, τι συμβαίνει στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού και την ένταση με την Κίνα, (θα δείτε ότι) η Γαλλία βρίσκεται στο επίκεντρο των εξελίξεων».
Η επιλογή Μακρόν για την πρώτη επίσκεψη ξένου ηγέτη στον Λευκό Οίκο από την ημέρα διεξαγωγής των ενδιάμεσων εκλογών δεν είναι τυχαία. Ο Γάλλος πρόεδρος έχει κερδίσει δύο φορές τις γαλλικές προεδρικές εκλογές, κρατώντας με νύχια και με δόντια πλέον τη γαλλική ακροδεξιά μακριά από την εξουσία ενώ εάν τεθεί στο τραπέζι και η δυναμική του στην Ευρώπη τότε ο Εμανουέλ Μακρόν κερδίζει πόντους και αναδεικνύεται σε σημαντικό σύμμαχο για τον Αμερικανό πρόεδρο και τον στόχο του η δημοκρατία να υπερισχύσει του δεσποτισμού.
Οι δύο ηγέτες θα έχουν κατ' αρχάς μία κατ΄ιδίαν συνάντηση στο Οβάλ Γραφείο την οποία θα ακολουθήσει κοινή συνέντευξη Τύπου ενώ θα παρατεθεί και δείπνο. Ο Γάλλος πρόεδρος θα συνοδεύεται από τη σύζυγό του, Μπριζίτ Μακρόν ενώ ο Jon Batiste, βραβευμένος με Grammyμουσικός, θα διασκεδάσει τους καλεσμένους του ζεύγους Μπάιντεν.
Η Μαρί Ζουρντάν, καθηγήτρια στο AtlanticCouncil και πρώην εργαζόμενη στο υπουργείο Άμυνας και τη Διεύθυνση Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικής μιλώντας στο Associated Press τόνισε ότι η πρώτη επίσκεψη ξένου ηγέτη στον Λευκό Οίκο μετά τις ενδιάμεσες αμερικανικές εκλογές πραγματοποιείται από Ευρωπαίο, παρά το γεγονός ότι η αμερικανική κυβέρνηση εστιάζει, τον τελευταίο καιρό, την προσοχή της στην περιοχή του Ινδο-ειρηνικού.
Η επίσκεψη Μακρόν στις ΗΠΑ προκύπτει 14 μήνες μετά τη συμφωνία AUKUS μεταξύ ΗΠΑ, Βρετανίας και Αυστραλίας που οδήγησε τις σχέσεις Παρισιού – Ουάσιγκτον στο ναδίρ με τη Γαλλία να ανακαλεί τον πρέσβη της από την αμερικανική πρωτεύουσα. Οι δύο ηγέτες είχαν συνάντηση στην Σύνοδο των G20 στη Ρώμη με τον ίδιο τον Μπάιντεν να προσπαθεί να «μπαλώσει» τα πράγματα παραδεχόμενος ότι οι χειρισμοί της κυβέρνησής του στο θέμα ήταν τρόπον τινά... άγαρμποι.
Με την πάροδο του χρόνου η σχέση των δύο εξελίχθηκε προς το καλύτερο με τον Εμανουέλ Μακρόν να αντιπροσωπεύει έναν από τους πιο προωθημένους Ευρωπαίους συμμάχους του Αμερικανού προέδρου σε ό,τι αφορά στην απόκριση της Δύσης στον πόλεμο στην Ουκρανία. Όμως εξακολουθούν να υπάρχουν σημεία έντασης ανάμεσά τους.
Το θέμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία θα είναι στο επίκεντρο των συνομιλιών με τις διαφορές των δύο ανδρών να βγαίνουν στην επιφάνεια καθώς αυτές αφορούν στο πώς αυτός ο πόλεμος θα λάβει τέλος και στο πώς το βάρος των επιπτώσεών του θα μπορέσει να μοιραστεί από τις οικονομίες της Δύσης.
«Βρίσκεται σε εξέλιξη ένας απαιτητικός πολιτικός διάλογος υπό την έννοια ότι είμαστε σύμμαχοι μεν αλλά δεν είμαστε στο ίδιο μήκος κύματος» ανέφερε ανώτατος σύμβουλος του Εμανουέλ Μακρόν ο οποίος δεν ήθελε να κατονομαστεί, γράφουν οι Τάιμς της Νέας Υόρκης.
Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει κόψει τον... αέρα του Γάλλου ομολόγου του όταν ο τελευταίος μιλούσε ανοικτά υπέρ της λήξης του πολέμου στο τραπέζι του διαλόγου και όχι στο πεδίο της μάχης. Ειδικότερα, ο Τζο Μπάιντεν απαντούσε ξανά και ξανά ότι πρόκειται για μία απόφαση η οποία βρίσκεται εξ ολοκλήρου στα χέρια της ουκρανικής ηγεσίας επιμένοντας, την ίδια στιγμή, ότι η Ουκρανία πρέπει να κερδίσει τον πόλεμο μολονότι όσο πλησιάζει πλέον ο χειμώνας η προοπτική διεξαγωγής συνομιλιών φαίνεται να κερδίζει σιγά-σιγά έδαφος. Την ίδια στιγμή, ο Εμανουέλ Μακρόν τόνισε πρόσφατα ότι θα μιλήσει ξανά και μάλιστα σύντομα με τον Βλάντιμιρ Πούτιν διατηρώντας ανοικτή την επικοινωνία του με τον Ρώσο πρόεδρο.
Ιδιαιτέρως πιεστικό ζήτημα αποτελεί επίσης και ο νόμος Μπάιντεν για τη μείωση του πληθωρισμού (Inflation Reduction Act – IRA) για τον οποίο τόσο η Γαλλία όσο και άλλα ευρωπαϊκά κράτη έχουν εκφράσει τη δυσαρέσκειά τους κάνοντας λόγο για αθέμιτο οικονομικό ανταγωνισμό. Και αυτό γιατί στον νόμο Μπάιντεν υπάρχει διάταξη που αφορά στην παροχή εκπτώσεων φόρου σε καταναλωτές που αγοράζουν ηλεκτρικά οχήματα τα οποία κατασκευάζονται στη βόρεια Αμερική. Αναλυτές ήδη αναδεικνύουν τον εκνευρισμό πολλών ευρωπαίων βιομηχάνων οι οποίοι λένε πως «ήδη υποφέρουμε εξαιτίας του πολέμου και ενώ εσείς δεν θέλετε να έχουμε σχέσεις με την Κίνα, τώρα δεν αγοράζετε από εμάς».
Ενδεικτική είναι και η τοποθέτηση του Γάλλου υπουργού Οικονομικών, Μπούνο Λεμέρ, στον τηλεοπτικό σταθμό France 3, όπου και υπογράμμισε πως «έχει έρθει ίσως η στιγμή η Ευρώπη να προωθήσει της δική της παραγωγή. Αυτό κάνει η Κίνα, αυτό κάνουν και οι ΗΠΑ».
Σύμφωνα με Γάλλο αξιωματούχο - ο οποίος διατήρησε την ανωνυμία του μιλώντας στο ΑΡ- ο πρόεδρος της Γαλλίας θα τονίσει στον Αμερικανό ομόλογό του ότι «και η Ευρώπη, όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, θα πρέπει να βγουν ισχυρότερες και όχι περισσότερο αδύναμες» ενόσω ο πλανήτης προσπαθεί να συνέλθει από την περιπέτεια της πανδημίας του κορωνοϊού αλλά και από τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, αντιστεκόμενος σταθερά απέναντι στην πολιτική των επιδομάτων.
Και όσο ο Γάλλος πρόεδρος θα επιδιώξει να συνεχιστεί ομαλά η πρόσβαση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στην αμερικανική αγορά, ο Λευκός Οίκος θα προσπαθήσει να θέσει εμφατικά ως αντίβαρο στο τραπέζι των συνομιλιών ότι το εν λόγω νομοσχέδιο βοηθά τις ΗΠΑ να ανταποκριθούν στις παγκόσμιες προσπάθειες για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής παρουσιάζοντας ταυτόχρονα πώς η νομοθεσία θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για τις εταιρείες της Ευρώπης.
Όμως οι Ευρωπαίοι είναι δυσαρεστημένοι με την αμερικανική πλευρά που χάνει λιγότερα από τους ίδιους. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά αρθρογράφου της ιταλικής εφημερίδας Corriere Della Sera ο οποίος μιλά για «χρυσές δουλειές για τους Αμερικανούς» για να συμπληρώσει «θυσίες και πληθωρισμός-ρεκόρ στην Ευρώπη».
«Ο Μπάιντεν πρέπει να λάβει υπόψιν του τι θα συμβεί μετά τον πόλεμο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κουβαλά το βάρος των κυρώσεων. Υπάρχει ο κίνδυνος οι ανισορροπίες να επιδεινωθούν περαιτέρω όσο η ΕΕ θα πληρώνει ακριβότερα τις τιμές της ενέργειας και οι ΗΠΑ θα λαμβάνουν μέτρα για ενίσχυση της βιομηχανίας τους», ανέφερε στο Politico, επίσης ανώνυμα, άλλος Γάλλος αξιωματούχος.
Πράγματι οι τιμές του φυσικού αερίου είναι το πλέον ακανθώδες ζήτημα ανάμεσα στις δύο πλευρές ενόσω αυτές καθορίζονται από την αγορά αλλά το Ελιζέ επιμένει ότι ο αμερικανός πρόεδρος έχει επιλογές για να τις ρίξει.
Ήδη ο Εμανουέλ Μακρόν έχει κάνει λόγο για δύο μέτρα και σταθμά από πλευράς Ουάσιγκτον τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ δημιουργούν διπλά στάνταρ καθώς με την πολιτική τους κρατούν χαμηλά τις τιμές φυσικού αερίου στο εσωτερικό τους αλλά τις εκτοξεύουν για να πουλήσουν σε τρίτες χώρες.
Πιο πρόσφατα στο ίδιο μήκος κύματος εμφανίστηκε σε συνέντευξή του στο Politico και ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Ζοζέπ Μπορέλ καλώντας την Ουάσιγκτον να ανταποκριθεί στις ευρωπαϊκές ανησυχίες τονίζοντας πως «οι Αμερικανοί - οι φίλοι μας- λαμβάνουν αποφάσεις που έχουν οικονομικό αντίκτυπο σε εμάς». Όμως η απάντηση της Ουάσιγκτον δεν υπήρξε διόλου ενθαρρυντική καθώς εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας είπε πως οι εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ «επέτρεψαν στην Ευρώπη να απομακρυνθεί από τη Ρωσία» για να συμπληρώσει ότι «η αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη προκαλείται από την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία και τον ενεργειακό του πόλεμο εναντίον της Ευρώπης».
Την ίδια στιγμή, το παζλ της ευρωπαϊκής δυσαρέσκειας συμπληρώνεται και εξαιτίας της πιθανής αύξησης των παραγγελιών για την απόκτηση στρατιωτικού εξοπλισμού αμερικανικής κατασκευής καθώς τα ευρωπαϊκά στρατιωτικά αποθέματα μειώνονται εξαιτίας της αποστολής όπλων στην Ουκρανία.
Πηγή: skai.grΔιαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.