ΚΑΙΡΟΣ

Μαθήματα ηγεσίας από την παραιτηθείσα πρωθυπουργό της Νέας Ζηλανδίας, Τζασίντα Άρντερν

Η αποχώρηση της δεν είναι μία παραίτηση αλλά μία νίκη. Πρωτίστως προσωπική αλλά και μία εν δυνάμει νίκη για όλους εκείνους που άκουσαν την ομιλία της

Της Αθηνάς Παπακώστα

Η αλήθεια είναι ότι δεν βλέπουμε συχνά πολιτικούς σαν την Τζασίντα Άρντερν που κυβερνούν μία χώρα και παραδέχονται ότι έχουν συναισθήματα. Ακόμη κι όταν ανακοινώνουν ότι αποχωρούν. 

Σήμερα είναι 42 ετών. Πριν από πέντε χρόνια εξελέγη πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας ανατρέποντας τους εκλογικούς "κανόνες". Ήταν μόλις 37 ετών και είχε αναλάβει τα ηνία του κόμματος των Εργατικών μόλις επτά εβδομάδες πριν. Εκείνη την εποχή στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ο μεγιστάνας Ντόναλντ Τραμπ ανέβαινε στην εξουσία. Στη Νέα Ζηλανδία όμως είχε ανάψει, για πολλούς, ένας προοδευτικός φάρος σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Η Τζασίντα Άρντερν γεννήθηκε το 1980 και για μία μόλις χρονιά δεν ανήκει στη γενιά των millennials. Μεγάλωσε σε αγροτικές περιοχές με πατέρα αστυνομικό και μητέρα μαγείρισσα σε σχολεία. Σύμφωνα, με την ίη φτώχεια που αντίκρισε σε αυτές τις περιοχές την καθόρισε. Στα 17 της ήταν ήδη πλέον μέλος του Εργατικού Κόμματος. 

Σπούδασε Επικοινωνία, Πολιτική και Δημόσιες Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Γουαϊκάτο. Αφότου ολοκλήρωσε τις σπουδές της άρχισε να εργάζεται στο γραφείο της τότε εν ενεργεία πρώτης γυναίκας πρωθυπουργού της χώρας και μετέπειτα μέντορα της, Χέλεν Κλαρκ. 

Τα πρώτα της βήματα στην πολιτική συνεχίστηκαν στο παρασκήνιο της πρώτης γραμμής και στο Ηνωμένο Βασίλειο ως εργαζόμενη στο υπουργικό συμβούλιο του Τόνι Μπλερ το 2006, λίγο προτού εκείνος παραδώσει τα ηνία της χώρας στον Γκόρντον Μπράουν. Δύο χρόνια αργότερα, το 2008 έχοντας επιστρέψει πλέον στη χώρα της εκλέγεται βουλευτής.

Εννιά χρόνια μετά θα γινόταν πρωθυπουργός. Ήταν μόλις 37 ετών και εκείνη την εποχή η νεότερη πρωθυπουργός παγκοσμίως. Κάποιοι τότε βιάστηκαν και ασχολήθηκαν κυρίως με το φύλο της, το οποίο - όπως αποδεικνύει πλέον η ιστορία - είναι το τελευταίο πράγμα που καθόρισε τον ρου της πρωθυπουργικής της θητείας. 

Αυτή ξεκίνησε με την τρομοκρατική επίθεση με 51 νεκρούς σε τεμένη στο Κράιστσερτς. Η Άρντερν φόρεσε χιτζάμπ και θρήνησε με τα μέλη της μουσουλμανικής κοινότητας. Δεν είπε ποτέ δημοσίως το όνομα του δράστη της επίθεσης, ούτε αναφέρθηκε στα ιδεολογήματα του και απαγόρευσε άμεσα την πώληση τουφεκιών εφόδου και ημιαυτόματων όπλων στρατιωτικού τύπου καθώς και την πώληση γεμιστήρων μεγάλης χωρητικότητας και όλων των εξαρτημάτων που επιτρέπουν τη μετατροπή ημιαυτόματων σε αυτόματα όπλα.

Λίγους μήνες αργότερα, ακολούθησε ισχυρή έκρηξη ηφαιστείου στη χώρα με 17 ανθρώπους, κυρίως τουρίστες από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και την Αυστραλία να χάνουν τη ζωή τους. Στη συνέχεια, ήρθε η πανδημία του κορωνοϊού, η οποία πήγε πίσω αρκετές από τις προεκλογικές της δεσμεύσεις. Η Άρντερν, τότε, κλήθηκε να λάβει σκληρές αποφάσεις για τις οποίες, μάλιστα, δεν έδειξε να διστάζει καθόλου.

Έκλεισε άμεσα τα σύνορα της Νέας Ζηλανδίας και επέβαλε αυστηρό γενικό απαγορευτικό ενώ, όταν τα εμβόλια ήταν διαθέσιμα στη χώρα, ο εμβολιασμός έγινε υποχρεωτικός για όσους ήθελαν να εργάζονται και να κοινωνικοποιούνται εκτός σπιτιού. Φυσικά, αυτό κόστισε στη δημοφιλία της στο εσωτερικό. Οι αντιεμβολιαστές ξεκίνησαν από τα άδυτα του Διαδικτύου και έφτασαν ακόμη και στο κατώφλι του Κοινοβουλίου όπου και κατασκήνωσαν επί τρεις εβδομάδες ώσπου, να επέμβει η αστυνομία. Αργότερα ξεκίνησαν οι προσωπικές απειλές ενάντιον της. 

Η Άρντερν καθ' όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησής της βρέθηκε αντιμέτωπη με τον σεξισμό. Ανάμεσα στις πρώτες ερωτήσεις που δημοσιογράφοι της έθεσαν λίγες ώρες αφότου είχε εκλεγεί πρωθυπουργός ήταν εάν μία γυναίκα μπορεί να αποκτήσει παιδιά και μία απαιτητική καριέρα. Η ίδια έγινε η δεύτερη εκλεγμένη ηγέτης χώρας που γέννησε κατά τη διάρκεια της θητείας της. Η πρώτη ήταν η Πακιστανή πρωθυπουργός Μπεναζίρ Μπουτό.

Με τον σύντροφο της δεν έχουν παντρευτεί. Ο ίδιος, παρουσιαστής τηλεοπτικής εκπομπής ψαρέματος, μετά τη γέννηση της κόρης τους αποφάσισαν να μεινει σπίτι. Η Άρντερν όταν ρωτήθηκε από τους Financial Times τον Απρίλιο του 2018 για το πώς συνδυάζει μία κανονική ζωή με την πίεση της δουλειάς και την τότε εγκυμοσύνη της, απάντησε πως "ο μοναδικός λόγος που κάνω αυτό που κάνω είναι επειδή ο σύντροφός μου έχει τη δυνατότητα να είναι στο σπίτι. Επομένως, δεν θα ήθελα να παρουσιάζομαι ως γυναίκα υπερήρωας γιατί δεν πρέπει να έχουμε την προσδοκία οι γυναίκες να είναι υπερήρωες". 

Τέσσερα χρόνια πλέον μετά το αποδεικνύει. Παραδέχεται ότι δεν είναι υπεράνθρωπος. Αφήνει την καρέκλα που κανείς δεν εγκαταλείπει οικειοθελώς. Παραδίδει μαθήματα "καλής πολιτικής συμπεριφοράς" και θάβει την ιδιότητα του "επαγγελματία πολιτικού". Στην ομιλία αποχωρήσεως της δεν κρύβει τα συναισθήματα της. Επιλέγει να κοιτάξει το μέλλον της κατάματα και μοιράζεται δημοσίως ότι είναι κουρασμένη. Όχι, όμως, επειδή είναι γυναίκα αλλά, επειδή έτσι αισθάνεται εκείνη, σωματικά και ψυχικά εξουθενωμένη. 

"Ελπίζω ότι θα αφήσω τους Νεοζηλανδούς με την πεποίθηση ότι μπορείς να έχεις ευγένεια αλλά και δύναμη, συμπόνοια αλλά και αποφασιστικότητα, αισιοδοξία αλλά και απόλυτη συγκέντρωση. Ότι μπορείς να είσαι ένα ξεχωριστό είδος ηγέτη, το δικό σου", τόνισε μεταξύ άλλων η ίδια.

Η αποχώρηση της δεν είναι μία παραίτηση αλλά μία νίκη. Πρωτίστως προσωπική αλλά και μία εν δυνάμει νίκη για όλους εκείνους που άκουσαν την ομιλία της. Η Άρντερν απέδειξε ότι δεν είναι κακό να παραιτηθεί κανείς όταν οι υπόλοιποι συνεχίζουν κουρασμένοι επειδή δεν έχουν το θάρρος να πουν, "ως εδώ, δεν αντέχω άλλο". Για ακόμη μία φορά δεν χρειάστηκε να αποδείξει σε κανέναν ότι είναι τέλεια και δεν κρύφτηκε πίσω από καμία ξύλινη έκφραση. Ήταν για ακόμη μία φορά ένας κανονικός άνθρωπος, όπως τότε που επέλεξε να εμφανιστεί ενώπιον των παγκόσμιων ηγετών στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ με τη νεογέννητη κόρη της στην αγκαλιά της. Αν είναι, λοιπόν, ο κόσμος να θυμάται την Άρντερν για ένα πράγμα τότε ας είναι αυτό της το θάρρος, να είναι ο εαυτός της. 

Πηγή: skai.gr