Η ώρα της αλήθειας φαίνεται να πλησιάζει για τον Ταγίπ Ερντογάν, μιας αλήθειας που θα μπορούσε να θέσει κάποιους, έστω και ελάχιστους, περιορισμούς στην αρχή ενός ανδρός στην Τουρκία.
Αυτό δείχνει τουλάχιστον η ανατροπή που έγινε τις τελευταίες ημέρες στο οικονομικό επιτελείο της τουρκικής κυβέρνησης. Δεν ήταν λίγοι όσοι βιάστηκαν να συσχετίσουν αυτή την ανατροπή με την έκβαση των αμερικανικών εκλογών και να την αποδώσουν στην επικείμενη αντικατάσταση του Ντόναλντ Τραμπ από έναν πρόεδρο όχι και τόσο φιλικό προς τον Ερντογάν.
Οπως είναι λογικό, όμως, η αποπομπή του κεντρικού τραπεζίτη Μουράτ Ουϊσάλ και η παραίτηση του υπουργού Οικονομικών και γαμπρού του Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, οφείλεται στα όσα συμβαίνουν στην τουρκική οικονομία. Τις υπαγόρευσε ένα αδιέξοδο για το οποίο φέρει σχεδόν εξ ολοκλήρου την ευθύνη ο Τούρκος πρόεδρος, καθώς επέβαλε επί χρόνια μιαν ανορθόδοξη πολιτική που στόχευε αποκλειστικά και μόνον στη δημοτικότητά του και στην παραμονή του στην εξουσία.
Όπως αναφέρει η Καθημερινή, πρόκειται για την πολιτική του φθηνού χρήματος, των χαμηλών επιτοκίων, που είχε στόχο μια οικονομική ανάπτυξη βασισμένη στον πυρετώδη δανεισμό. Το αποτέλεσμά της ήταν, όμως, να αποξενώσει το ξένο κεφάλαιο που χρειάζεται η Τουρκία για να καλύψει τα ελλείμματά της και να οδηγήσει τη χώρα του στη μεγαλύτερη νομισματική κρίση των τελευταίων δεκαετιών και σε έναν καλπάζοντα πληθωρισμό που υποβάθμισε ραγδαία το βιοτικό επίπεδο του τουρκικού λαού.
Η κορύφωση της κρίσης ήρθε προ ημερών με την υποχώρηση της τουρκικής λίρας σε ιστορικό χαμηλό, που έδρασε ως ορός της αλήθειας αναγκάζοντας τον Ερντογάν να αποπέμψει τον κεντρικό τραπεζίτη και έως τότε πειθήνιο όργανό του. Τον αντικατέστησε με τον πρώην υπουργό Οικονομικών Νατσί Αγκμπάλ, εκφραστή της ορθόδοξης νομισματικής πολιτικής, δίνοντας έτσι στην κεντρική τράπεζα μια ευκαιρία να στηρίξει το νόμισμα της χώρας και να αντιμετωπίσει τις παθογένειες της τουρκικής οικονομίας.
Εν ολίγοις, η ανατροπή ενδέχεται να σηματοδοτεί αλλαγή πλεύσης στη νομισματική πολιτική της Τράπεζας της Τουρκίας και αναθεώρηση της φιλοσοφίας που διέπει γενικότερα την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Ερντογάν. Οι πρώτες ενδείξεις για μια τέτοια στροφή αναμένεται να φανούν μέσα στην εβδομάδα, την Πέμπτη, οπότε συνεδριάζει η Τράπεζα της Τουρκίας για πρώτη φορά υπό τον νέο διοικητή της. Ο ίδιος ο Ερντογάν, άλλωστε, φάνηκε να προλειαίνει το έδαφος για κάποια αλλαγή όταν υποσχέθηκε να αναχαιτίσει τον πληθωρισμό που έχει φτωχύνει τον τουρκικό λαό αλλά και να επαναφέρει την Τουρκία σε πορεία βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης.
Η διαφαινόμενη προοπτική μιας αλλαγής που θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη της αγοράς στην τουρκική οικονομία και θα αναχαιτίσει τον πληθωρισμό οδήγησε άμεσα σε άνοδο τόσο την τουρκική λίρα όσο και τους υπόλοιπους τουρκικούς τίτλους. Οι προσδοκίες στην προκειμένη περίπτωση αφορούν μια αποφασιστική αύξηση των επιτοκίων της τουρκικής λίρας που θα μπορούσε να ανακόψει τη διολίσθηση του νομίσματος και τη συνεπακόλουθη επιτάχυνση του πληθωρισμού. Ορισμένοι οικονομικοί αναλυτές προσβλέπουν μάλιστα σε μια αύξηση των επιτοκίων κατά 4 εκατοστιαίες μονάδες, στο 14,25% από το 8,25% στο οποίο βρίσκονται τώρα. Τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο πάντως, ούτε είναι βέβαιο πως ο νέος κεντρικός τραπεζίτης θα μπορέσει να χαράξει ανεξάρτητη πορεία και να απεγκλωβίσει την κεντρική τράπεζα από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του Τούρκου προέδρου.
Προτεραιότητα, να τεθεί υπό έλεγχο ο υψηλός πληθωρισμός
Ο νέος διοικητής της κεντρικής τράπεζας φάνηκε επιφυλακτικός στις πρώτες δηλώσεις που έκανε μόλις ανέλαβε καθήκοντα. Μολονότι υποσχέθηκε πως η Τράπεζα της Τουρκίας «θα χρησιμοποιήσει τα εργαλεία της για να ανακόψει τον πληθωρισμό», ο Νατσί Ακμπάλ έδωσε την εντύπωση ότι προσπαθούσε να περιορίσει τις προσδοκίες της αγοράς για μια άμεση αλλαγή πολιτικής. Υπογράμμισε πως «θα επανεξετασθεί η τρέχουσα κατάσταση και θα καταγράφονται προσεκτικά οι εξελίξεις» και ότι οι σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν όταν θα υπάρχουν τα αναγκαία στοιχεία και οι τελικές αξιολογήσεις. Οπως πολλοί αναλυτές έχουν υπογραμμίσει, τίποτε δεν μπορεί να διασφαλίσει πως θα αλλάξει στάση ο ίδιος ο Ερντογάν. Εστω κι αν ο Τούρκος πρόεδρος παραδέχθηκε για πρώτη φορά ότι δουλειά της κεντρικής τράπεζας είναι να αποφασίζει και να εφαρμόζει την πολιτική που χρειάζεται για να παραμένει υπό έλεγχο ο πληθωρισμός.
Η δήλωση αυτή αποτελεί στροφή 180 μοιρών από τη στάση των τελευταίων ετών και την υπόσχεση που είχε δώσει ο Ερντογάν μετά την επανεκλογή του ότι θα έχει ο ίδιος τον απόλυτο έλεγχο της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής. Η νέα του δέσμευση ανελήφθη σε στιγμή εκβιαστικά μεγάλης πίεσης, καθώς είχε προηγηθεί η κατάρρευση του νομίσματος, με την ισοτιμία να διαμορφώνεται σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο στις 8,5 τουρκικές λίρες προς ένα δολάριο. Ενα επίπεδο πολύ χαμηλότερο και από αυτό στο οποίο είχε διολισθήσει η λίρα το καλοκαίρι του 2018 όταν το ξένο κεφάλαιο εγκατέλειπε την Τουρκία εν τω μέσω μιας διπλωματικής κρίσης ανάμεσα στην Αγκυρα και την Ουάσιγκτον.
Δεν θα εξέπληττε κανέναν, άλλωστε, αν υπάρξει μια προσωρινή μεταβολή της νομισματικής πολιτικής που θα στηρίξει την τουρκική λίρα και στη συνέχεια επαναληφθεί το ίδιο σενάριο. Πολλοί αναλυτές διαψεύσθηκαν, άλλωστε προ διετίας όταν έσπευσαν να προεξοφλήσουν το τέλος «των Ερντογανόμικς» όπως χαρακτήριζαν την οικονομική πολιτική Ερντογάν και τις ανορθόδοξες θεωρίες του Τούρκου προέδρου ότι τα υψηλά επιτόκια προκαλούν πληθωρισμό. Τότε η κεντρική τράπεζα είχε κυριολεκτικά αιφνιδιάσει την αγορά με μια απότομη αύξηση των επιτοκίων στο 24% από το προηγούμενο 17,75%. Κι ενώ είχε οδηγήσει την τουρκική λίρα σε άμεση άνοδο κατά 5%, η κίνηση είχε παράλληλα προκαλέσει και την αντίδραση του Τούρκου προέδρου. Εμφανώς εξοργισμένος ο Ερντογάν είχε δηλώσει ότι «δεν μπορούμε να επιτρέπουμε τη χρήση αυτού του εργαλείου εκμετάλλευσης που λέγεται επιτόκια», ενώ είχε αποδώσει την αποδυνάμωση του νομίσματος στη διεθνή συνωμοσία που εξυφαίνεται κατά της Τουρκίας και της οικονομίας της.
Και βέβαια, λίγους μήνες αργότερα ο Ερντογάν απέπεμψε τον τότε κεντρικό τραπεζίτη, Μουράτ Τσετίνκαγια, ως μη επαρκώς πειθήνιο και τον αντικατέστησε με τον Μουράτ Ουσάλ, προσβλέποντας στη μεγαλύτερη υπακοή του. Για να τον αποπέμψει βέβαια και αυτόν προ μιας εβδομάδος και να τον αντικαταστήσει με τον Νατσί Ακμπάλ που αντιπροσωπεύει την ακριβώς αντίθετη φιλοσοφία. Κανείς δεν ξέρει πόση ανεξαρτησία θα δώσει αυτή τη φορά στον κεντρικό τραπεζίτη ή αν του επιφυλάσσει την ίδια τύχη.
Την τελευταία πενταετία η λίρα έχει χάσει το 70% της αξίας της
Το σημαντικότερο πρόσωπο του δράματος που παίχτηκε αυτές τις ημέρες στην Τουρκία, και δεν αποκλείεται να έχει ακόμη πολλά επεισόδια για να ολοκληρωθεί, φαίνεται πως είναι ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ. Ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την παραίτησή του από το χαρτοφυλάκιο του υπουργού Οικονομικών στο Instagram, υπερβαίνοντας σε πρωτοτυπία και τα Τwitter του Ντόναλντ Τραμπ. Η παραίτησή του προκάλεσε την ενθουσιώδη αντίδραση της αγοράς και οδήγησε την τουρκική λίρα σε μια ασυνήθη άνοδο 6%.
Στη διάρκεια της θητείας του, που ευδοκίμησε μόνον για περίπου δύο χρόνια, το τουρκικό νόμισμα έχει χάσει σχεδόν το 40% της αξίας του. Δεν μπορεί, βέβαια, να αποδοθεί όλη αυτή η θεαματική πτώση στον Αλμπαϊράκ, που φαίνεται να έχει λειτουργήσει ως εκτελεστικό όργανο του Τούρκου προέδρου κωφεύοντας στις δυσάρεστες εξελίξεις. Η λίρα υποχωρούσε πολύ προτού αναλάβει ο Αλμπαϊράκ και στη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας το τουρκικό νόμισμα έχει χάσει σχεδόν το 70% της αξίας του. Η λίρα έχει προφανώς υπονομευθεί όχι μόνον από τις παρεμβάσεις του Ερντογάν στην κεντρική τράπεζα αλλά και από την επεκτατική πολιτική του Τούρκου προέδρου που ανοίγει μέτωπα ανά την υφήλιο.
Σύμφωνα με την Καθημερινή, η συνεχής πτώση της τουρκικής λίρας είχε καλλιεργήσει έντονη δυσφορία στην κοινή γνώμη και μια αντιπάθεια προς τον Αλμπαϊράκ. Ο ίδιος φαίνεται να ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό, καθώς ταυτίστηκε απόλυτα με τις προσταγές του πεθερού του, τόσο, ώστε να αρνείται συστηματικά την ύπαρξη οικονομικής κρίσης στη χώρα και να υποβαθμίζει το πρόβλημα της ανεργίας και του πληθωρισμού. Κάποιες φορές σοκάριζε τους πολίτες όταν, ερωτώμενος από δημοσιογράφους για την υποτίμηση της λίρας έναντι του δολαρίου, έδινε αλαζονικές απαντήσεις του τύπου «δεν παρακολουθώ τις ισοτιμίες του δολαρίου». Και βέβαια έδινε την εντύπωση ότι αδιαφορούσε πλήρως για τη συνεχή υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των Τούρκων.
Προκειμένου να τηρήσει τις προσταγές του Ερντογάν και να διατηρήσει χαμηλό το κόστος δανεισμού, ο Αλμπαϊράκ έδινε εντολή στην κεντρική τράπεζα και στις κρατικές τράπεζες της Τουρκίας να στηρίζουν την τουρκική λίρα με άλλο τρόπο: με παρεμβάσεις στην αγορά συναλλάγματος, εν ολίγοις με μαζικές αγορές τουρκικών λιρών με δολάρια. Η τακτική αυτή απέβη καταστρεπτική γιατί, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Goldman Sachs, οι κρατικές τράπεζες της Τουρκίας έχουν σπαταλήσει για τον σκοπό αυτό 100 δισ. δολάρια, ενώ άλλες εκτιμήσεις θέλουν το ποσό αυτό να υπερβαίνει τα 140 δισ. δολάρια.
Το αποτέλεσμα ήταν μια συστηματική διάβρωση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας, που κοντεύουν να εξανεμιστούν πλήρως. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, τα διαθέσιμα της Τουρκίας έχουν περιοριστεί στα 50 δισ. δολάρια, ενώ πολλοί οικονομολόγοι τα υπολογίζουν σε μόλις 18,4 δισ. δολάρια. Και βέβαια όλες αυτές οι παρεμβάσεις υπήρξαν ατελέσφορες και το νόμισμα συνέχιζε αδιάκοπα την πτωτική πορεία του. Φέτος η κεντρική τράπεζα επιχείρησε να ανακόψει την πτώση επιβάλλοντας περιορισμούς στις συναλλαγές σε τουρκικές λίρες, αλλά έτσι «πάγωσε» την αγορά και οδήγησε σε μαζική έξοδο τους ξένους επενδυτές που έχουν αποσύρει πάνω από 13 δισ. δολάρια από το νόμισμα και τους τίτλους της χώρας.
Τώρα τον Αλμπαϊράκ διαδέχεται ο Λουτφί Ελβάν, βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος, που έχει διατελέσει υπουργός Μεταφορών, Ναυτιλίας και Υποδομών, πάντα στην κυβέρνηση Ερντογάν. Απομένει να φανεί αν θα κατορθώσει τελικά να αλλάξει την πορεία της τουρκικής οικονομίας.
Υποσχέσεις
Προλειαίνοντας το έδαφος για μια αλλαγή στη νομισματική πολιτική, ο Ερντογάν υποσχέθηκε την Τετάρτη ότι εφεξής δεν θα παρεμβαίνει στο έργο της κεντρικής τράπεζας όταν παραδέχθηκε για πρώτη φορά το αυτονόητο ότι «όπως και παντού στον κόσμο, στη χώρα μας δουλειά της κεντρικής τράπεζας είναι να καθορίζει και να εφαρμόζει την πολιτική που απαιτείται».
Οι προσδοκίες για άμεση αλλαγή πλεύσης δεν αποκλείεται να διαψευσθούν, καθώς ο νέος διοικητής της κεντρικής τράπεζας, Νατσί Αγκμπάλ, φάνηκε συγκρατημένος όταν δήλωσε πως «θα επανεξετασθεί η τρέχουσα κατάσταση και θα καταγράφονται οι εξελίξεις, και οι αναγκαίες αποφάσεις πολιτικής θα ληφθούν όταν θα υπάρχουν τα στοιχεία και οι τελικές αξιολογήσεις».
O παραιτηθείς υπουργός Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ έδινε εντολή στην κεντρική τράπεζα να διατηρεί χαμηλό το κόστος δανεισμού. Οταν οι δημοσιογράφοι τον ρωτούσαν σχετικά με την υποχώρηση της τουρκικής λίρας, επιχειρούσε να εμφανίσει ένα προσωπείο αποφασιστικότητας με δηλώσεις του τύπου «δεν κοιτάζω τις ισοτιμίες του δολαρίου».
Πηγή: ΚαθημερινήΔιαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.