H G7 εκφράζει βαθιά ανησυχία για την Μέση Ανατολή

Οι ηγέτες της G7 εκφράζουν τη βαθιά ανησυχία τους για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή

Σε γραπτή ανακοίνωσή τους, οι ηγέτες της G7 εξέφρασαν τη βαθιά τους ανησυχία για τις τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και καταδίκασαν με τον πιο αποφασιστικό τρόπο την επίθεση του Ιράν κατά του Ισραήλ, η οποία «θεωρούν ότι απειλεί σοβαρά τη σταθερότητα της περιοχής».

Οι ηγέτες της ομάδας των επτά ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη εξέφρασαν και πάλι τη στήριξή τους στην ασφάλεια του Ισραήλ και πρόσθεσαν ότι «οι βαθιά αποσταθεροποιητικές επιχειρήσεις του Ιράν σε όλη τη Μέση Ανατολή μέσω ένοπλων οργανώσεων με τις οποίες συνδέεται - μεταξύ των οποίων οι Χούθι, η Χεζμπολάχ και η Χαμάς - όπως και ομάδων μαχητών στο Ιράκ, οι οποίες ευθυγραμμίζονται με το Ιράν, πρέπει να σταματήσουν».

Οι ηγέτες των επτά πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών της Δύσης προσθέτουν ότι κατά τη χθεσινή σύνοδο κορυφής τους που πραγματοποιήθηκε με τηλεδιάσκεψη, συζήτησαν κινήσεις και συντονισμένες προσπάθειες με στόχο να αποφευχθεί η κλιμάκωση της έντασης στην περιοχή.

Στη γραπτή τους ανακοίνωση, παράλληλα, ζητείται από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να καταβάλλουν εποικοδομητικές προσπάθειες με στόχο τη μείωση της έντασης και γίνεται αναφορά στην ανάγκη να τύχει σεβασμού το διεθνές και το ανθρωπιστικό δίκαιο.

Οι χώρες της G7, «παραμονές της τραγικής επετείου της επίθεσης της Χαμάς, της 7ης Οκτωβρίου 2023, καταδικάζουν για μια ακόμη φορά, με τον πιο αποφασιστικό τρόπο, αυτές τις πράξεις αδικαιολόγητης και εσκεμμένης βίας και τάσσονται στο πλευρό των οικογενειών των θυμάτων και των ομήρων που βρίσκονται στα χέρια της Χαμάς».

Οι επτά ηγέτες ζητούν την κατάπαυση του πυρός στην Γάζα, την απελευθέρωση όλων των ομήρων χωρίς προϋποθέσεις, την ουσιαστική αύξηση των ροών ανθρωπιστικής βοήθειας και τη λήξη της ένοπλης σύρραξης. Στηρίζουν, επίσης, τις προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών, της Αιγύπτου και του Κατάρ με στόχο μια συνολική λύση, όπως προβλέπει το ψήφισμα 2735 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

«Η κατάσταση, στη Γάζα είναι τραγική, χάθηκαν δεκάδες χιλιάδες ζωές αθώων ανθρώπων. Επαναλαμβάνουμε ότι είναι απόλυτη ανάγκη να τύχει προστασίας ο άμαχος πληθυσμός και να υπάρξει άμεση πρόσβαση, γρήγορη, ασφαλής και χωρίς εμπόδια στην ανθρωπιστική βοήθεια, κάτι που αποτελεί θέμα απόλυτης προτεραιότητας. Θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις μιας διαρκούς ειρήνης, η οποία να οδηγήσει σε λύση δυο κρατών, με την οποία Ισραήλ και Παλαιστίνη να συνυπάρξουν, η μία δίπλα στην άλλη, ειρηνικά και με ασφάλεια αμφότερες», αναφέρει η ανακοίνωση.

Σε σχέση με την κατάσταση στον Λίβανο, οι G7 εκφράζουν τη βαθιά τους ανησυχία και υπογραμμίζουν ότι «οι εχθροπραξίες πρέπει να σταματήσουν το γρηγορότερο δυνατό, ώστε να υπάρξουν περιθώρια για μια διπλωματική λύση κατά μήκος της μπλε γραμμής, με σεβασμό στο ψήφισμα 1701 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ».

Σύμφωνα με τους ηγέτες της G7, «αυτή είναι η μόνη οδός για τη διαρκή μείωση της έντασης, τη σταθεροποίηση των συνόρων Ισραήλ-Λιβάνου, την αποκατάσταση της πλήρους εδαφικής ακεραιότητας, κυριαρχίας και σταθερότητας του Λιβάνου και για να επιστρέψουν στα σπίτια τους οι πολίτες που αναγκάσθηκαν να τα εγκαταλείψουν, με συνθήκες ασφάλειας και προστασίας και από τις δυο πλευρές». Απευθύνεται έκκληση, δε, προς όλες τις πλευρές, υπέρ της προστασίας του άμαχου πληθυσμού. Οι ηγέτες της G7 δεσμεύονται να προσφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια και να ανταποκριθούν στις επείγουσες ανάγκες των πολιτών του Λιβάνου.

Στην ανακοίνωση εκφράζονται ειλικρινή συλλυπητήρια στις οικογένειες των θυμάτων μεταξύ του άμαχου πληθυσμού στο Ισραήλ, στη Γάζα και στον Λίβανο και, τέλος, προστίθεται:

«Υπογραμμίζουμε τη σημασία των Ηνωμένων Εθνών στην επίλυση των ένοπλων συγκρούσεων και του περιορισμού των επιπτώσεων σε ανθρωπιστικό επίπεδο στη Μέση Ανατολή. Αναγνωρίζουμε σχετικά τον ρόλο της προσωρινής δύναμης του ΟΗΕ στον Λίβανο, της UNIFIL, σε ό,τι αφορά την αποκατάσταση της ειρήνης και της ασφάλειας. Δεσμευόμαστε να ενισχύσουμε την υποστήριξή μας προς την αποστολή, όπως προβλέπουν τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ