ΚΑΙΡΟΣ

Η «διπλωματία των σεισμών» επαναλαμβάνεται

Και οι ίδιοι οι Υπουργοί συμφώνησαν ότι «δεν πρέπει να περιμένουμε έναν σεισμό για να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας»

Της Πηνελόπης Γκάλιου

Ποιος περίμενε ότι περίπου δύο χρόνια μετά το θερμό επεισόδιο «on camera» Τσαβούσογλου-Δένδια στην Άγκυρα, οι δύο Υπουργοί Εξωτερικών θα βρισκόταν αγκαλιασμένοι -αυτή τη φορά- σε τουρκικό έδαφος, διαγράφοντας -προς ώρας τουλάχιστον- το επεισοδιακό παρελθόν τους. Και μπορεί η ιστορία να μην επαναλαμβάνεται κατά κάποιους, ωστόσο μπορεί να μιμείται από ασφάλεια ή ανάγκη το παρελθόν.

Κάτι τέτοιο θύμισε και η επίσκεψη του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών στη σεισμόπληκτη Αντιόχεια συνοδεία του Τούρκου ομολόγου του, όπου οι δύο επικεφαλής της διπλωματίας των δύο χωρών, φαίνεται να έβαλαν ξανά στις ράγες τη λεγόμενη «διπλωματία των σεισμών» ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία με έναν ισχυρό συμβολισμό που εξέπεμψε ο θερμός εναγκαλισμός τους στο αεροδρόμιο στα Άδανα αλλά και με τις δηλώσεις τους που ακολούθησαν δημιουργώντας εκατέρωθεν συγκρατημένες προσδοκίες για μια ενδεχόμενη νέα φάση στις διμερείς σχέσεις. Και οι ίδιοι οι Υπουργοί άλλωστε συμφώνησαν ότι «δεν πρέπει να περιμένουμε έναν σεισμό για να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας».

Κανείς προφανώς και δεν θα περίμενε ότι οι παρούσες ελληνοτουρκικές σχέσεις όπως διαμορφώνονται υπό το πρίσμα της βιβλικής καταστροφής του σεισμού στην Τουρκία και της παροχής βοήθειας από πλευράς Ελλάδας, θα μπορούσαν να παγιωθούν και να επιλύσουν τις χρονίζουσες ελληνοτουρκικές διαφορές ή ότι θα καμφθεί δια παντός ο τουρκικός αναθεωρητισμός.

Μπορούν, ωστόσο, οι παρούσες συνθήκες να μειώσουν αισθητά την ένταση που επικρατούσε το τελευταίο διάστημα -σχολίαζε κυβερνητικός παράγων- και παράλληλα να αυξήσει την ήπια ισχύ της Ελλάδας. Ταυτόχρονα δε, η παρουσία της Ελλάδας από την πρώτη στιγμή στο πλευρό των δοκιμαζόμενων Τούρκων και η προβολή της και από τα τουρκικά αλλά και διεθνή μέσα, βοηθάει σύμφωνα με τις ίδιες πηγές και την εικόνα της Ελλάδας στα μάτια του απλού Τούρκου πολίτη, ο οποίος επί χρόνια «βομβαρδιζόταν» από μία ανθελληνική προπαγάνδα που διαψεύστηκε εμπράκτως και καθολικά.

Κάπως έτσι άλλωστε -θύμιζε έμπειρος αναλυτής- είχε επέλθει και η ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά την κρίση στα Ίμια. Περίπου τρεισήμισι χρόνια μετά από τον Ιανουάριο του 1996, έγινε ο φονικός σεισμός στην βορειοδυτική Μικρά Ασία με επίκεντρο τη Νικομήδεια, τον Αύγουστο του 1999 και τότε ακολούθησε επίσης η άμεση αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης, στέλνοντας για πρώτη φορά κλιμάκια διασωστών και ανθρωπιστική βοήθεια. Κίνηση που έγινε δεκτή με ευγνωμοσύνη από την τουρκική πλευρά η οποία δυστυχώς χρειάστηκε να ανταποδώσει στον μεγάλο σεισμό της Πάρνηθας που ακολούθησε στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1999.

Οι τότε πολιτικές ηγεσίες των δύο χωρών αξιοποίησαν τα γεγονότα για να αλλάξουν το κλίμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και να καθιερωθεί ο όρος  «διπλωματίας των σεισμών». Στα θετικά βήματα της εποχής ήταν η καθιέρωση της ελληνοτουρκικής συνεργασίας σε τομείς της λεγόμενης «χαμηλής πολιτικής» όπως ο τουρισμός ή το εμπόριο επιφέροντας δεκάδες διμερείς συμφωνίες συνεργασίας που μέχρι τότε ήταν ανύπαρκτη.

Το κλίμα αυτό οδήγησε σε μια καλή δεκαετία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τόσο με τις κεμαλικές δυνάμεις που κυβερνούσαν τότε την Τουρκία με πρωθυπουργό τον Μπουλέντ Ετζεβίτ, όσο και στα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης του Ταγίπ Ερντογάν στις αρχές τις νέας χιλιετίας και δημιούργησαν συνθήκες σταθερότητας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις -χωρίς επίλυση φυσικά- αλλά με ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας.

Σήμερα το κλίμα έχει δηλητηριαστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό με τις εντάσεις και τις τουρκικές απειλές των τελευταίων χρόνων, το αν όμως, η διπλωματία των σεισμών και το κύμα συμπόνιας του ελληνικού λαού από τη μια και της ευγνωμοσύνης του τουρκικού λαού από την άλλη, λειτουργήσουν θετικά, επαφίεται πλέον στις ηγεσίες των δυο χωρών.

Πηγή: skai.gr