Τα καθήκοντά τους δεν ήταν ποτέ εύκολα, αλλά αυτήν τη φορά μοιάζει σαν τον τετραγωνισμό του κύκλου. Τα μέλη της Επιτροπής Προϋπολογισμού συνεδριάζουν, αύριο Πέμπτη, για να κλείσουν τις τελευταίες εκκρεμότητες και να παρουσιάσουν στην Ολομέλεια προς ψήφιση το τελικό σχέδιο για το 2024. Όμως μετά την ιστορικών διαστάσεων απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρσλούρης δεν θα καταστεί εφικτό, διότι πώς είναι δυνατόν να προγραμματιστούν δαπάνες για τον επόμενο χρόνο με χρήματα που απαγορεύεται από τον ανώτατο συνταγματικό νομοθέτη να διαθέσουν... γιατί απλά δεν τα διαθέτουν; Το πρόβλημα προσλαμβάνει ευρύτερες διαστάσεις γιατί υπάρχουν οικονομικές δεσμεύσεις και στον τρέχοντα προϋπολογισμό του 2023.
Άνοιξε ο ασκός του Αιόλου
Ο συνταγματικός νομοθέτης στηρίχθηκε στις βασικές αρχές κατάρτισης, υλοποίησης και εκτέλεσης ενός προϋπολογισμού. Στην συγκεκριμένη περίπτωση απεφάνθη ότι οι πόροι του υπό διαμόρφωση Ταμείου για το Κλίμα και τον Μετασχηματισμό της Οικονομίας σε πράσινη υπόκεινται στους κανόνες της ετήσιας διάρκειας (Jährlichkeit) και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν μετά την εκπνοή του έτους. Δηλαδή οι δημοσιονομικές πράξεις προϋπολογισμού πρέπει να αναφέρονται σε ένα συγκεκριμένο οικονομικό έτος που ξεκινά από την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου και δεν μπορούν να μετακινηθούν σε άλλο οικονομικό έτος και να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό, εκτός εάν υπάρχει έκτακτη ανάγκη. Κατόπιν αυτού ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός του 2021, ύψους 60 δις με πόρους από το Ταμείο Σταθεροποίησης της Οικονομίας ύψους 200 δις ευρώ για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας, δεν μπορεί να εκτελεστεί διότι παραβιάζει το Σύνταγμα.
Με την απόφαση αυτή βέβαια άνοιξε ο ασκός του Αιόλου. Σύμφωνα με την συνταγματική επιταγή, αντισυνταγματικός θα πρέπει να είναι και ο προϋπολογισμός του 2023, ή τουλάχιστον εκείνες οι οικονομικές προβλέψεις που καλύπτονται με πόρους ύψους 37 δις από το Ταμείο Σταθεροποίησης, το οποίο σημειωτέον αποφάσισε η κυβέρνηση συνασπισμού τον Σεπτέμβριο του 2022 και χαρακτηρίστηκε από τον ίδιο τον καγκελάριο ως το «βαρύ πυροβολικό» για την αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης.
Βέβαια, ακόμη κανείς δεν έχει προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο για τον τρέχοντα προϋπολογισμό, αλλά χθες το υπουργείο Οικονομικών, με εγκύκλιό του, πάγωσε προληπτικά προϋπολογισμούς επιμέρους υπουργείων με εξαίρεση το Ειδικό Ταμείο ύψους 100 δις ευρώ για τον εκσυγχρονισμό των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, που προβλέπεται ρητώς από το Σύνταγμα, καθώς και τους προϋπολογισμούς των συνταγματικών οργάνων, όπως της Προεδρίας της Δημοκρατίας, της Βουλής, του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι παγώνουν οι χρεώσεις σε εκκρεμότητα σε όλα τα επιμέρους υπουργεία προκειμένου, σύμφωνα με την πρόθεση του υπουργείου Οικονομικών, να μην επιβαρυνθεί προκαταβολικά ο προϋπολογισμός τους για τα επόμενα έτη.
Αξίζει να αναφέρουμε δίκην παραδείγματος ότι το τμήμα 60 του τρέχοντος προϋπολογισμού προβλέπει πόρους από το Ταμείο για το Κλίμα και το Ταμείο Σταθεροποίησης της Οικονομίας προκειμένου να μειωθούν οι τιμές ενέργειας για τους καταναλωτές μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Είναι προφανές ότι μετά από όλες αυτές τις αλυσιδωτές εξελίξεις η κυβέρνηση βρίσκεται για πρώτη φορά από την ανάληψη της εξουσίας υπό τέτοια πίεση, όχι μόνο μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων, που εκφράζουν διαφορετικές απόψεις για τους ενδεδειγμένους χειρισμούς, αλλά και από την αντιπολίτευση.
Και τώρα, τι;
Αυτό είναι το πρόβλημα. Μπορούν τα μέλη της Επιτροπής Προϋπολογισμού να εγκρίνουν το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2024 σαν να μην έχει συμβεί τίποτα; Ο πρόεδρος του αντιπολιτευόμενου Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Φρίντριχ Μερτς ζήτησε να γίνουν περικοπές. Μιλώντας χθες βράδυ στην εκπομπή Maischberger στο πρώτο κανάλι της δημόσιας τηλεόρασης ARD πρότεινε για να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό να καταργηθεί το βασικό επίδομα τέκνων (Kindergrundsicherung), ο νόμος για τη θέρμανση (Heizungsgesetz) και η αύξηση του ελάχιστου κοινωνικού επιδόματος (Bürgergeld). «Δεν γίνονται όλα» τόνισε ο Μερτς, σημειώνοντας ότι η αύξηση κατά 12% που προβλέπεται τέλος του χρόνου για το ελάχιστο κοινωνικό επίδομα παραβιάζει την επιταγή για μισθολογική διαφορά και συνιστά «φρένο για ολόκληρη την οικονομία».
Επίσης η καθιέρωση του βασικού επιδόματος τέκνων με το τεράστιο γραφειοκρατικό κόστος που συνεπάγεται, αποτελεί προς το παρόν «σκέτη τρέλα». Αλλά και η σχεδιαζόμενη επιδότηση αντλιών θερμότητας θα οδηγήσει σε «τεράστιο κόστος» για το δημόσιο τομέα. Ο Φρίντριχ Μερτς δήλωσε πάντως καθαρά ότι είναι εναντίον της αύξησης των φόρων. «Η Γερμανία είναι μια χώρα με υψηλή φορολογία και δεν πρέπει να το παρακάνουμε». Αλλά ούτε πιστεύει επίσης ότι πρέπει να χαλαρώσει το φρένο του χρέους. «Προς το παρόν, δεν βλέπω ότι πρέπει να κινηθούμε προς το χρεόφρενο».
Υπό το φως των εξελίξεων η διέξοδος χαλάρωσης φρένου χρέους, που θα τεθεί και πάλι σε εφαρμογή από του χρόνου, δεν φαίνεται να είναι πλέον και τόσο ταμπού, ίσως να είναι και μονόδρομος. Αλλά θα πρέπει να καταδειχθεί ότι γίνεται λόγω έκτακτης ανάγκης για να μην έχει κριθεί αντισυνταγματικό. Στη χθεσινή ακρόαση προσκεκλημένων οικονομολόγων στην Επιτροπή Προϋπολογισμού δόθηκε έμφαση στις επιπτώσεις στην οικονομία από την πανδημία και τώρα στο «νέο σοκ» από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οικονομολόγοι, όπως ο Χένινγκ Τάπε, θεωρούν ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο άφησε μεγάλο χώρο κινήσεων προς αυτήν την κατεύθυνση. Εκείνο που συμβουλεύει είναι η επίκληση του επιχειρήματος ότι μπορεί να έχουν τελειώσει οι επιπτώσεις της πανδημίας για την υγεία αλλά όχι για την οικονομία. Μια άλλη δυσκολία είναι ότι οι συνταγματικοί δικαστές θα πρέπει να πεισθούν ότι αυτό ισχύει και αναδρομικά.
Οι πιέσεις προς τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς εντείνονται. «Θα πρέπει να βγει και να πει τι έγινε λάθος» είπε στην Süddeutsche Zeitung o Αξελ Σέφερ από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Άλλοι από το κόμμα του είναι επιφυλακτικοί ως προς το κατά πόσον ο κυβερνητικός συνασπισμός θα επιβιώσει κι από αυτή την κρίση, με τους Πράσινους να επιμένουν σε όλες τις πράσινες επενδύσεις από το Ταμείο για το Κλίμα, όπως δήλωσε ο υπουργός Οικονομίας και Περιβάλλοντος Ρόμπερτ Χάμπεκ, και τους Φιλελεύθερους να θέλουν να κρατήσουν τις κοινωνικές δαπάνες, που αντιπροσωπεύουν σήμερα το 40% του προϋπολογισμού, αλλά χωρίς να αναστείλουν το φρένο χρέους. Τετραγωνισμός του κύκλου.
Και την ώρα που οικονομικοί παράγοντες ζωγραφίζουν με μελανά χρώματα τις επιπτώσεις όλων αυτών των εξελίξεων στην επιχειρηματικότητα, την παραγωγικότητα και την απασχόληση, όλα δείχνουν ότι το χρονοδιάγραμμα της κυβέρνησης για την ψήφιση του προϋπολογισμού για το 2024 δεν θα μείνει εντός τους έτους. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από διαρροές στην Κ.Ο των Φιλελευθέρων, το κόμμα που έχει αναλάβει την ευθύνη για τα δημοσιονομικά της χώρας.
«Δεν θα ήταν κανένα πρόβλημα για τους Φιλελεύθερους αν χρειαζόμασταν μερικές εβδομάδες ακόμη για να επανεξετάσουμε διεξοδικά τα πάντα και να ετοιμάσουμε τον προϋπολογισμό του 2024 σύμφωνα με τις νέες απαιτήσεις» δήλωσε το πρωί στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων AFP ο Κρίστον Μάιερ, ειδικός σε θέματα προϋπολογισμού χωρίς να ανφέρει το τίμημα. «Μετά την απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου, το ζητούμενο είναι να γίνει ο προϋπολογισμός του 2024 νομικά ασφαλής». Εννοούσε προφανώς ασφαλής από τις δημοσιονομικές ακροβασίες του προέδρου του κόμματός του και υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντντερ.
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.