Ένα βήμα πίσω από τη Μόσχα: Λέει τώρα ότι δεν θα ζητήσει άμεσα να πληρωθεί σε ρούβλια για το φυσικό άεριο 

Η Ρωσία δεν θα ζητήσει άμεσα από τις άλλες χώρες να πληρώνουν σε ρούβλια για τις εισαγωγές φυσικού αερίου, ανακοίνωσε σήμερα το Κρεμλίνο, υποσχόμενο μια σταδιακή μετάβαση και επισημαίνοντας ότι η Μόσχα θα εργαστεί πάνω στην ιδέα να διευρύνει τον κατάλογο των προϊόντων της που εξάγει για τα οποία θα ζητεί να πληρώνεται σε ρούβλια.

Νωρίτερα σήμερα ο πρόεδρος της Δούμας Βιάτσεσλαβ Βολόντιν είχε προειδοποιήσει την ΕΕ ότι, αν θέλει ρωσικό φυσικό αέριο, θα πρέπει να πληρώνει σε ρούβλια, επισημαίνοντας ότι το ίδιο θα συμβεί και για τις εξαγωγές πετρελαίου, σιτηρών, μετάλλων, λιπασμάτων, άνθρακα και ξυλείας.

Σημειώνεται ότι το ρωσικό τελεσίγραφο για πληρωμή του αερίου σε ρούβλια έχει σημάνει συναγερμό σε όλη την Ευρώπη. Σ' αυτό το πλαίσιο ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, έχει συγκαλέσει  εκτάκτως συνεδρίαση της ομάδας διαχείρισης κρίσεων, σήμερα, Τετάρτη, 30 Μαρτίου, καθώς αύριο 31 Μαρτίου εκπνέει το τελεσίγραφο της Ρωσικής Ομοσπονδίας για την πληρωμή των συμβάσεων προμήθειας φυσικού αερίου σε ρούβλια.

Σκοπός της σύσκεψης, που θα πραγματοποιηθεί στις 5 το απόγευμα, είναι η αξιολόγηση εναλλακτικών σεναρίων για την επάρκεια εφοδιασμού της χώρας με φυσικό αέριο, σε περίπτωση διακοπής της τροφοδοσίας από τη Ρωσία.

Στη σύσκεψη θα συμμετάσχουν ο πρόεδρος της ΡΑΕ, Αθανάσιος Δαγούμας, ο πρόεδρος της Ομάδας Διαχείρισης Κρίσης και Β Αντιπρόεδρος της ΡΑΕ, Δημήτρης Φούρλαρης, η διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ, Maria Rita Galli, ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΠΑ Εμπορίας, Κώστας Ξιφαράς, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Ιωάννης Κοπανάκης και εκπρόσωπος της διοίκησης του ΑΔΜΗΕ.

Την περασμένη εβδομάδα ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έδωσε εντολή στην Gazprom να δέχεται πληρωμές για το φυσικό αέριο μόνο σε ρούβλι από τις «μη φιλικές χώρες», δηλαδή τις χώρες που έχουν επιβάλλει κυρώσεις στην Ρωσία.

Στο πλαίσιο του συναγερμού, πάντως, η Γερμανία έχει ήδη ενεργοποιήσει σχέδιο έκτακτης ανάγκης, σε τρεις φάσεις. 

Στο «επίπεδο έγκαιρης προειδοποίησης» του σχεδίου έκτακτης ανάγκης για ενδεχόμενη έλλειψη σε φυσικό αέριο, βρίσκεται από σήμερα η Γερμανία, ανακοίνωσε πριν από λίγο ο υπουργός Οικονομίας και Πολιτικής για το Κλίμα Ρόμπερτ Χάμπεκ.

Ο κ. Χάμπεκ ενεργοποίησε το συγκεκριμένο στάδιο «λόγω επικείμενης επιδείνωσης της κατάστασης εφοδιασμού», διευκρινίζοντας ωστόσο ότι για την ώρα δεν διαπιστώνεται πρόβλημα στη διαδικασία. «Πρέπει παρόλα αυτά να αυξήσουμε τα προληπτικά μέτρα ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι σε περίπτωση κλιμάκωσης από την πλευρά της Ρωσίας», δήλωσε ο υπουργός.

Πρόκειται για το πρώτο από τα τρία επίπεδα έκτακτης ανάγκης, το οποίο δεν προβλέπει περιορισμούς στη διάθεση του φυσικού αερίου και αποτελεί καθαρά προληπτική δράση, ο Ρόμπερτ Χάμπεκ απηύθυνε πάντως έκκληση προς τους καταναλωτές - ιδιώτες και επιχειρήσεις - να κάνουν «όσο το δυνατόν περισσότερη» οικονομία στη χρήση. «Κάθε κιλοβατώρα που εξοικονομούμε, βοηθά», είπε χαρακτηριστικά, ενώ διαβεβαίωσε ότι «η ομοσπονδιακή κυβέρνηση κάνει το παν προκειμένου να εξακολουθήσει να εγγυάται την ασφάλεια εφοδιασμού για τη χώρα» και πρόσθεσε ότι έχει ήδη ενημερωθεί σχετικά και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Σε ό,τι αφορά την απαίτηση της Ρωσίας να πληρώνονται σε ρούβλια οι παραδόσεις φυσικού αερίου, ο κ. Χάμπεκ τόνισε ότι η Γερμανία είναι προετοιμασμένη και «δεν θα δεχθεί καμία παραβίαση των συμβολαίων».

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ρωσικές εξαγωγές αντιστοιχούν στο 55% των εισαγωγών φυσικού αερίου της Γερμανίας για το 2021. Αν και το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 40% κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022, ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ δήλωσε ότι η Γερμανία δεν θα επιτύχει πλήρη ανεξαρτησία από τις ρωσικές προμήθειες πριν από τα μέσα του 2024.

Ποιο είναι το πρόβλημα;

Η Μόσχα ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα την θέσπιση μηχανισμού μέχρι τις 31 Μαρτίου στο πλαίσιο του οποίου οι «μη φιλικές» προς το Κρεμλίνο χώρες, όσες έχουν επιβάλει κυρώσεις κατά της Ρωσίας για την επίθεση στην Ουκρανία, θα πληρώνουν σε ρούβλια για την αγορά ρωσικού φυσικού αερίου. Το μέτρο αφορά την Γερμανία και τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες μέχρι σήμερα πληρώνουν σε δολάρια.

Ο Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο γερμανός υπουργός υπεύθυνος για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, έχει απορρίψει την ρωσική απαίτηση λέγοντας ότι τα συμβόλαια θα εφαρμοσθούν με τους όρους που προβλέπουν.

Οι μεγαλύτεροι γερμανοί πελάτες της Ρωσίας είναι οι Uniper, RWE και VNG της EnBW, που έχουν μακράς διάρκειας συμβόλαια. Δεν έχουν σχολιάσει ερωτήματα για επιμέρους προετοιμασίες για την αντιμετώπιση της διατάραξης της προμήθειας φυσικού αερίου.

Ποιο είναι το σχέδιο της Γερμανίας;

Το Σχέδιο Εκτακτης Ανάγκης του Βερολίνου για το φυσικό αέριο προβλέπει τρία επίπεδα συναγερμού.

Το πρώτο επίπεδο, που ενεργοποίησε σήμερα η γερμανική κυβέρνηση, εφαρμόζεται όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι είναι πιθανόν να υπάρξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης στις προμήθειες φυσικού αερίου. Το δεύτερο επίπεδο σημαίνει συναγερμό όταν η διατάραξη της προμήθειας ή η εξαιρετικά υψηλή ζήτηση επηρεάζουν την συνήθη ισορροπία, αλλά μπορεί να υπάρξει διόρθωση χωρίς παρέμβαση.

Το τρίτο επίπεδο αποτελεί κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης και ενεργοποιείται όταν τα μέτρα της αγοράς δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις. Στο επίπεδο αυτό, η ρυθμιστική αρχή του δικτύου, η Bundesnetzagentur, καλείται να αποφασίσει με ποιον τρόπο θα διανεμηθούν τα υπάρχοντα αποθέματα πετρελαίου στην χώρα.

Ποιος επηρεάζεται πρώτος;

Αν η Γερμανία δεν διασφαλίσει επαρκή προμήθεια φυσικού αερίου, η πρώτη που θα πληγεί θα είναι η βιομηχανία, που αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο της γερμανικής ζήτησης.

«Αυτό σημαίνει ότι χάνεται βιομηχανική παραγωγή, χάνονται εφοδιαστικές αλυσίδες», δήλωσε ο Λέοναρντ Μπίρνμπάουμ, διευθύνων σύμβουλος του ενεργειακού ομίλου E.ON στο δίκτυο ARD. «Το βέβαιο είναι ότι μιλάμε για πολύ μεγάλες απώλειες».

Τα νοικοκυριά θα έχουν προτεραιότητα έναντι της βιομηχανίας, ενώ τα νοσοκομεία, τα κέντρα φροντίδας και άλλα ιδρύματα του δημοσίου τομέα με ειδικές ανάγκες θα είναι τα τελευταία που θα πληγούν από την έλλειψη φυσικού αερίου.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ