Τον περασμένο Οκτώβριο, αφ' ότου η πρόβλεψη για το έλλειμμα του γαλλικού κράτους κατά το τρέχον έτος αυξήθηκε στο 6% επί της ετήσιας οικονομικής απόδοσης, ο πρωθυπουργός Μισέλ Μπαρνιέ παρουσίασε ένα σχέδιο για τη μείωση του δημοσιονομικού κενού στο 3% έως το 2029, όπως προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας της ΕΕ.
Ο Μπαρνιέ θέλησε να περάσει ένα μέρος του σχεδίου του από το κοινοβούλιο μέσω του προϋπολογισμού για το 2025. Μάλιστα, ο Γάλλος πρωθυπουργός επεδίωξε να παρακάμψει την Εθνοσυνέλευση, σε μία κοινοβουλευτική ακροβασία που ενδέχεται να οδηγήσει την κυβέρνησή του σε κατάρρευση. Και σε περίπτωση που συμβεί κάτι τέτοιο, η Γαλλία θα βρίσκεται στα πρόθυρα μίας όχι μόνο κυβερνητικής, αλλά και οικονομικής κρίσης.
Η Κίνα προπορεύεται
Μέχρι πρότινος πάντως οι οιωνοί για τη γαλλική οικονομία φαίνονταν ευνοϊκοί. Κατά το τρέχον έτος η ανάπτυξη υπολογίζεται σε 1,1% - τη στιγμή που το ΑΕΠ της Γερμανίας αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 0,2%. Επιπλέον, το ποσοστό ανεργίας στη Γαλλία τοποθετείται στο 7,4%, ενώ ο πληθωρισμός έχει περιοριστεί γύρω στο 2% - πριν από δύο χρόνια εξακολουθούσε να ξεπερνάει το 5%.
Τα θετικά αυτά στοιχεία ωστόσο δεν είναι σε θέση να καλύψουν μία θεμελιώδη αδυναμία της γαλλικής οικονομίας, σύμφωνα με τον Ντενί Φεράν, επικεφαλής του ινστιτούτου οικονομικών ερευνών Rexecode. «Από το 2019 οι γαλλικές – και οι ευρωπαϊκές – επιχειρήσεις έχουν χάσει σημαντικό μέρος της ανταγωνιστικής τους ικανότητας σε σύγκριση με την Κίνα», δηλώνει ο ειδικός στην DW. «Στην Ευρώπη το κόστος παραγωγής έχει αυξηθεί κατά 25% κατά μέσο όρο, ενώ στην Κίνα μόλις κατά 3%». Όσον αφορά την Ευρώπη, η συνθήκη αυτή οφείλεται στον πολύ υψηλό πληθωρισμό, στα επιτόκια, όπως και στις τιμές της ενέργειας, ιδίως μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία το 2022.
Η γαλλική οικονομία σε διαρθρωτική κρίση
Στη Γαλλία πολλοί επιχειρηματίες είναι αποθαρρυμένοι, όπως αναφέρει ο Φεράν: «Κάθε τρίμηνο ρωτάμε 1.000 Γάλλους μικρομεσαίους επιχειρηματίες για την επενδυτική τους συμπεριφορά. Στα τέλη Οκτωβρίου μόνο το 36% των ερωτηθέντων δήλωσε πως θέλει να συνεχίσει τις επενδύσεις του – το 45% θέλει να τις αναβάλει για αργότερα, ενώ το 18% δεν θέλει να επενδύσει καθόλου. Πρόκειται για μία τάση που είχε παρατηρηθεί ήδη από τις αρχές του έτους, με τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές ωστόσο έγινε πολύ πιο έντονη».
Σε δημοσκόπηση της βρετανικής Ernest & Young (EY), στην οποία συμμετείχαν 200 κορυφαία στελέχη διεθνών εταιρειών, διαπιστώθηκε πως περίπου οι μισοί εξ αυτών είχαν αποφασίσει να περιορίσουν ή να αναβάλουν τα επενδυτικά τους σχέδια στη Γαλλία.
Την αρνητική διάθεση των επενδυτών επιβεβαιώνει και ο Φιλίπ Ντρουόν, δικηγόρος ειδικευμένος στο πτωχευτικό δίκαιο στην εταιρεία Hogan Lovells. «Επί του παρόντος είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν αγοραστές για τις εταιρείες που είναι σε διαδικασία πτώχευσης. Και αυτήν την περίοδο συνεργάζομαι με 60 τέτοιες εταιρείες – δηλαδή με πάρα πολλές», δηλώνει ο δικηγόρος στην DW. «Ο αριθμός των πτωχεύσεων πλησιάζει στα επίπεδα που είχε φτάσει κατά τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2008». Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, φέτος αναμένεται να καταθέσουν αίτηση πτώχευσης περίπου 65.000 επιχειρήσεις – 9.000 περισσότερες από πέρυσι.
Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι πολλές επιχειρήσεις αναγκάζονται τώρα να αποπληρώσουν τα δάνεια που έλαβαν κατά την περίοδο της πανδημίας. Ταυτοχρόνως όμως είναι και το αποτέλεσμα «μίας διαρθρωτικής κρίσης που επηρεάζει πολλούς τομείς, όπως για παράδειγμα την αυτοκινητοβιομηχανία λόγω της μετάβασης στην ηλεκτροκίνηση, αλλά και τον κλάδο των ακινήτων, όπου υπάρχει μικρότερη ζήτηση για γραφεία, επειδή η τηλεργασία έχει γίνει τόσο δημοσφιλής». Επιπλέον, τα υψηλά επιτόκια στην κεφαλαιαγορά αποτέλεσαν εμπόδιο στην προσέλκυση επενδύσεων.
«Ένα μνημειώδες λάθος»
Η Αν-Σοφί Αλσίφ, επικεφαλής οικονομολόγος της συμβουλευτικής εταιρείας BDO, δεν πιστεύει πως η οικονομική κατάσταση είναι τόσο δραματική – χωρίς ωστόσο να συνυπολογίζουμε τον πολιτικό παράγοντα.
«Υπάρχει βελτίωση στους μακροοικονομικούς δείκτες, αλλά σε περίπτωση που η κυβέρνηση πέσει και δεν υπάρχει προϋπολογισμός για το 2025, θα μπορούσαμε να διολισθήσουμε κατευθείαν σε οικονομική κρίση – και μία τέτοια εξέλιξη θα ήταν καταστροφική», εξηγεί η οικονομολόγος στην DW. «Αυτό θα έδινε στους επενδυτές το μήνυμα πως η Γαλλία είναι ανίκανη να εφαρμόσει ένα σχέδιο για την αποπληρωμή των χρεών της».
Σε περίπτωση που η πρόταση μομφής οδηγήσει σε κατάρρευση την κυβέρνηση Μπαρνιέ, αυτό θα σήμαινε πως για το προσεχές διάστημα θα ετίθετο και πάλι σε εφαρμογή ο προϋπολογισμός του 2024. «Αυτός όμως ήταν ο προϋπολογισμός με τον οποίο το δημοσιονομικό μας κενό κατέληξε να φτάσει στο 6%», τονίζει η Αλσίφ. «Η απόφαση του Μακρόν να διαλύσει το κοινοβούλιο ήταν ένα μνημειώδες λάθος – και τώρα είμαστε αναγκασμένοι να έχουμε μία κυβέρνηση με έναν συνασπισμό, κάτι που απλούστατα δεν μπορεί να λειτουργήσει στη Γαλλία. Η πολιτική κατάσταση στη χώρα είναι απολύτως ασταθής».
«Είναι υπερβολή να πούμε πως η Γαλλία απειλείται να περάσει σε φάση οικονομικής κρίσης», σχολιάζει από την πλευρά του ο Κρίστοφερ Ντέμπικ, σύμβουλος επενδύσεων στην ελβετική εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων Pictet Asset Management. «Κάτι τέτοιο θα σήμαινε πως η Γαλλία δεν είναι πλέον σε θέση να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της – όπως συνέβη από το 2009 με την Ελλάδα».
Ο οικονομολόγος επισημαίνει πως «οι διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων στις ΗΠΑ μου λένε πως έχουν συνυπολογίσει εδώ και καιρό τον πολιτικό κίνδυνο και το spread – δηλαδή η διαφορά στα επιτόκια των κρατικών ομολόγων δεκαετίας σε σύγκριση με τη Γερμανία – βρίσκεται περίπου στις 80 μονάδες. Η Γαλλία πληρώνει επί του παρόντος κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα επιτόκια από τη Γερμανία. Και αυτή η διαφοροποίηση είναι αποδεκτή».
Είναι η Γαλλία "too big to fail”;
Τα επιτόκια για τα γαλλικά κρατικά δεκαετή ομόλογα βρίσκονται αυτήν τη στιγμή περίπου στο 3%. Όμως για πρώτη φορά στην ιστορία ξεπέρασαν αυτά της Ελλάδας. Και μέχρι την κήρυξη των πρόωρων βουλευτικών εκλογών το spread διαμορφωνόταν γύρω στις 50 μονάδες.
Αυτά τα στοιχεία είναι που ανησυχούν τον Φεράν: «Μέχρι τώρα η Γαλλία ισχυριζόταν πάντα πως είναι "too big to fail”, πως είναι δηλαδή υπερβολικά μεγάλο οικονομικό μέγεθος για να την αφήσουν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες να χρεωκοπήσει», λέει ο οικονομολόγος. «Στις Βρυξέλλες όμως οι άνθρωποι χάνουν σιγά-σιγά την υπομονή τους με την ανικανότητα της Γαλλίας να αποπληρώσει τα χρέη της» - ένα χρέος το οποίο είναι πλέον μεγαλύτερο από το γαλλικό ΑΕΠ.
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς
Πηγή: Deutsche Welle
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.