ΚΑΙΡΟΣ

Ένα πικνίκ που άλλαξε τον χάρτη της Ευρώπης

Ο πρόεδρος της Γερμανίας τίμησε 35 χρόνια μετά εκείνο το μικρό άνοιγμα στο «παραπέτασμα» που έγινε η αρχή του τέλους της Ανατολικής Γερμανίας

Ο πρόεδρος της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ τίμησε 35 χρόνια μετά εκείνο το μικρό άνοιγμα στο «παραπέτασμα», που έγινε η αρχή του τέλους της Ανατολικής Γερμανίας.Ήταν 19 Αυγούστου του 1989 όταν μια ομάδα ακτιβιστών από την Ουγγαρία, αλλά και εκπρόσωποι οργανώσεων από την Αυστρία και τη Γερμανία, αποφάσισαν να διοργανώσουν ένα «πανευρωπαϊκό πικνίκ» στα σύνορα με την Αυστρία ανάμεσα στην ουγγρική πόλη Σόπρον και την αυστριακή Ζανκτ Μαργκαρέτεν. Οι αρχές των δύο κρατών είχαν συμφωνήσει να ανοίξουν συμβολικά για τρεις ώρες τα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών, που χώριζαν το ανατολικό μπλοκ από την ουδέτερη στρατιωτικά Αυστρία. Ήταν μια δήλωση προθέσεων για το ρίξιμο των συρματοπλεγμάτων, που συμβολικά είχαν ξεκινήσει οι δύο υπουργοί Εξωτερικών Άλοϊς Μοκ και Γκιούλα Χορν τον προηγούμενο Μάιο μέσα σε πανηγυρικό κλίμα.

Ήταν όμως και ένα τεστ των προθέσεων της σοβιετικής ηγεσίας υπό τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Πώς θα αντιδρούσε η Μόσχα απέναντι σε μια τέτοια κίνηση; Στις τρεις το μεσημέρι το συρματόπλεγμα έπεσε στο προκαθορισμένο σημείο. Καμιά τριανταριά νεαροί Ανατολικογερμανοί, που είχαν μάθει για την εκδήλωση, όρμησαν για να περάσουν απέναντι, ρίχνοντας και τη σιδερένια πύλη. Οι Ούγγροι συνοριοφύλακες δεν αντέδρασαν ιδιαίτερα. Το νέο μαθεύτηκε γρήγορα από όσους έκαναν «διακοπές» στην Ουγγαρία και ακολούθησαν και άλλοι το παράδειγμά τους. Εκείνη την ημέρα 600 με 700 Ανατολικογερμανοί έγραφαν ιστορία. Ήταν η μαζικότερη καταγεγραμμένη μαζική φυγή από την DDR (Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία) προς τη Δύση.

Όσα φέρνει μια στιγμή

Ούτε οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές δεν είχαν συνειδητοποιήσει τι είχε συμβεί εκείνη την ημέρα και τι θα επακολουθούσε. Η Μόσχα σιωπούσε, όπως και το κλονισμένο ήδη καθεστώς Χόνεκερ στο Ανατολικό Βερολίνο. Τις επόμενες ημέρες, και παρά τη φύλαξη των συνόρων από τους Ούγγρους φύλακες, που δεν έδειχναν ωστόσο υπερβάλλοντα ζήλο, περίπου 100 άνθρωποι την ημέρα κατάφερναν να περάσουν «απέναντι». Μέχρι που στις 11 Σεπτεμβρίου, δύο μήνες σχεδόν πριν από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου (9 Νοεμβρίου), η Ουγγαρία άνοιγε πλήρως τα σύνορά της για τους Ανατολικογερμανούς και το κύμα φυγής μετατράπηκε σε τσουνάμι, προκαλώντας όλες τις ιστορικές εξελίξεις που ακολούθησαν τις επόμενες εβδομάδες.

Δικαιολογημένα λοιπόν αυτό το πανευρωπαϊκό πικνίκ θεωρείται ως ένα κομβικό σημείο στην ιλιγγιώδη από εκεί και μετά πορεία που πήρε η διαδικασία του τέλους της DDR, με τελικό προορισμό τη γερμανική ενοποίηση.

Δεν είναι τυχαίο που έναν χρόνο αργότερα, τον Οκτώβριο του 1990, στην επίσημη τελετή της γερμανικής ενοποίησης, ο τότε καγκελάριος Χέλμουτ Κολ δήλωνε ότι ήταν «η Ουγγαρία που πρώτη αφαίρεσε ένα κομμάτι από το Τείχος».

Απόδειξη θάρρους

Ήταν μόνο μια μικρή ρωγμή, αλλά απαιτούσε θάρρος από την ουγγρική πλευρά, που το μέγεθός του είναι δύσκολο να το κατανοήσουν όσοι δεν έζησαν εκείνες τις εποχές της διαίρεσης της Ευρώπης. Αυτό επανέλαβε και ο σημερινός πρόεδρος της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ που βρέθηκε στο Σόπρον μαζί με τον Ούγγρο ομόλογό του Τάμας Σούλυοκ. «Η Γερμανία θα είναι για πάντα ευγνώμων στους ανθρώπους στην Ουγγαρία για τη συμβολή τους στην ενότητά μας. Και ως Γερμανός πρόεδρος από τα βάθη της καρδιάς μου λέω λοιπόν: Ευχαριστούμε, αγαπητοί Ούγγροι». «Η Ευρώπη οφείλει την ελευθερία και την ενότητά της στο θάρρος του ουγγρικού λαού, στην αγάπη του για την ελευθερία και στο πάθος του για την Ευρώπη» τόνισε ο Στάινμαϊερ.

Η Ουγγαρία στην προεδρία της ΕΕ

Αναφερόμενος στο σήμερα ο Γερμανός πολιτικός επεσήμανε ότι «χρειαζόμαστε αυτό το πάθος για την Ευρώπη και πάλι», χωρίς να αναφερθεί πάντως ευθέως στον Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος συνηθίζει να μιλά για ενίσχυση της εθνικής κυριαρχίας των κρατών μελών. Ο Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ στάθηκε όμως στην ευθύνη της χώρας των Μαγυάρων που, ως προεδρεύουσα αυτό το εξάμηνο της ΕΕ, έχει τον σημαντικό ρόλο της «ενίσχυσης της ενότητας εντός της ΕΕ και της προώθησης εποικοδομητικών και κοινών λύσεων στα κοινά μελλοντικά μας ζητήματα».

Πηγή: Deutsche Welle