Κλείσιμο

Είναι ο Τραμπ δυνατός ή αδύναμος; Οι Αμερικανοί θα αποφασίσουν

Το μόνο κέντρο εξουσίας που μπορεί να αντισταθεί στον αυταρχισμό του Τραμπ είναι ο αμερικανικός λαός - Του Francis Wilkinson της στήλης Bloomberg Opinion

Του Francis Wilkinson*

Είναι η επέλαση του Ντόναλντ Τραμπ στην αμερικανική κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των τομέων που έχουν ανατεθεί στον Ίλον Μασκ, που περιφρονεί ανοιχτά το νόμο, απόδειξη ότι ο πρόεδρος είναι αδύναμος – περιορισμένος από μικρές πλειοψηφίες στο Κογκρέσο, θεσμικούς περιορισμούς στην εκτελεστική εξουσία και από τα δικαστήρια που επιβάλλουν συνταγματικά προνόμια; Ή μήπως είναι απόδειξη ότι είναι ισχυρός – απρόσβλητος από το νόμο ή την πολιτική;  

Το ερώτημα έχει διατυπωθεί από αρθρογράφους και πολιτικούς αναλυτές εδώ και μερικές εβδομάδες. Αλλά δεν πρόκειται απλώς για μια ακαδημαϊκή συζήτηση. Η απάντηση δείχνει είτε προς ένα μέλλον που νικά ο αυταρχισμός είτε προς ένα μέλλον όπου η δημοκρατία και η συνταγματική τάξη καταφέρνουν ακόμη να επιβιώσουν.  

«Οι απειλές για τη δημοκρατία στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πλέον άμεσες, σοβαρές και αυξάνονται καθημερινά», έγραψε αυτή την εβδομάδα ο ειδικός, Λάρι Ντάιμοντ. «Πολλαπλές παράνομες και αντισυνταγματικές πράξεις λαμβάνουν χώρα, ενώ τα θεσμικά αντίβαρα που περιορίζουν την αυταρχική κατάχρηση εξουσίας καταρρέουν ραγδαία».

Η άποψη ότι ο Τραμπ είναι αδύναμος βασίζεται σε μια δημοκρατική θεώρηση. Αν ο Τραμπ ήταν ένας ισχυρός ηγέτης, σύμφωνα με αυτήν την ανάλυση, θα ήταν σε θέση να επιβάλλει νομοσχέδια, να τα περάσει από το Κογκρέσο και να γίνουν νόμοι του κράτους.

Όπως έχει γράψει ο Έζρα Κλάιν:  

«Υπάρχει λόγος που ο Τραμπ κάνει όλα αυτά μέσω εκτελεστικών διαταγμάτων αντί να τα καταθέτει ως νομοθετικές προτάσεις στο Κογκρέσο. Ένας πιο ισχυρός ηγέτης θα μπορούσε να πείσει το Κογκρέσο να καταργήσει τις δαπάνες στις οποίες αντιτίθεται ή να μεταρρυθμίσει τη δημόσια διοίκηση. Η ενσωμάτωση αυτών των αλλαγών στη νομοθεσία θα τις έκανε πιο ανθεκτικές και θα του επέτρεπε να επιχειρηματολογήσει υπέρ τους με πιο στρατηγικό τρόπο». 

Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα, ο πολιτικός επιστήμονας του Ντάρτμουθ, Μπρένταν Νάιχαν, ανέπτυξε τη «θεωρία του Πράσινου Φαναριού» ως μια σατιρική απάντηση στις διαμαρτυρίες ότι ο Ομπάμα δεν είχε τη θέληση ή την ικανότητα να επιωληθεί. Οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας φαίνεται να πιστεύουν ότι αν ένας πρόεδρος προσπαθήσει αρκετά, μπορεί μαγικά να ξεπεράσει τους περιορισμούς της κοινής γνώμης και της συνταγματικής τάξης.  

Ο Τραμπ, αν και λιγότερο πιστός στο νόμο από ό,τι ο Ομπάμα, περιορίζεται επίσης από το πολίτευμα και το Σύνταγμα, σύμφωνα με αυτήν την ανάλυση.  

Όμως, η ισχύς σε ένα σύνθετο ομοσπονδιακό σύστημα με διάκριση των εξουσιών είναι πάντα σχετική. Για να αξιολογήσουμε την εξουσία του Τραμπ, πρέπει επίσης να εκτιμήσουμε τη δύναμη των αντιπάλων του.  

Στην Ουάσινγκτον, οι Δημοκρατικοί δυσκολεύονται. Ελέγχουν μειοψηφικά μπλοκ στη Βουλή και τη Γερουσία, ενώ οι ηγέτες τους φαίνεται να μην προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα. Σε όλη τη χώρα, το κόμμα ελέγχει τη μειοψηφία των πολιτειακών κυβερνήσεων. Στο Ανώτατο Δικαστήριο, η πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών δικαστών λειτουργεί ολοένα και περισσότερο ως κομματικό πολιτικό όργανο, προωθώντας τη ρεπουμπλικανική ατζέντα.  

Ο έλεγχος κάποιων πολιτειών και πόλεων από τους Δημοκρατικούς  παραμένει μια πιθανή πηγή δύναμης. Οι γενικοί εισαγγελείς των «μπλε» πολιτειών έχουν μηνύσει την κυβέρνηση Τραμπ. Και η επίθεση του Τραμπ στους μετανάστες θα αντιμετωπιστεί – αν και παραμένει ασαφές σε ποιο βαθμό – από διάφορους Δημοκρατικούς δημάρχους.  

Πέρα από την κυβέρνηση, η κοινωνία των πολιτών βρίσκεται επίσης σε κρίση. Πανεπιστήμια, μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί και ιδιωτικές εταιρείες αφαιρούν από τις ιστοσελίδες τους λέξεις που δεν αρέσουν στη MAGA. Τα εκτελεστικά διατάγματα του Τραμπ και οι μαζικές απολύσεις θέτουν σε κίνδυνο την επιστημονική βάση των ΗΠΑ.  

Οι Ρεπουμπλικανοί ενδέχεται να εκφράζουν αμφιβολίες για τις πιο ακραίες ενέργειες του Τραμπ, αλλά αυτές οι επιφυλάξεις δεν έχουν καμία επίδραση.  

Η μεγάλη πρόκληση για τον Τραμπ αυτή τη στιγμή είναι τα δικαστήρια, τα οποία έχουν κατακλυστεί από υποθέσεις που αφορούν την κυβέρνησή του.  

Όμως, στο ανώτατο επίπεδο του νομικού συστήματος βρίσκεται το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η συζήτηση για την εξουσία του Τραμπ τελείωσε τη στιγμή που ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου, Τζον Ρόμπερτς, εφηύρε την ποινική ασυλία για τον πρόεδρο.  

Η προθυμία του Τραμπ να αγνοεί τους νόμους του δίνει ευρύτερο πεδίο δράσης από έναν φυσιολογικό πολιτικό. Υπάρχει λόγος να ανησυχούμε ότι απλώς θα αγνοήσει τις δικαστικές αποφάσεις που δεν του αρέσουν.  Για παράδειγμα, το Κογκρέσο ενέκρινε την απαγόρευση του TikTok. Το Ανώτατο Δικαστήριο την επικύρωσε. Ο Τραμπ την ανέβαλε μονομερώς.

Δεδομένης της σημαντικής στροφής του αμερικανικού πολιτικού τοπίου προς τον αυταρχισμό του Τραμπ, είναι δύσκολο να δει κανείς πώς ο Τραμπ, παρά τα λάθη του, είναι στην πραγματικότητα αδύναμος.  Επί του παρόντος, ηγείται αυτού που θα μπορούσε να αποδειχθεί η πιο ανακόλουθη αναδιάταξη της εξωτερικής πολιτικής στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία, ανατρέποντας έναν αιώνα συμμαχιών με τις ευρωπαϊκές χώρες, ενώ αναζητά νέους τρόπους για να επαναφέρει την τραμπουκοκρατία του Βλαντιμίρ Πούτιν.

Κανένα υγιές πολιτικό κόμμα δεν προτείνει για πρόεδρο έναν καταδικασμένο εγκληματία που έχει προηγουμένως επιχειρήσει να ανατρέψει τη δημοκρατία. Κανένα υγιές εκλογικό σώμα δεν τον βάζει στον Λευκό Οίκο. Το 49,8% των Αμερικανών ψηφοφόρων που αποφάσισαν να του προσφέρουν άλλη μια θητεία μπορεί να έχουν ποικίλα κίνητρα για την επιλογή τους. Όλοι όμως επέλεξαν έναν προφανώς παθολογικό υποψήφιο.

Το μόνο κέντρο εξουσίας που μπορεί να αντισταθεί στον αυταρχισμό του Τραμπ είναι ο αμερικανικός λαός.  

Ενώ η δημοκρατία δέχεται επίθεση σε πλήρη κλίμακα, η αντίσταση δεν είναι μάταιη. Αλλά ούτε και αυτοενεργοποιείται. Η επιβίωση της δημοκρατίας των ΗΠΑ δεν εξαρτάται από το Σύνταγμα ή το Κογκρέσο ή το δικαστικό σώμα. Δεν θα σωθεί από ανώτερα πανεπιστήμια ή κερδοφόρες εταιρείες ή τον Τύπο. Βασίζεται πρώτα και κύρια στα δημοκρατικά αντανακλαστικά και την καλή θέληση των Αμερικανών πολιτών.

Οι Αμερικανοί έκαναν τον Τραμπ ισχυρό. Μόνο οι Αμερικανοί μπορούν να τον κάνουν αδύναμο.

Ο Francis Wilkinson* είναι αρθρογράφος του Bloomberg Opinion που καλύπτει το πολιτικό ρεπορτάζ. Ήταν συντάκτης του Week και συγγραφέας του Rolling Stone.

Πηγή: The Washington Post