Κλείσιμο

DW: Ο φόβος του πολέμου στην Ευρώπη -Τι έχει να κερδίσει η Ρωσία

Μετά τις τελευταίες κινήσεις των αμερικανικών στρατευμάτων και την έκκληση της Ουάσιγκτον προς όλους τους Αμερικανούς πολίτες να εγκαταλείψουν την Ουκρανία, παρόμοιες οδηγίες εκδίδουν η Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Οι ΗΠΑ εκτιμούν ότι μόλις εκδηλωθεί μία ρωσική επίθεση, που μπορεί μάλιστα να περιλαμβάνει αεροπορικές επιδρομές, θα είναι πολύ αργά για επαναπατρισμούς. Αλλά οι άμεσα εμπλεκόμενοι, τόσο οι Ρώσοι όσο και οι Ουκρανοί, δεν βλέπουν με καλό μάτι τις δραματικές προειδοποιήσεις που απευθύνει η Ουάσιγκτον. Και οι δύο πλευρές κάνουν λόγο για σενάρια πανικού, η δε Ρωσία βλέπει μία οργανωμένη «επιχείρηση προπαγάνδας» πίσω από τις αμερικανικές πιέσεις.

Η κατάσταση στη Ρωσία

Στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης αυτές τις μέρες το πιο σημαντικό θέμα δεν είναι οι εξελίξεις στην Ουκρανία, αλλά οι ...χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου και κυρίως οι μεγάλες διακρίσεις για τους Ρώσους αθλητές, αλλά και το σκάνδαλο ντόπινγκ που αίφνης προέκυψε με «πρωταγωνίστρια» την 15χρονη αθλήτρια του πατινάζ Καμίλα Βαλίεβα. Στα τελευταία θέματα των δελτίων περιλαμβάνονται οι ανταποκρίσεις από την εμπόλεμη περιοχή στο Ντονέτσκ, με τους κατοίκους να δηλώνουν ότι «ανησυχούν για πιθανή προέλαση των ουκρανικών στρατευμάτων». Ακολουθεί πολιτικό σχόλιο, στο οποίο η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Αναλένα Μπέρμποκ, καλείται να δει από κοντά τον «ανθρώπινο πόνο, αλλά όχι μόνο στην ουκρανική πλευρά».

Σύμφωνα με εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών μέχρι στιγμής έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 14.000 άνθρωποι στην εμπόλεμη ζώνη. Τα περισσότερα θύματα καταγράφονται στις περιοχές που ελέγχουν φιλορώσοι αυτονομιστές. Οι ντόπιοι λένε ότι, σε περίπτωση ουκρανικής επίθεσης, ελπίζουν να παρέμβουν τα στρατεύματα του Βλάντιμιρ Πούτιν «για να τους σώσουν». Περίπου 125.000 Ρώσοι στρατιώτες βρίσκονται ήδη σε ετοιμότητα.

Η κατάσταση στην Ουκρανία

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι επισημαίνει ότι από το 2014 η χώρα του βρίσκεται σε κατάσταση διαρκούς αντιπαράθεσης με τη Ρωσία. Υποστηρίζει όμως ότι τα σενάρια κλιμάκωσης που επικαλείται η Δύση μάλλον βλάπτουν παρά ωφελούν τη χώρα του. «Ο πανικός μας είναι ο καλύτερος σύμμαχος για τους εχθρούς μας», τονίζει ο πρόεδρος της Ουκρανίας, λέγοντας μάλιστα ότι «θα ήταν ευγνώμων, εάν μπορούσε κάποιος να του δώσει συγκεκριμένα και αδιάσειστα στοιχεία για επικείμενη ρωσική εισβολή».

Όλα δείχνουν ότι η Ουάσιγκτον δεν έχει συντονίσει τις ενέργειές της με το ίδιο το Κίεβο. Την Παρασκευή το Συμβούλιο Ασφαλείας της Ουκρανίας συνεδρίασε στο Χάρκοβο, σε απόσταση μόλις 30 χιλιομέτρων από τα σύνορα με τη Ρωσία, αλλά δεν έλαβε αποφάσεις για έκτακτα μέτρα. «Όταν τα σχέδια του εχθρού δημοσιεύονται, τότε αχρηστεύονται», δηλώνει μέσω Facebook η αναπληρώτρια υπουργός Άμυνας της Ουκρανίας Χάνα Μαλίχαρ. Η καθημερινότητα στο ίδιο το Κίεβο δεν προμηνύει κάτι ανησυχητικό. Ο κόσμος κυκλοφορεί στους δρόμους, τα καφέ είναι γεμάτα, πλανόδιοι μουσικοί συμπληρώνουν την εικόνα.

Τί θέλει να επιτύχει ο Πούτιν;

Στη Μόσχα ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν πρωταγωνιστεί στην τηλεφωνική διπλωματία. Θέλει πράγματι να εισβάλει στην Ουκρανία; Njet, όχι, λέει σε όλους τους συνομιλητές του, αλλά στη Δύση κανείς δεν τον πιστεύει πραγματικά. Μάλιστα ο Πούτιν έχει τονίσει στον αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν, αλλά και στον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, ότι ο ίδιος θέλει να πιέσει την Ουκρανία να υλοποιήσει δεσμεύσεις, που απορρέουν από τη μέχρι στιγμής συμφωνία για την ειρήνευση στην κοιλάδα του Ντονμπάς. Η Μόσχα έχει εξοργιστεί από δηλώσεις του ουκρανού προέδρου ότι δεν λαμβάνει σοβαρά υπόψη του τη συγκεκριμένη συμφωνία. Ωστόσο οι διαβουλεύσεις σε επίπεδο κορυφής συνεχίζονται, με τον γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς να αναμένεται τη Δευτέρα στο Κίεβο και την επόμενη μέρα στη Μόσχα.

Ο Πούτιν αναμένεται να υπενθυμίσει στον συνομιλητή του το επίμονο αίτημα της Ρωσίας για «εγγυήσεις ασφαλείας» από το ΝΑΤΟ. Η Μόσχα αισθάνεται να απειλείται από το ΝΑΤΟ και θέλει να αποτρέψει την επέκταση της Ατλαντικής Συμμαχίας στην Ουκρανία. Ήδη τα τελευταία χρόνια τα πολυάριθμα στρατιωτικά γυμνάσια του ΝΑΤΟ, καθώς και οι προμήθειες όπλων στην Ουκρανία από τους Αμερικανούς, αλλά και από άλλες δυτικές κυβερνήσεις, έχουν προκαλέσει εκνευρισμό στους Ρώσους στρατιωτικούς. Η αυξημένη στρατιωτική παρουσία στη ρωσική πλευρά των συνόρων θεωρείται μέσο πίεσης για απτά αποτελέσματα στις διαβουλεύσεις περί «εγγυήσεων ασφαλείας».

Τί κερδίζει η Ρωσία από έναν πόλεμο;

Ειδικοί εκτιμούν ότι μία πολεμική αναμέτρηση μόνο μειονεκτήματα θα είχε για τη Ρωσία. Ο Βλάντιμιρ Πούτιν κατηγορεί μάλιστα τις ΗΠΑ ότι χρησιμοποιούν την Ουκρανία ως υποχείριο για να εξυπηρετήσουν δικούς τους γεωπολιτικούς στόχους και να αποσταθεροποιήσουν τη Ρωσία. Αλλά και η Ευρώπη θα επηρεαζόταν από το ωστικό κύμα μίας πολεμικής σύγκρουσης. Ήδη σήμερα το ρωσικό και το ουκρανικό νόμισμα υποχωρούν έναντι του δολαρίου και οι επενδυτές διστάζουν να δραστηριοποιηθούν στις δύο χώρες. Ιδιαίτερα για τη ρωσική οικονομία, που βασίζεται σε εξαγωγές πρώτων υλών, οι οικονομικές συνέπειες θα ήταν οδυνηρές. «Ο Πούτιν θέλει να κερδίσει σεβασμό, επιδεικνύοντας στρατιωτική ισχύ» λέει ο Αντρέι Κλεσνίκοφ, ερευνητής στο Carnegie Center της Μόσχας. «Αλλά δεν πρόκειται να κερδίσει κάτι με τον πόλεμο, ούτε να κινητοποιήσει την κοινή γνώμη. Με πόλεμο σίγουρα δεν βελτιώνεται η πιστοληπτική ικανότητα της ρωσικής οικονομίας».

Σε περίπτωση επιθετικής ενέργειας από την πλευρά της Ρωσίας η Δύση απειλεί με σημαντικές κυρώσεις, ιδιαίτερα με ένα «τέλος» για τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2. Σχετικές δηλώσεις έχει κάνει ήδη ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, αν και η Γερμανία δεν έχει εκφράσει ξεκάθαρη στάση. Υπό συζήτηση είναι επίσης τιμωρητικά μέτρα της ΕΕ, της Μ.Βρετανίας και των ΗΠΑ, που θα εστιάζουν σε ρωσικές τράπεζες ή άλλους κομβικούς κλάδους της οικονομίας. Ένα είδος «πυρηνικής βόμβας» για τη ρωσική οικονομία θεωρείται ο ενδεχόμενος αποκλεισμός από το διεθνές σύστημα διατραπεζικών πληρωμών SWIFT, που όμως θα είχε συνέπειες και για τους δυτικούς εμπορικούς εταίρους της Μόσχας. Για πρώτη φορά πάντως η Δύση απειλεί με μέτρα που θα στρέφονται άμεσα εναντίον ολιγαρχών που διατηρούν προνομιακές σχέσεις με το Κρεμλίνο.

Πηγή: DW