Κλείσιμο

Business-friendly η Χάρις, αλλά προτιμότερος ο Τραμπ;

Η προεδρία Μπάιντεν απογείωσε την αμερικανική οικονομία και η Κάμαλα Χάρις δεν φαίνεται να επιλέγει άλλη πολιτική. Ωστόσο, κάποιοι επιχειρηματίες προτιμούν Τραμπ

Σχεδόν βέβαιη φαινόταν η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο την περασμένη εβδομάδα, μετά τα διαδοχικά σαρδάμ και παραστρατήματα του Τζο Μπάιντεν στο «στρατόπεδο» των Δημοκρατικών. Όμως η αποχώρηση του σημερινού προέδρου με παράλληλη έκφραση στήριξης προς την αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις φαίνεται να δίνει νέα πνοή στον προεκλογικό αγώνα.

Όλα δείχνουν ότι η Χάρις θα εξασφαλίσει και επισήμως το χρίσμα στο συνέδριο των Δημοκρατικών που γίνεται τον Αύγουστο στο Σικάγο. Ήδη μέσα στις πρώτες 24 ώρες μετά τις ανακοινώσεις Μπάιντεν οι προεκλογικές χορηγίες αυξήθηκαν κατά 81 εκατομμύρια δολάρια. Πολλά χρήματα προέρχονται από επιχειρηματίες, οι οποίοι ως γνωστόν μισούν την αβεβαιότητα όσο τίποτε άλλο και προφανώς αισθάνονται ανακούφιση μετά την πρωτοβουλία του Μπάιντεν να ξεκαθαρίσει το τοπίο.

«Πρώτα η Αμερική» και για την Χάρις;

Δεν είναι εύκολο να οριστεί με ακρίβεια η διαφορά ανάμεσα στην οικονομική πολιτική που επέλεξε ο Τζο Μπάιντεν και εκείνη που σχεδιάζει η Κάμαλα Χάρις. Ο Νταν Μάλινσον, επίκουρος καθηγητής Δημόσιας Διοίκησης στο Πανεπιστήμιο του Χάρισμπεργκ, λέει στην Deutsche Welle ότι «η Χάρις θεωρείται πιο προοδευτική από τον Μπάιντεν, αλλά δεν βλέπω να ακολουθεί τόσο διαφορετική οικονομική πολιτική. Και οι δύο υποστηρίζουν εξίσου τα δικαιώματα των εργαζομένων σε θέματα όπως η γονική άδεια, ενώ προκρίνουν πολιτικές κοινωνικής παρέμβασης όπως το Medicaid και το Medicare για την παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης».

Για τον επιχειρηματικό κόσμο το ερώτημα είναι περισσότερο εάν και πόσο διαφοροποιείται η Κάμαλα Χάρις από τον Ντόναλντ Τραμπ και όχι από τον Τζο Μπάιντεν. Μία από τις κύριες προτεραιότητες του πρώην προέδρου, που τώρα επιδιώκει την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, είναι μία οικονομική πολιτική προστατευτισμού με κεντρικό σύνθημα «Πρώτα η Αμερική», η οποία μεταφράζεται σε συγκεκριμένα μέτρα, όπως η επιβολή δασμών. Στον προεκλογικό αγώνα ο Τραμπ υποστηρίζει ότι θα αυξήσει κατά 10% τους δασμούς στις εισαγωγές από όλον τον κόσμο, ενώ στις εισαγωγές από την Κίνα η αύξηση θα φτάσει το 60%.

Παρά τις διακηρύξεις περί συνεργασίας, ο Τζο Μπάιντεν ως πρόεδρος όχι μόνο δεν έσπευσε να ακυρώσει δασμούς που επέβαλε ο προκάτοχός του, αλλά καθιέρωσε και νέους περιορισμούς στις εισαγωγές. Ωστόσο η «οριζόντια» επιβολή δασμών όπως αυτή που ευαγγελίζεται ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών θα προκαλούσε αρνητικές συνέπειες, αυξάνοντας τις τιμές στις ΗΠΑ, πολλαπλασιάζοντας τις πληθωριστικές πιέσεις και, τελικά, διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα τα επιτόκια δανεισμού.

Η απειλή ενός διεθνούς εμπορικού πολέμου προκαλεί ανησυχία σε πολλούς εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου, ιδιαίτερα εκείνους που δραστηριοποιούνται στην κινεζική αγορά. Μάλλον ως θετικό οιωνό βλέπουν λοιπόν την ισχυροποίηση της Κάμαλα Χάρις, που φαίνεται να εξασθενεί τον «ούριο άνεμο στα πανιά» των Ρεπουμπλικανών. Ευνοϊκές προοπτικές διαγράφονται και για καινοτόμους κλάδους, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η ηλεκτροκίνηση.

Μετοχές, δολάριο, κρυπτονομίσματα

Από την άλλη πλευρά, στους λίγους κλάδους που δεν ενθουσιάζονται με την προοπτική μίας νίκης των Δημοκρατικών περιλαμβάνονται η παραδοσιακή αυτοκινητοβιομηχανία, η συμβατική παραγωγή ενέργειας και τα κρυπτονομίσματα. Κατέχουν μία ξεχωριστή θέση στην οικονομική ατζέντα των Ρεπουμπλικανών και είχαν σχεδόν προεξοφλήσει μία επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ.

Μεταξύ άλλων ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος υπόσχεται να απορρυθμίσει την αγορά ορυκτών καυσίμων, να τερματίσει τους «παράνομους» και «αντι-αμερικανικούς» περιορισμούς που επιβάλλουν οι Δημοκρατικοί στη χρήση κρυπτονομισμάτων, αλλά και να αντιταχθεί στα σχέδια της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας η οποία έχει εξαγγείλει την έκδοση ψηφιακού νομίσματος, συμπληρώνοντας τη λειτουργία των τραπεζογραμματίων και κερμάτων.

Η οικονομική πολιτική της Χάρις

Μέχρι στιγμής ελάχιστα έχουμε ακούσει για την οικονομία από την Κάμαλα Χάρις. Ωστόσο, μία αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν ίσως μας οδηγήσει σε χρήσιμα συμπεράσματα. Ως Γενική Εισαγγελέας (υπουργός Δικαιοσύνης) στην Καλιφόρνια, η Χάρις είχε τηρήσει αυστηρή γραμμή απέναντι στη βιομηχανία πετρελαίου, αλλά και τον τραπεζικό κλάδο. Ως αντιπρόεδρος στήριξε ασφαλώς όλους τους βασικούς άξονες της πολιτικής Μπάιντεν, περιλαβανομένων των σχεδίων για την πράσινη ενέργεια, του American Rescue Plan για την καταπολέμηση των συνεπειών της πανδημίας, αλλά και του Inflation Reduction Plan για την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής.

Παράλληλα, στήριξε νόμους όπως οι CHIPS και Science Act, που προβλέπουν επενδυτικά κίνητρα για την παραγωγή ημιαγωγών εντός των ΗΠΑ. Δηλώνει αντίθετη με «οριζόντιους» εισαγωγικούς δασμούς, αλλά παρακολουθεί με ιδιαίτερη προσοχή το εμπορικό μπρα ντε φερ με την Κίνα. Σε κάθε περίπτωση, λέει ο αναλυτής Νταν Μάλινσον στην Deutsche Welle, «μία από τις προκλήσεις για τη Χάρις αυτή τη στιγμή είναι να δώσει ένα δικό της στίγμα στην οικονομική πολιτική -και όχι μόνο- χωρίς ωστόσο να αποδομήσει την ατζέντα που είχε υλοποιήσει ως αντιπρόεδρος, από κοινού με τον Τζο Μπάιντεν». Αν καταφέρει να πείσει τους ψηφοφόρους ότι μπορεί να τιθασεύσει τον πληθωρισμό και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας χωρίς να προκαλέσει αναστάτωση στην παγκόσμια οικονομία, τότε -εκτιμά ο Αμερικανός αναλυτής- η Κάμαλα Χάρις έχει πράγματι σοβαρές πιθανότητες να περάσει στην ιστορία ως η πρώτη γυναίκα που εκλέγεται πρόεδρος των ΗΠΑ.

Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου

Πηγή: Deutsche Welle