Με τη Γερουσία και τη Βουλή υπό τον έλεγχό του ο Ντόναλντ Τραμπ «στήνει» τη νέα του κυβέρνηση ωστόσο ανάλυση του BBC αναφέρει πως «δεν θα γίνεται πάντα το δικό του».
Το βράδυ των εκλογών, ο Ντόναλντ Τραμπ επανέλαβε τη φράση: «Υποσχέσεις που δόθηκαν, υποσχέσεις που τηρήθηκαν».
Τώρα, οι Ρεπουμπλικανοί έχουν πάρει επίσημα τον έλεγχο του Κογκρέσου και οι «υποσχέσεις» του είναι πολύ πιο εύκολο να τηρηθούν. Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα του Ντόναλντ Τραμπ ελέγχει και τα δύο σώματα του Κογκρέσου - τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία.
Ο μονοκομματικός έλεγχος ήταν κάποτε συνηθισμένος, ωστόσο τις τελευταίες δεκαετίες έγινε πιο σπάνιος και πιο σύντομος. Συχνά, το κόμμα στην εξουσία χάνει έδρες όταν διεξάγονται ενδιάμεσες εκλογές για το Κογκρέσο περίπου δύο χρόνια αργότερα.
Τόσο ο Τραμπ όσο και ο Τζο Μπάιντεν είχαν τον έλεγχο όλων των εξουσιών για τα δύο πρώτα τους χρόνια στον Λευκό Οίκο, αλλά είδαν επίσης ότι η κατοχή τέτοιου ελέγχου δεν αποτελεί εγγύηση για έναν πρόεδρο.
Στα πρώτα δύο χρόνια του, ο Τραμπ πέρασε ένα φορολογικό νομοσχέδιο - μειώνοντας τους εταιρικούς φόρους από 35% σε 21% και μειώνοντας ορισμένους φόρους στα φυσικά πρόσωπα. Ωστόσο, με ορισμένα μέλη του κόμματός του να αντιστέκονται στην αιφνιδιαστική άνοδό του το 2016, τα βρήκε μπαστούνια με άλλους στόχους.
Το σχέδιό του να καταργήσει τον νόμο για την «προσιτή φροντίδα» (γνωστό ως Obamacare) απέτυχε όταν ένας γερουσιαστής από το κόμμα του, ο Τζον Μακέιν, αρνήθηκε να το ψηφίσει. Δεν κατάφερε επίσης να περάσει νομοσχέδιο για τις υποδομές όπως είχε υποσχεθεί.
Από την άλλη πλευρά, στα πρώτα δύο χρόνια του, όταν οι Δημοκρατικοί έλεγχαν τη Βουλή και τη Γερουσία, ο Μπάιντεν πέτυχε να περάσει το αμερικανικό σχέδιο «διάσωσης», τον νόμο για τις επενδύσεις και τις θέσεις εργασίας και τον νόμο για τα τσιπ και την επιστήμη. Αλλά και αυτός έπρεπε να περιορίσει σημαντικά τα σχέδια επενδύσεών του μετά την αντίθεση ενός από τους γερουσιαστές του.
Όπως υπογραμμίζει η ανάλυση του BBC, ένα σημαντικό εμπόδιο για τον απόλυτο έλεγχο για κάθε κόμμα είναι ότι τα νομοσχέδια της Γερουσίας απαιτούν πλειοψηφία τριών πέμπτων, ή 60 ψήφους, ώστε οι γερουσιαστές να μην καθυστερήσουν τη νομοθεσία κρατώντας τη συζήτηση ανοιχτή.
Ακόμη και με πλειοψηφία στη Γερουσία αυτή τη φορά, ο Τραμπ δεν θα έχει τις μαγικές 60 έδρες που θα του επέτρεπαν να ξεπεράσει τις προσπάθειες της αντιπολίτευσης να καθυστερήσει τη νομοθεσία.
Την Τετάρτη, οι Ρεπουμπλικανοί στη Γερουσία επέλεξαν τον Τζον Θουν ως ηγέτη της πλειοψηφίας τους έναντι του Ρικ Σκοτ της Φλόριντα, το ξεκάθαρο φαβορί στο στρατόπεδο του Τραμπ, σε ένδειξη ότι ορισμένοι νομοθέτες μπορεί να επαναβεβαιώνουν την ανεξαρτησία τους (ο Τραμπ δεν υποστήριξε επίσημα τον Σκοτ).
Όπως αναφέρεται στην ανάλυση, εάν ο έλεγχος όλων των εξουσιών γίνει έξυπνα, ανοίγει το δρόμο για μεγάλες νομοθετικές πρωτοβουλίες.
Το πλεονέκτημα ισχύος του Τραμπ θα μπορούσε να είναι το κλειδί για την εκπλήρωση των μεγάλων υποσχέσεών του, όπως η μεγαλύτερη απέλαση μεταναστών στην ιστορία, η σαρωτική επιβολή δασμών σε ξένες εισαγωγές και η άρση μέτρων σε σχέση με την περιβαλλοντικής προστασίας.
Η χρήση νομοθεσίας για την επίτευξη αυτών των σκοπών θα καταστήσει πολύ πιο δύσκολη την ανατροπή τέτοιων σχεδίων στα δικαστήρια - κάτι από το οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ «ταλαιπωρήθηκε» στην πρώτη του θητεία. Το δικαστικό τοπίο έχει επίσης αλλάξει προς όφελος του Τραμπ.
Το χαρακτηριστικό επίτευγμα της πρώτης του θητείας ήταν η τοποθέτηση τριών συντηρητικών στο Ανώτατο Δικαστήριο - εδραιώνοντας την πλειοψηφία των δύο τρίτων για πιθανώς τις επόμενες δεκαετίες. Η πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία παρέχει επίσης ένα βασικό πλεονέκτημα. Ο Τραμπ θα είναι σε θέση να εγκρίνει τους υποψηφίους του για κυβερνητικές θέσεις πιο εύκολα, κάτι με το οποίο αγωνίστηκε το 2017, οπότε υπήρχε εσωτερική αντίσταση εναντίον του στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.
Όλα αυτά προοιωνίζουν μια πολυάσχολη και πιθανώς ταραχώδη επόμενη διετία. Αλλά, όπως δείχνει η πρόσφατη ιστορία, αυτός ο έλεγχος όλων των εξουσιών δεν διαρκεί τόσο πολύ.
Πηγή: skai.grΔιαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.