Η Τουρκία είναι ένας από τους σημαντικότερους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών στην Μέση Ανατολή κατά την μεταπολεμική περίοδο, όμως η σχέση ανάμεσα στους δύο εταίρους έχει ψυχρανθεί την τελευταία διετία.
Από τον Απρίλιο η Ουάσιγκτον έχει αναλάβει σειρά πρωτοβουλιών – σε νομοθετικό, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο – που καθιστούν σαφές στην Άγκυρα ότι η συνέχιση των καλών σχέσεων απαιτεί ευθυγράμμιση της τουρκικής πολιτικής με ορισμένα αμερικανικά συμφέροντα.
Αιχμή των διαφωνιών είναι η απόφαση της Τουρκίας να παραλάβει το ρωσικό πυραυλικό σύστημα S-400, όμως οι ΗΠΑ έχουν προειδοποιήσει πως έχουν την δυνατότητα να επιβάλουν στην Άγκυρα ένα ευρύ φάσμα συνεπειών, που θα υπερβαίνει τα εξοπλιστικά.
Το παρακάτω κείμενο συνοψίζει τις κυριότερες αμερικανικές ενέργειες και τις ποινές που ενδέχεται να υποστεί η Τουρκία.
Είτε S-400 είτε F-35
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποσαφηνίσει πως εάν η Τουρκία παραλάβει τα πρώτα φορτία των S-400 θα αποβληθεί από το πρόγραμμα ανάπτυξης των μαχητικών πέμπτης γενεάς F-35 έως την 31η Ιουλίου.
Η άμεση συνέπεια είναι πως οι ΗΠΑ θα απαγορεύσουν την παράδοση των τουλάχιστον εκατό F-35 που έχει παραγγείλει ή προτίθεται να παραγγείλει η τουρκική Πολεμική Αεροπορία και θα διακόψουν την εκπαίδευση τούρκων πιλότων στον χειρισμό του αεροσκάφους. Θα τερματιστεί επίσης η συμμετοχή τούρκων αξιωματικών στο πρόγραμμα διαχείρισης και αξιολόγησης του όπλου.
Τα εν λόγω μέτρα έχουν ήδη ενεργοποιηθεί σε έναν βαθμό. Τέσσερα F-35 που έχουν ήδη κατασκευαστεί για λογαριασμό της Τουρκίας παραμένουν στην αεροπορική βάση Λουκ στην Αριζόνα, ενώ οι ΗΠΑ δεν επέτρεψαν την εκπαίδευση των τούρκων πιλότων που ήταν προγραμματισμένο να αρχίσουν μαθήματα τον Ιούνιο.
Οι συνάδελφοί τους που ήδη εκπαιδεύονται στα F-35 θα υποχρεωθούν να εγκαταλείψουν τις Ηνωμένες Πολιτείες στις 31 Ιουλίου εάν δεν λυθεί η διένεξη.
Η οικονομική διάσταση των μαχητικών
Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα τυχόν αποβολή της Τουρκίας από την συμπαραγωγή των F-35 θα επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην αμυντική βιομηχανία της γειτονικής χώρας. Η σχεδιάστρια εταιρεία Lockheed Martin είχε παλαιότερα αποτιμήσει τις «βιομηχανικές ευκαιρίες» για τουρκικές επιχειρήσεις στα 12 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ παράλληλα θα χαθεί και η ευκαιρία για απόκτηση πολύτιμης τεχνογνωσίας.
Σύμφωνα με το Πεντάγωνο τουρκικές εταιρείες παράγουν 937 εξαρτήματα που χρησιμοποιούνται στα F-35. Περίπου 400 εξ αυτών κατασκευάζονται αποκλειστικά στην Τουρκία και αφορούν πρωτίστως τον μηχανισμό προσγείωσης και το κεντρικό τμήμα της ατράκτου. Επιπλέον η Τουρκία διαθέτει μονάδα κατασκευής και συντήρησης κινητήρων F135 που χρησιμοποιούνται στα F-35, στο Εσκίσεχιρ.
Το μερίδιο παραγωγής που αναλογεί στους Τούρκους θα μεταφερθεί σταδιακά σε άλλες επιχειρήσεις, σε πρώτη φάση αμερικανικές. Όσον αφορά την μονάδα στο Εσκίσεχιρ, οι ΗΠΑ έχουν ήδη σταματήσει να στέλνουν υλικά και εκτιμούν πως δύο αδιευκρίνιστα ευρωπαϊκά εργοστάσια μπορούν να καλύψουν το κενό.
Αναγνωρίζοντας πως η βιομηχανική συνεισφορά της Τουρκίας δεν μπορεί να μηδενιστεί εν μία νυκτί το Πεντάγωνο έχει θέσει ως ορίζοντα για την λύση της συνεργασίας τους πρώτους μήνες του 2020, δίχως να δώσει ακριβές χρονοδιάγραμμα. Έχει διαμηνύσει ωστόσο πως η διαδικασία θα επιταχυνθεί αν η γειτονική χώρα όντως παραλάβει τους S-400 πριν την 31η Ιουλίου.
Αυτή είναι μόνο η αρχή (;)
Στην επιστολή προς τον τούρκο ομόλογό του Ακάρ, στις 7 Ιουνίου, ο υπηρεσιακός υπουργός Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών Πάτρικ Σάναχαν προειδοποίησε ότι υπάρχει «ισχυρή διακομματική αποφασιστικότητα» στο Κογκρέσο για επιβολή κυρώσεων στην Άγκυρα εάν αποκτήσει τους S-400.
Προσέθεσε με νόημα ότι η αγορά του ρωσικού όπλου θα δυσκόλευε την διμερή συνεργασία εντός του NATO, θα έβλαπτε την τουρκική αμυντική βιομηχανία, θα έθετε σε κίνδυνο την οικονομία και θέσεις εργασίας και θα δυσχέραινε τις αμερικανικές προσπάθειες για σχεδόν τετραπλασιασμό του διμερούς εμπορίου.
Τυχόν κυρώσεις θα επιβληθούν με βάση τον νόμο Countering America’s Adversaries Through Sanctions (CAATSA), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το 2017 και επιτρέπει αυστηρές ποινές για πρόσωπα που συναλλάσσονται με την αμυντική βιομηχανία της Ρωσίας.
Ο CAATSA περιέχει 12 είδη κυρώσεων, που κυμαίνονται από απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ και «πάγωμα» περιουσιακών στοιχείων μέχρι απαγόρευση εξαγωγής προηγμένων οπλικών συστημάτων, απαγόρευση αγοραπωλησιών με συνάλλαγμα και απαγόρευση χρήσης του αμερικανικού τραπεζικού συστήματος για εμβάσματα ή πληρωμές.
Στην πράξη, ορισμένα από τα μέτρα που περιέχει ο CAATSA μπορούν να περιορίσουν δραστικά την πρόσβαση της Τουρκίας στην αμερικανική αγορά και στο δολάριο.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και χαμηλής έντασης κρίση στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις μπορεί να προκαλέσει σοβαρούς πονοκεφάλους στην Άγκυρα. Η οικονομία της προσπαθεί να συνέλθει από τρία τρίμηνα ύφεσης, ο πληθωρισμός βρίσκεται κοντά στο 20%, η δυνατότητα της κεντρικής τράπεζας να υπερασπιστεί την αξία της λίρας είναι περιορισμένη και πολλές επιχειρήσεις έχουν χρέη σε ξένο νόμισμα.
Υποψίες στρατηγικής αναθεώρησης
Όλα αυτά έρχονται την στιγμή που μέρος του αμερικανικού Κογκρέσου είναι διατεθειμένο να αναθεωρήσει την στρατηγική της Ουάσιγκτον στην ανατολική Μεσόγειο, δίνοντας αυξημένο βάρος στην Κύπρο, την Ελλάδα και στο Ισραήλ και παγιώνοντας δια νόμου την απαγόρευση πώλησης των F-35 στην Τουρκία εάν αγοραστούν οι S-400.
Νομοσχέδιο που κατατέθηκε με διακομματική στήριξη στην Γερουσία τον Απρίλιο προβλέπει την άρση της απαγόρευσης πώλησης όπλων στην Κύπρο και ζητά από το Πεντάγωνο να αξιολογήσει τουρκικές ενέργειες στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της μεγαλονήσου και πτήσεις τουρκικών μαχητικών στον ελληνικό εναέριο χώρο.
Επαναβεβαιώνεται επίσης η συνέχιση της στρατηγικής συνεργασίας με την Αθήνα, την Λευκωσία και το Τελ Αβίβ, γίνεται ρητή αναφορά σε αμερικανική στήριξη για κοινά γυμνάσια και προβλέπεται παροχή οικονομικής βοήθειας στην Κύπρο για στρατιωτικούς σκοπούς – κυρίως για την εκπαίδευση αξιωματικών και την καλλιέργεια καλύτερων συνεργειών.
Στο υφιστάμενο κείμενο του νομοσχεδίου δεν υπάρχει αμιγώς θετική αναφορά στην Τουρκία ή σε προοπτική αναβάθμισης της αμερικανο-τουρκικής συνεργασίας.
Οι ΗΠΑ έχουν στηρίξει την Λευκωσία σχετικά με τις εξορύξεις που επιχειρεί η Τουρκία στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας, κάνοντας λόγο για προκλητικές ενέργειες και καλώντας την Άγκυρα να αποφύγει την κλιμάκωση.
Διέξοδος μέσω διπλωματίας κορυφής;
Η τουρκική κυβέρνηση πάντως έχει διαμηνύσει επανειλημμένα πως δεν προτίθεται να υπαναχωρήσει όσον αφορά την αγορά των S-400.
Ο πρόεδρος Ερντογάν έχει χαρακτηρίσει την συμφωνία ολοκληρωμένη, ενώ ο υπουργός Άμυνας Ακάρ έχει απαντήσει τηλεφωνικά στον κ. Σάναχαν πως η επιστολή του δεν αντανακλά το πνεύμα της συμμαχικής σχέσης των δύο κρατών.
Πριν δύο εβδομάδες υπήρξαν ανεπιβεβαίωτες διαρροές πως ο κ. Ερντογάν κατάφερε να «αφοπλίσει» τις αμερικανικές απειλές για κυρώσεις κατά την διάρκεια συνομιλίας που είχε με τον κ. Τραμπ, ενώ πριν λίγες ημέρες ο τούρκος ηγέτης επανέλαβε την πίστη του στην οδό της «τηλεφωνικής διπλωματίας» σε επίπεδο κορυφής.
Οι δύο ηγέτες θα έχουν ευκαιρία να συναντηθούν στην σύνοδο του G20 που θα φιλοξενηθεί στην Ιαπωνία στα τέλη του μήνα, λιγότερο από μία εβδομάδα μετά τις επαναληπτικές δημοτικές εκλογές στην Κωνσταντινούπολη – που αποτελούν «αγκάθι» στο πλευρό του κ. Ερντογάν καθότι είναι πολύ πιθανό να χάσει τον έλεγχο της οικονομικής πρωτεύουσας της Τουρκίας.
Αστάθμητος παράγοντας είναι η απόφαση του κ. Σάναχαν να μην διεκδικήσει μονιμοποίηση στο ΥΕΘΑ και να αποχωρήσει από την θέση του, χωρίς να είναι σαφές εάν αυτό θα ελαττώσει την στοχοπροσήλωση Τραμπ όσον αφορά την ενδεχόμενη επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία. Το Πεντάγωνο έχει διαβεβαιώσει πως ο Λευκός Οίκος είναι πλήρως ευθυγραμμισμένος με τις κινήσεις για τα F-35 και τους S-400.
Όλα αυτά φυσικά δεν σημαίνουν πως η κυβέρνηση Τραμπ έχει ενστερνιστεί την λογική πως η Τουρκία του Ερντογάν είναι «χαμένο παιχνίδι». Την προηγούμενη εβδομάδα ο αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ είπε ξεκάθαρα πως η Τουρκία πρέπει να παραμείνει αγκυροβολημένη στους Δυτικούς θεσμούς.
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.