Κλείσιμο

Αρθρογράφος Hurryet: Γιατί δεν μπορεί η Τουρκία να στείλει στρατεύματα στη Λιβύη

Τους λόγους για τους οποίους δεν μπορεί η Τουρκία να αναπτύξει στρατεύματα στη Λιβύη, αναφέρει σε άρθρο του ο βετεράνος αναλυτή της τουρκικής εφημερίδας Hurriyet, Σερκάν Ντεμιρτάς. Εξηγεί πως μετά την ανατροπή Καντάφι οδηγήθηκε σε εμφύλιο πόλεμο η Λιβύη, τη στήριξη των ξένων δυνάμων προς τις αντίπαλες πλευρές ακόμη και με όπλα, αλλά και τις τεταμένες διπλωματικές σχέσεις τις Άγκυρας με τις δυτικές δυνάμεις και τη Ρωσία μετά την στρατιωτική επέμβαση στη Συρία.

Αναλυτικά το άρθρο του Σερκάν Ντεμιρτάς:

«Ο καταστροφικός εμφύλιος πόλεμος στη Λιβύη δεν φαίνεται να βαίνει σύντομα προς ειρηνική επίλυση. Καθώς μαίνεται με διαφορετικές μορφές μετά την απομάκρυνση του πρώην ηγέτη Μουαμάρ αλ Καντάφι τον Οκτώβριο του 2011, ο φονικός πόλεμος στη Λιβύη έχει δημιουργήσει δυο πανίσχυρες αντίπαλες πλευρές σε πολιτικό, ιδεολογικό και φυλετικό επίπεδο.

Ο Μουαμάρ Καντάφι την 1η Σεπτεμβρίου 2009 παρακολουθεί στρατιωτική παρέλαση στην Πράσινη Πλατεία της Τρίπολης, προστατευμένος από αλεξίσφαιρο τζάμι.

Από τη μια πλευρά της αντιπαράθεσης βρίσκεται η στηριζόμενη από τον ΟΗΕ κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας (GNA) με βάση της την Τρίπολη, υπό την ηγεσία του Φαγιέζ Μουσταφά αλ-Σαράτζ ως πρόεδρο του Προεδρικού Συμβουλίου της Λιβύης και πρωθυπουργό του GNA και από την άλλη, ο Εθνικός Στρατός της Λιβύης (LNA) με επικεφαλής τον Χαλιφά Χαφτάρ και με έδρα το Τομπρούκ.

Ο τελευταίος, χαίρει εδώ και καιρό της στρατιωτικής και πολιτικής στήριξης των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ρωσίας, των ευρωπαϊκών δυνάμεων καθώς και της Αιγύπτου και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Η Τουρκία και το Κατάρ στηρίζουν το GNA στην Τρίπολη. Υπάρχουν πληροφορίες για επανειλημμένες μεταφορές όπλων και προς τις δύο πλευρές από τους υποστηρικτές τους σε παραβίαση του εμπάργκο όπλων που έχει επιβληθεί στη Λιβύη μέσω ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Δυστυχώς η κατάσταση στη Λιβύη, μια από τις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγές χώρες στον κόσμο, έχει μετατραπεί σε έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπων (proxy war) με μάταιες διεθνείς προσπάθειες να τερματιστεί η αιματοχυσία. Συνδιάσκεψη που έχει οριστεί να γίνει περί τα τέλη Δεκεμβρίου στο Βερολίνο ενδέχεται να καθυστερήσει εξαιτίας των συνεχιζόμενων συγκρούσεων και των διαφωνιών για τη σύνθεσή του.

Σε αυτό το πλαίσιο ήρθε η ανακοίνωση της συμφωνίας σε δυο μνημόνια κατανόησης μεταξύ της Τουρκίας και του λιβυκού GNA τις τελευταίες εβδομάδες. Το ένα από αυτά αφορά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών στην Μεσόγειο και ήδη έχει βρεθεί στον πυρήνα περιφερειακής διαμάχης μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας, της Αιγύπτου και των Ελληνοκυπρίων. Αυτή η συμφωνία έχει ήδη εγκριθεί από το τουρκικό κοινοβούλιο και έχει τεθεί σε ισχύ από το GNA.

Η χειραψία του Ταγίπ Ερντογάν με τον ηγέτη του GNA της Λιβύης Φαγιέζ Μουσταφά αλ-Σαράτζ μετά τη συνάντησή τους στην Κωνσταντινούπολη στις 27 Νοεμβρίου, 2019.

Το δεύτερο αφορά την συνεργασία Τουρκίας - GNA στον τομέα της ασφάλειας αλλά ακόμη δεν έχει φτάσει στο τουρκικό κοινοβούλιο. Τούρκοι αξιωματούχοι αναφέρουν ότι η εν λόγω συμφωνία ασφάλειας και στρατιωτικής συνεργασίας με το GNA είναι μια ευρύτερη εκδοχή προηγούμενου πλαισίου συμφωνίας συνεργασίας που περιέχει την εκπαίδευση και την κατάρτιση, διαμορφώνει το νομικό πλαίσιο και ενδυναμώνει τις σχέσεις μεταξύ των στρατιωτικών δυνάμεων των δυο πλευρών.

Η Άγκυρα υπογράμμισε ότι θα συνεχίσει να στηρίζει ειρηνική επίλυση του λιβυκού προβλήματος και κάλεσε όλες τις πλευρές να ακολουθήσουν αντίστοιχο δρόμο. Σε συνέντευξή του στο TRT στις 9 Δεκεμβρίου, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξήγησε ότι η συμφωνία ασφαλείας πρέπει να θεωρείται ως συμβολή στην αναμόρφωση των μηχανισμών ασφαλείας στην Λιβύη, ζήτημα που θεωρείται ως μέρος των προσπαθειών για να επιστρέψουν στο τραπέζι των συνομιλιών για πολιτική λύση στο θέμα.

Ωστόσο, μια νέα διάσταση στο πεδίο συνεργασίας Τουρκίας – Λιβύης ήρθε στο προσκήνιο, όταν ο Ερντογάν υπονόησε ότι η Τουρκία θα μπορούσε να στείλει στρατεύματα στη Λιβύη εάν της το ζητούσε επισήμως το GNA.

«Φυσικά, τέτοια πρόσκληση (από το GNA) θα μας έδινε αυτό το δικαίωμα (αποστολής στρατευμάτων)», είπε ο Ερντογάν απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς ότι πως ενδεχόμενη ανάπτυξη στρατευμάτων θα παραβίαζε τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, θυμίζοντας ότι η Ιταλία έχει επίσης μια μικρή ομάδα στρατιωτών στη Λιβύη. Η Τουρκία θα λάβει τις αποφάσεις της σε περίπτωση που δεχθεί πρόσκληση από την κυβέρνηση της Τρίπολης, πρόσθεσε.

Αυτή τη στιγμή, δεν φαίνεται να υπάρχει δημόσια πρόσκληση στην Τουρκία για την αποστολή στρατευμάτων από το GNA. Μένει να φανεί ποια θα ήταν η αντίδραση της Τουρκίας σε μια τέτοια πρόσκληση. Σε αντίθεση με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία, η αποστολή στρατευμάτων στην Λιβύη θα οδηγούσε μετά βεβαιότητας σε ακόμα πιο ηχηρές αντιδράσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Κοινή περιπολία Ρωσίας - Τουρκίας στη βορειοανατολική Συρία την 1η Νοεμβρίου, 2019.

Σε μια περίοδο που είναι ήδη ταραγμένη η σχέση της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις για τη Συρία, να ανοίξει ένα νέο πολιτικό και στρατιωτικό μέτωπο για τη Λιβύη θα είχε ως αποτέλεσμα να ενταθούν περαιτέρω οι δεσμοί με τα εν λόγω έθνη. Ο Ερντογάν σκόπιμα διαχώρισε τη Ρωσία, λέγοντας ότι θα έχει τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν τις επόμενες ημέρες ειδικά για το θέμα της Λιβύης.

«Για το θέμα του Χαφτάρ, δεν θέλω να οδηγήσει σε μια νέα Συρία τις σχέσεις με την Ρωσία, πιστεύω επίσης ότι η Ρωσία θα αναθεωρήσει την τρέχουσα οπτική της για τον Χαφτάρ», δήλωσε ο Ερντογάν. «Είναι παράνομος, και με βάση αυτό, κάθε στήριξη που του παρέχεται συνιστά παρανομία».

Με αυτή τη δήλωση ο Ερντογάν παραδέχεται ότι η υπόθεση της Λιβύης συνιστά απλώς μια επανάληψη όσων παρατηρούμε στην Συρία και ότι μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο τον διάλογο που γίνεται μεταξύ της Άγκυρας και της Μόσχας.

Προφανώς όχι μόνο με τη Ρωσία. Μια τουρκική απόφαση αποστολής στρατευμάτων σίγουρα θα πυροδοτήσει αντιδράσεις από τη διεθνή κοινότητα, η οποία είναι κατά οποιασδήποτε ξένης παρέμβασης. Επιπλέον, η Λιβύη δεν είναι Συρία και η ανάπτυξη στρατευμάτων στην άλλη πλευρά της Μεσογείου δεν θα εκληφθεί ως μέτρο για την αντιμετώπιση θεμιτών ανησυχιών για την ασφάλεια της Τουρκίας».

Πηγή: Hurriyet