Την παραίτησή του παρέδωσε στους μητροπολίτες Αλεξανδρουπόλεως κ. Άνθιμο και Χίου κ. Μάρκο ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος. Το τελευταίο διάστημα υπήρχαν πληροφορίες ότι ο κ. Άνθιμος θα απομακρυνθεί για λόγους υγείας κάτι, που φαίνεται να επιθυμούσε και ο ίδιος.
Ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης αντιμετωπίζει εδώ και καιρό προβλήματα υγείας, που σε συνδυασμό με την προχωρημένη ηλικία του, δεν του επιτρέπουν να ασκεί τα καθήκοντά του, όπως θα επιθυμούσε.
Η ανακοίνωση της Ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλονίκης:
«Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, ανακοινούται ότι, χθες, ημέρα Δευτέρα, 7η του μηνός Αυγούστου έτους 2023, ο Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος, υπέβαλε αρμοδίως την παραίτησή του και έθεσε εαυτόν στη διάθεση του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών & πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου και της περί Αυτόν Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος».
Ο Μητροπολίτης Άνθιμος, κατά κόσμον Διονύσιος Ρούσσας, γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1934 στη Σαλμώνη Ηλείας και αφού ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του το 1952 και πέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις της Φιλοσοφικής και της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, επιλέγοντας την πρώτη. Το 1957 έλαβε πτυχίο από τη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Κατόπιν εργάστηκε ως άμισθος βοηθός της έδρας της Βυζαντινής Φιλολογίας καθώς και ως δάσκαλος στα εκπαιδευτήρια Ελληνική Παιδεία, των οποίων διετέλεσε και διευθυντής γυμνασίου, ενώ σπούδασε και στη Θεολογική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1964 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Μητροπολίτη Θήρας Γαβριήλ και τον επόμενο χρόνο, το 1965, Πρεσβύτερος. Από το 1965 ήταν προϊστάμενος στον Ιερό Ναό Αγίου Βασιλείου της οδού Μετσόβου Αθηνών, όπου παρέμεινε μέχρι την εκλογή του στη Μητροπολη Αλεξανδρούπολης, τον Ιούλιο του 1974.
Ο μητροπολίτης Άνθιμος εξελέγη μητροπολίτης το 2004 µε «μεταθετό» στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, ως διάδοχος του τότε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήµονος Β’, κατόπιν οριακής απόφασης της Ιεράς Συνόδου. Η µετάθεσή του στη Θεσσαλονίκη έγινε αφορµή µαζί µε την εκλογή των νέων µητροπολιτών για τις Μητροπόλεις Σερβίων-Κοζάνης, Ελευθερουπόλεως και Μεσογαίας να δηµιουργηθεί µεγάλη κρίση στις σχέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος µε το Οικουµενικό Πατριαρχείο. Ωστόσο, η κρίση εκτονώθηκε και η ζωή συνεχίστηκε…
Όπως η Θεσσαλονίκη είναι συµπρωτεύουσα της Ελλάδας, έτσι και η Μητρόπολή της θεωρείται «Συµβασιλεύουσα» της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Το καύχηµα, βεβαίως, κάθε µητροπολίτη Θεσσαλονίκης είναι ότι στα όρια της επαρχίας του αποκαλείται «Παναγιώτατος», ένα προνόµιο που δεν έχει ούτε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος!
Ιστορικά η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης προτιµά να εκπροσωπείται από έναν ήδη εκλεγµένο µητροπολίτη µε µετάθεσή του, η οποία πρέπει να εγκριθεί από το Οικουµενικό Πατριαρχείο. Το Φανάρι είναι αυτό που θα δώσει την «ευλογία» του για να πραγµατοποιηθεί το «µεταθετό». Συνήθως οι µητροπολίτες των Νέων Χωρών (δηλαδή Ηπείρου, Κεντρικής, Ανατολικής και Δυτικής Μακεδονίας, Θράκης και Βορείου Αιγαίου, υπάγονται µεν στην πνευµατική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου, αλλά έχουν παραχωρηθεί επιτροπικώς µε την Πατριαρχική Συνοδική Πράξη του 1928 στην Εκκλησία της Ελλάδος) είναι οι «µνηστήρες» της.
Αν, όµως, διεκδικήσει ένας µητροπολίτης των Παλαιών Χωρών να µετατεθεί στη Θεσσαλονίκη, σύµφωνα µε ερµηνείες του Κανονικού Δικαίου, δεν απαιτείται η έγκριση του Οικουµενικού Πατριαρχείου. Άλλοι πάλι θεωρούν ότι θα πρέπει να υπάρξει έγκριση του Φαναρίου. Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος σέβεται ιδιαίτερα τον µητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιµο, ο οποίος ήταν ανάµεσα στους «ισχυρούς» που αναδείχθηκαν επί Αρχιεπισκόπου Σεραφείµ.
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.