ΚΑΙΡΟΣ

Οι καταναλωτές θέλουν βιώσιμο ψάρι

Νέα έρευνα της Greenpeace αποκαλύπτει ότι οι πολίτες που καταναλώνουν ψάρια και θαλασσινά στη Μεσόγειο είναι πρόθυμοι να συμβάλουν προσωπικά στην προστασία της θάλασσας μέσα από την αλλαγή των καταναλωτικών τους συνηθειών.

Είναι έτοιμοι να περιορίσουν την κατανάλωσή τους[1] ώστε να μειωθεί η πίεση στο θαλάσσιο περιβάλλον και να διαθέσουν περισσότερα χρήματα για να υποστηρίξουν την ιδέα μιας δίκαιης και βιώσιμης αγοράς. Μέσα από το πιλοτικό πρόγραμμα “Ένα Κουτί Θάλασσα”[2] η Greenpeace δίνει τη δυνατότητα στους καταναλωτές να κάνουν την πρόθεση τους πραγματικότητα.

«Είναι προφανές ότι η συμπεριφορά των καταναλωτών υπαγορεύεται από τη σημερινή μη βιώσιμη κατάσταση των αγορών. Έχουν ανεπαρκείς πληροφορίες σχετικά με τα θαλασσινά που αγοράζουν, έχουν μια ασαφή ιδέα για το τι είναι «βιώσιμο ψάρι» , ενώ οι επιλογές τους δε γίνονται με γνώμονα τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των προϊόντων»,δήλωσε ο Άλκης Καφετζής, υπεύθυνος της εκστρατείας για τη θάλασσα στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace.

“Ωστόσο, αφού ενημερωθούν για τον σημαντικό ρόλο που μπορούν να παίξουν με την αγοραστική τους δύναμη, οι καταναλωτές είναι πρόθυμοι να κάνουν σημαντικά βήματα για την προστασία της θάλασσας»,συμπλήρωσε.

Η έρευνα διεξήχθη από το Ινστιτούτο Ερευνών Ixe σε τρεις χώρες της Μεσογείου (Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία). Βασίζεται στην ποσοτική ανάλυση των απαντήσεων που έδωσαν πολίτες σε διαδικτυακό ερωτηματολόγιο, σχετικά με τις συνήθειες τους στην κατανάλωση ψαριών και θαλασσινών στο σπίτι και σε εστιατόρια.

Μερικά από τα κύρια ευρήματα της έρευνας:

– Τα πιο δημοφιλή (εμπορικά) είδη και στις τρεις χώρες είναι είδη υπό τεράστια αλιευτική πίεση (υπεραλιευμένα ή πλήρως εκμεταλλευμένα), γεγονός που υπογραμμίζει το ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι καταναλωτές στην προστασία των θαλάσσιων πόρων μας, αν μεταβάλλουν τις καταναλωτικές τους συνήθειες.

– Οι καταναλωτές γνωρίζουν πολύ λίγα για τα ψάρια και τα θαλασσινά που καταναλώνουν. Λιγότερο από το 10% των καταναλωτών αναζητούν τον τρόπο με τον οποίο αλιεύθηκε το προϊόν (Ελλάδα: 7%, Ιταλία: 9% και η Ισπανία: 7%). Μόνο ένα μικρό ποσοστό καταναλωτών κοιτά την προέλευση των ψαριών (Ελλάδα: 20%, Ιταλία: 30% και η Ισπανία: 13%), παρόλο που φαίνεται να δείχνουν την προτίμησή τους στα ντόπια ψάρια όταν ερωτηθούν.

– Η φρεσκάδα, η τιμή και η γεύση είναι τα βασικά κριτήρια στα οποία στηρίζουν την τελική τους επιλογή. Οι Ιταλοί καταναλωτές είναι πιο ευαίσθητοι ως προς την προέλευση (εθνική ή τοπική) και τον τρόπο μαγειρέματος .

– Η Ισπανία και η Ιταλία έχουν αυξήσει την κατανάλωσή τους (ιδιαίτερα στο σπίτι), γεγονός που θα μπορούσε να αποδοθεί και στην αύξηση των εισαγόμενων ψαριών με ανταγωνιστικές τιμές, οι οποίες ωστόσο δεν αντανακλούν το πραγματικό κόστος των ψαριών και τις επιπτώσεις που επιφέρουν στο θαλάσσιο περιβάλλον. Στην Ελλάδα σημειώθηκε μείωση που είναι ιδιαίτερα εμφανής για την κατανάλωση στα εστιατόρια. Αυτό ενδέχεται να οφείλεται στην οικονομική κρίση.

– Η έννοια της βιωσιμότητας δεν είναι ιδιαίτερα σαφής στους καταναλωτές (με τους καταναλωτές στην Ελλάδα λιγότερο εξοικειωμένους 28%, την Ιταλία: 53% και την Ισπανία: 58%), γεγονός που αντανακλάται στις καθημερινές τους επιλογές. Ωστόσο, η πλειονότητα των ερωτηθέντων πιστεύει ότι η νέα σήμανση της ΕΕ[3] θα επιτρέψει στους καταναλωτές να κάνουν πιο υπεύθυνες επιλογές. Στο ίδιο πνεύμα, πιστεύουν ότι η νέα σήμανση πρέπει να επιβληθεί και στα εστιατόρια (Ελλάδα: 83%, Ιταλία: 90% και η Ισπανία: 76%).

– Οι καταναλωτές δηλώνουν μεγάλη προθυμία να συμβάλουν προσωπικά στην προστασία της θάλασσας. Είναι έτοιμοι ή πρόθυμοι να μειώσουν την ποσότητα των ψαριών που τρώνε (Ελλάδα: 88%, Ιταλία: 91% και στην Ισπανία 82%). Επιπλέον, οι περισσότεροι και στις τρεις χώρες είναι θετικοί στην ιδέα να πληρώσουν περισσότερο για τα ψάρια που τρώνε (Ελλάδα: 67% Ιταλία: 77% και η Ισπανία: 89%)[4], ειδικά αν προέρχονται από παραδοσιακές αλιευτικές μεθόδους χαμηλής έντασης, τις οποίες βαθμολογούν ως πολύ σημαντικό παράγοντα για τα ψάρια τους (Ελλάδα: 9,3 / 10, Ιταλία: 8,4 / 10 και στην Ισπανία: 8/10).

Με το 85% των ψαριών να αλιεύονται εκτός ασφαλών ορίων στη Μεσόγειο Θάλασσα[5], οι αγορές έχουν πλημμυρίσει με μη βιώσιμα προϊόντα που αλιεύονται με καταστροφικές μεθόδους ενώ οι επιλογές των καταναλωτών είναι τελικά πολύ περιορισμένες. Η ανάγκη για υπεύθυνη αλιεία και κατανάλωση είναι περισσότερο επείγουσα παρά ποτέ! Έχουμε τη δύναμη να γίνουμε μέρος της λύσης με τις επιλογές που κάνουμε κάθε μέρα και να απαιτήσουμε ένα πιο δίκαιο μοντέλο αγοράς, η οποία σέβεται το θαλάσσιο περιβάλλον, αυξάνει την ιχνηλασιμότητα και ανταμείβει τους ανθρώπους που ψαρεύουν με βιώσιμο τρόπο.

Τον Ιούνιο του 2016 η Greenpeace ξεκίνησε την πιλοτική λειτουργία του προγράμματος «Ένα Κουτί Θάλασσα»[4] με στόχο να αποδείξει έμπρακτα ότι μια τέτοια αγορά είναι εφικτή και ότι καταναλωτές και ψαράδες μαζί μπορούν να κάνουν βήματα για ένα καλύτερο μέλλον!

ΠΗΓΗ: GREENPEACE

Σημειώσεις προς συντάκτες:

[1]Δείτε την έρευνα εδώ και το σχετικό infographic εδώ

[2] Περισσότερες πληροφορίες για το «Ένα Κουτί Θάλασσα» θα βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση

[3] Ο νέο κανονισμός σήμανσης της ΕΕ είναι σε ισχύ από το Δεκέμβριο του 2014 και ορίζει τους κανόνες σήμανσης των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας για τους καταναλωτές της ΕΕ. Απαιτεί τα προϊόντα να συνοδεύονται από περισσότερες πληροφορίες συμπεριλαμβανομένης της μεθόδου αλιείας δίνοντας την ευκαιρία στους ανθρώπους να κάνουν πιο υπεύθυνες επιλογές.

[4]Πιο συγκεκριμένα: Στην Ελλάδα, το 29% δήλωσε ότι θα πλήρωνε μέχρι και 5% περισσότερο, το 25% δήλωσε ότι θα πλήρωνε μέχρι και 10% περισσότερο, το 10% δήλωσε ότι θα πλήρωνε μέχρι και 20% περισσότερο ενώ το 3% συμφώνησε να καταβάλει περισσότερο από 20% πάνω από την τρέχουσα τιμή. Στην Ιταλία, το 28% δήλωσε ότι θα πλήρωνε μέχρι και 5% περισσότερο, το 31% δήλωσε ότι θα πλήρωνε μέχρι και 10% περισσότερο, το 14% δήλωσε ότι θα πλήρωνε μέχρι και 20% περισσότερο ενώ το 4% συμφώνησε να καταβάλει περισσότερο από 20% πάνω από την τρέχουσα τιμή. Τέλος, στην Ισπανία, το 28% δήλωσε ότι θα πλήρωνε μέχρι και 5% περισσότερο, το 23% δήλωσε ότι θα πλήρωνε μέχρι και 10% περισσότερο, το 8% δήλωσε ότι θα πλήρωνε μέχρι και 20% περισσότερο ενώ το 2% συμφώνησε να καταβάλει περισσότερο από 20% πάνω από την τρέχουσα τιμή.

[5] 2016, FAO report: The State of World Fisheries and Aquaculture (SOFIA), page 44.
Πηγή: skai.gr