Τριάντα χρόνια SMS! Η υπηρεσία αποστολής μηνυμάτων «γέρασε», αλλά είναι ακόμα μαζί μας

Τριάντα χρόνια μετά την αποστολή του πρώτου SMS, τα γραπτά μηνύματα συνεχίζουν να αποτελούν έναν από τους δημοφιλέστερους τρόπους επικοινωνίας και μάλιστα παγκοσμίως.

Ένα απλό SMS αποτέλεσε το... εναρκτήριο λάκτισμα των γραπτών μηνυμάτων. «Καλά Χριστούγεννα» έγραψε ο προγραμματιστής Νιλ Πάπγουορθ στον υπολογιστή του στέλνοντας το πρώτο γραπτό μήνυμα στις 3 Δεκεμβρίου 1992 στο κινητό τηλέφωνο ενός στελέχους της Vodafone, τον Ρίτσαρντ Γιάρβις. Δεν έλαβε όμως καμία απάντηση. Πριν από 30 χρόνια δεν υπήρχαν τα κινητά τηλέφωνα με την κατάλληλη τεχνολογία που θα τους επέτρεπαν να στέλνουν και να λαμβάνουν γραπτά μηνύματα. Αυτό άλλαξε όμως μόλις 15 μήνες αργότερα.

Το πρώτο σήμα εκκίνησης για την αποστολή σύντομων μηνυμάτων δόθηκε 15 μήνες αργότερα στο Ανόβερο στην έκθεση υπολογιστών CeBIT το 1994. Στα χρόνια που ακολούθησαν υπήρξε μια τεράστια άνοδος των γραπτών μηνυμάτων. Το 2012 οι Γερμανοί πολίτες έστειλαν σχεδόν 60 δισεκατομμύρια μηνύματα, μια χρονιά ρεκόρ! Μέχρι τότε οι τιμές είχαν ήδη μειωθεί αισθητά. Όταν ξεκίνησαν να αποτελούν καθημερινότητα τα SMS, οι πάροχοι δικτύων κινητής τηλεφωνίας είχαν πολύ υψηλές χρεώσεις στα γραπτά μηνύματα των 160 χαρακτήρων.

Στην Γερμανία χαρακτηριστικά κάθε μήνυμα κόστιζε τότε 39 πφένιχ και με την εισαγωγή του ευρώ η τιμή δεν άλλαξε σημαντικά, αφού κάθε SMS κόστιζε 19 σεντ. Τα δισεκατομμύρια SMS δημιούργησαν τεράστια ροή μετρητών προς τις εταιρίες. Το 1998 ξεπεράστηκε για πρώτη φορά το όριο του ενός δισεκατομμυρίου γραπτών μηνυμάτων που στάλθηκαν στη Γερμανία. Λόγω του αυξανόμενου ανταγωνισμού ωστόσο, οι τιμές είχαν καθοδική πορεία. Έτσι οι καταναλωτές σήμερα πληρώνουν μια σταθερή μηνιαία τιμή, που συνήθως περιλαμβάνει σύντομα μηνύματα και ένα όριο τηλεφωνικών κλήσεων.

Η τεχνολογία ξεπέρασε τα SMS

Η άνοδος των υπηρεσιών messenger την τελευταία δεκαετία έχει επηρεάσει κατά κόρον τους πάροχους κινητής τηλεφωνίας, οι οποίοι δύσκολα θα τιμολογήσουν επιπλέον τα SMS. «Το 2009 εμφανίστηκε στην αγορά το WhatsApp, μια υπηρεσία που βοήθησε την άμεση ανταλλαγή μηνυμάτων να διεισδύσει στην αγορά οδηγώντας έτσι στη συρρίκνωση των γραπτών μηνυμάτων» λέει ο Μπέρνχαρντ Ρολέντερ, διευθύνων σύμβουλος της γερμανικής ψηφιακής ένωσης Bitkom.

Σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Δικτύων, ο αριθμός των SMS που στάλθηκαν το 2021 ανήλθε περίπου στα 7,8 δισ., σημειώνοντας σχετική ανάκαμψη σύμφωνα με υπολογισμούς της Bitkom από το 2020 που ο συνολικός αριθμός ήταν περίπου 7 δις. Τα SMS ωστόσο εξακολουθούν να κατέχουν μια σημαντική λειτουργία και στην ψηφιακή εποχή. «Το απλό SMS μπορεί και λειτουργεί σε οποιοδήποτε κινητό τηλέφωνο και δεν απαιτεί σύνδεση στο Διαδίκτυο ή ξεχωριστή εγγραφή» αναφέρει ο Μπέρνχαρντ Ρολέντερ. Πολλές υπηρεσίες πληρωμών, όπως οι τραπεζικές, χρησιμοποιούν επίσης τα γραπτά μηνύματα για την επαλήθευση και την ταυτοποίηση του ατόμου.

Τα SMS επιβιώνουν μέχρι σήμερα

Στην αρχή η αποστολή μηνυμάτων δεν ήταν ιδιαίτερα εύκολη διαδικασία. Οι παλαιότεροι χρήστες κινητών τηλεφώνων ίσως θυμούνται τα κινητά τηλέφωνα που είχαν μόνο τα ψηφία 0 εως το 9. Σε κάθε ένα από αυτά τα ψηφία εκχωρήθηκαν πολλά γράμματα και χαρακτήρες, τα οποία για να ενεργοποιηθούν έπρεπε κανείς να πατήσει τα κουμπιά πολλές φορές. Για τον λόγο αυτό χρησιμοποιούταν όπως γίνεται μέχρι και σήμερα πολλές συντομογραφίες π.χ. HBD που σημαίνει Happy Birthday, η κατάλληλη ευχή για το ίδιο το SMS σήμερα!
Σήμερα όμως οι χρήστες των smartphone μπορούν απλά να υπαγορεύουν με τη φωνή τους τα μηνύματα. Έρευνα της Bitkom καταγράφει πως μισοί από τους χρήστες υπαγορεύουν τα μηνύματα τους με αυτόν τον τρόπο. Ακόμη δεν υπάρχει πλέον περιορισμός στους χαρακτήρες που μπορεί κανείς να στέλνει.

Ο γραπτός τρόπος επικοινωνίας παραμένει αρκετά δημοφιλής. Το 2021 σχεδόν 800 εκατομμύρια μηνύματα στέλνονταν καθημερινά στη Γερμανία μέσω smartphone και διαφόρων υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των SMS. Κατά μέσο όρο δηλαδή 10 έως 20 μηνύματα στέλνονται σε ένα κινητό τηλέφωνο την ημέρα. Μέρικα μόνο όμως αποτελούν τα κλασικά SMS.
 

Πηγή: DW - Μίσα Έρχαρντ/ Ιωσηφίνα Τσαγκαλίδου