Μητσοτάκης: Είχαμε ένα λόγο παραπάνω να στείλουμε στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία - Μπορούμε να διεκδικήσουμε αντίστοιχη στήριξη

Την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ καταδίκασαν ξεκάθαρα και χωρίς αστερίσκους την απρόκλητη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εξέφρασε ο πρωθυπουργός ξεκινώντας την δευτερολογία του στην συζήτηση στην Βουλή για την κρίση στην Ουκρανία και τις συνέπειές της.

Αναφέρθηκε επίσης και στην συμφωνία των δύο κομμάτων ότι η ΕΕ έπρεπε να λάβει απόφαση για αυστηρό πλαίσιο κυρώσεων, που ασκούν μεγάλη πίεση στην ρωσική οικονομία.Αναφορικά με τη διαφωνία του ΣΥΡΙΖΑ για την αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία, ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι επρόκειτο για ευρωπαϊκή απόφαση με εξαίρεση τα κράτη που έχουν συνταγματικά κατοχυρωμένη ουδετερότητα.Και ο πρωθυπουργός πρόσθεσε:

«Αλλά ακόμη κι αν δεν υπήρχε ευρωπαϊκή απόφαση, η αποφάσή μας είναι η σωστή. Έχουμε περισσότερους λόγους να στηρίξουμε την Ουκρανία με αμυντικό εξοπλισμό από πολλά άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Όχι μόνο ως ένδειξη αλληλεγγύης, αλλά επειδή αποδεικνύουμε ότι στο πλαίσιο μιας σχέσης συμμαχικής, θα μπορούμε να διεκδικήσουμε αντίστοιχη στηριξη, αν ο μη γένοιτο χρειαστεί. Είναι ξεκάθαρο το επιχείρημα».

Αναφορικά με τις σχέσεις με την Τουρκία ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι ποτέ δεν έκλεισε την πόρτα στο διάλογο.

«Δεν είμαι αντίθετος σε διάλογο με Ερντογάν»

«Έχω συναντηθεί τρεις φορές με πρόεδρο Ερντογάν. Είμαι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να συναντηθώ και πράγματι η συγκυρία αυτή ενδεχομένως να ευνοούσε μια συνάντηση. Δεν είμαι αντίθετος σε τέτοια προοπτική. Προσερχόμαστε με πίστη στη δύναμη των επιχειρημάτων μας και με το πρόσθετο προηγούμενο του πόσο σημαντικές είναι οι συμμαχίες. Όλοι έχουν αντιληφθεί ότι ο αναθεωρητισμός στην πράξη μπορεί να έχει τεράστιο κόστος».

Απαντώντας στις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης για την στάση της κυβέρνησης στην ενεργειακή κρίση, σημείωσε: «Η απόφαση της κυβέρνηση να αρπάξουμε την ευκαιρία της ενεργειακής μετάβασης δεν ελήφθη τώρα. Την πήραμε εδώ και 2,5 χρόνια. Αποκτά και σημαντικά γεωπολιτικά χαρακτηριστικά. Θέλουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερη διείσδυση των ΑΠΕ, να μειώσουμε το ρωσικό φυσικό αέριο. Γι' αυτό και γίνονται συζητήσεις όχι μόνο με Κύπρο και Ισραήλ αλλά και την Αίγυπτο. Επιμένουμε ότι ο γρηγορότερος τρόπος να μπορέσουμε να φέρουμε φυσικό αέριο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη είναι με υγροποιημένο από την Αίγυπτο».

«Πιστεύω ότι στους κεντρικούς άξονες μπορούμε σε αυτή την αίθουσα να συμφωνήσουμε ώστε να κάνουμε πράξη την πράσινη μετάβαση, να περιορίσουμε στην έκθεση μας σε ρωσικό φυσικό αέριο και να ενισχύσουμε τη γεωπολιτική θέση της χώρας» συμπλήρωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τονίζοντας πως «καταλαβαίνετε πόσο σημαντική σε αυτή τη διάσταση είναι η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών. Θέλω να επισημάνω ότι το Ταμείο Ανάκαμψης αποφάσισε την εκταμίευση 3,6 δις ευρώ επιπλέον και ένα σημαντικό ποσό αυτών των πόρων θα κατευθυνθεί και προς πράσινες δράσεις. Πολιτικές όπως το «εξοικονομώ» ωφελούν κάθε ελληνικό νοικοκυριό και επιχείρηση».

Κλείνοντας την δευτερολογία του ο πρωθυπουργός είπε: «Από την συζήτηση κρατώ την συμφωνία των τριών μεγαλύτερων κομμάτων στην καταδίκη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, όπως και στην ορθότητα για την επιβολή κυρώσεων».

Κατέληξε καλώντας τον κ. Τσίπρα να επαναξιολογήσει τις θέσεις του για τις αμυντικές δαπάνες λέγοντας ότι «οι εξελίξεις δικαίωσαν όσους πίστευαν ότι η επένδυση στην άμυνα δεν είναι πολυτέλεια».

 
 
 
Ξεκινώντας την δευτερολογία του ο πρωθυπουργός άσκησε κριτική στις ομιλίες των αρχηγών του ΚΚΕ, της Ελληνικής Λύσης και του ΜέΡΑ25: «Ξεκινώ με τα μικρότερα κόμματα και έχω να πω πως βρήκα και τις τρεις ομιλίες των πολιτικών αρχηγών άκρως απογοητευτικές. Θα σας συνιστούσα κ. Βαρουφάκη να είστε πιο προσεκτικός όταν συμμετέχετε σε διεθνή διάλογο για θέματα που δεν γνωρίζετε», είπε σχετικά με την αναφορά που γραμματέα του ΜεΡΑ25, περί «φινλανδοποίησης».

«Για όσα είπε ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης, θεωρώ θλιβερό γεγονός ότι υπάρχει κόμμα στο ελληνικό κοινοβούλιο που εκφράζει το θαυμασμό του στο πολιτικό μεγαλείο του Πούτιν» είπε, ενώ συμπλήρωσε πως «για το ΚΚΕ, η αντίληψή του για την ιστορία και ιστορικά τεκταινόμενα είναι γνωστή».

Κατά την πρωτολογία του ο πρωθυπουργός υπογράμμισε: «Δεν μπορούμε να στεκόμαστε αδιάφορα απέναντι σε αυταρχικούς ηγέτες που θέλουν να ξαναζωγραφίσουν τα σύνορα. Εδώ δεν χωρούν ίσες αποστάσεις. Εδώ δεν χωρούν ίσες αποστάσεις. Ή είσαι με την ειρήνη και το Διεθνές Δίκαιο, ή είσαι απέναντί τους».

Και συνέχισε: «Δεν γίνεται μέσω απλοϊκών εικονογραφήσεων να εξισώνουμε τον θύτη με το θύμα. Δεν μπορώ να ακούω αφελή επιχειρήματα για το πώς σκοτώθηκαν ομογενείς μας στην Μαριούπολη. Εγώ ξέρω πως πριν από τη ρωσική εισβολή ζούσαν και τώρα δεν ζουν. Είμαστε με το πλευρό της Ουκρανίας, στο πλευρό της ειρήνης και της δημοκρατίας».

Ο πρωθυπουργός ακόμη είπε: «Ναι, η Ελλάδα ενισχύει την Ουκρανία και ανθρωπιστικά και στρατιωτικά. Το κάνουν οι Γερμανοί και οι Πορτογάλοι δεν θα το κάνουμε εμείς που ομογενείς σκοτώθηκαν από ρωσικές βόμβες; Και κάτι ακόμα: εάν δεν δείξουμε εμείς αλληλεγγύη, με ποιο ηθικό ανάστημα θα ζητήσουμε εμείς συμπαράσταση εάν ο μη γένοιτο προκληθούμε;».

Ολόκληρη η δευτερολογία του πρωθυπουργού

Κύριε Βαρουφάκη, ευτυχώς που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πρόφτασε και μας έβαλε στην ενωμένη Ευρώπη πριν πρωτοστατήσει ο Ανδρέας Παπανδρέου στο κίνημα των αδεσμεύτων. Σίγουρα άκουσα με πολύ μεγάλη προσοχή τις παρατηρήσεις σας και τις προτροπές σας προς τον ΣΥΡΙΖΑ και προς το Κομμουνιστικό Κόμμα. Νομίζω ότι το «προοδευτικό μέτωπο» διατάσσεται με απόλυτη σαφήνεια και ενόψει των επόμενων εκλογών θα αναμένω με ενδιαφέρον το πώς τα δύο κόμματα θα απαντήσουν στην πρόσκλησή σας.

Λίγα σχόλια, εισαγωγικά, για όσα άκουσα από τα μικρότερα κόμματα. Βρήκα και τις τρεις ομιλίες των πολιτικών αρχηγών άκρως απογοητευτικές, ξεκινώντας από τον κ. Βαρουφάκη, ο οποίος μας είπε πόσα αντιστασιακά γαλόνια έχει ο ίδιος. Φαντάζομαι ότι σε αυτήν την περίπτωση δεν διαφωνείτε επί της αρχής στην αποστολή αμυντικού υλικού προς τους Ουκρανούς, για να μπορέσουν οι ίδιοι να υπερασπιστούν την εδαφική τους ακεραιότητα;

Και θα σας συνιστούσα, από εδώ και στο εξής, να είστε πιο προσεκτικός όταν συμμετέχετε σε διεθνή διάλογο για θέματα τα οποία δεν τα γνωρίζετε και αν θέλετε να εξευτελίζεστε, εντός Ελλάδος αλλά όχι εκτός σας παρακαλώ πολύ, με την παρατήρησή σας περί Φινλανδοποίησης η οποία έδειξε παντελή άγνοια μιας πραγματικότητας, ότι η Φινλανδοποίηση δεν αποτέλεσε επιλογή του φινλανδικού λαού, αλλά ουσιαστικά επιβεβλημένη ανάγκη προσαρμογής στο «δίκαιο» του ισχυρότερου γείτονα.

Για όσα είπε τώρα ο Πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης, δεν έχω πολλά να πω. Θεωρώ θλιβερό το γεγονός ότι στο εθνικό κοινοβούλιο υπάρχει πολιτικό κόμμα το οποίο εκφράζει τον θαυμασμό του προς το πολιτικό μεγαλείο του Προέδρου Putin. Αυτό μας είπατε. Δεν νομίζω ότι κρυφτήκατε. Νομίζω ότι έπεσαν και οι τελευταίες μάσκες. Είναι ξεκάθαρο και απολύτως σαφές ποιος εκφράζει τι και ποιος υπερασπίζεται ποια θέση εντός του εθνικού κοινοβουλίου.

Δεν μπορώ, όμως, να μην εκφράσω τη λύπη μου, την έντονη λύπη μου, για όλα όσα άκουσα. Ειδικά τη στιγμή που ο Πρόεδρος Zelensky βρέθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο σήμερα -σε διαδικτυακή σύνδεση- και χειροκροτήθηκε από το σύνολο του Ευρωκοινοβουλίου, ως μία ένδειξη έμπρακτης στήριξης σε μία χώρα της οποίας η εδαφική ακεραιότητα παραβιάζεται με αυτό τον βάναυσο τρόπο.

Τώρα, για το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν έχω πολλά πράγματα να πω. Η αντίληψή του για την Ιστορία και για τα ιστορικά τεκταινόμενα είναι γνωστή. Συγκράτησα μόνο, κ. Γενικέ Γραμματέα, τη φράση σας ότι Ρωσία και Ουκρανία έζησαν αρμονικά και ειρηνικά τις δεκαετίες της Σοβιετικής Ένωσης. Φαντάζομαι με το μικρό διάλειμμα του λιμού στην Ουκρανία, όταν περίπου δολοφονήθηκαν εκατομμύρια Ουκρανών από τις συγκεκριμένες επιλογές τις οποίες έκανε τότε ο Στάλιν.

Τα λέω αυτά επειδή μας ακούν και κάποιοι νεότεροι, οι οποίοι μπορεί να μην γνωρίζουν ακριβώς την Ιστορία και θεωρώ ότι ο κοινοβουλευτικός διάλογος πρέπει να έχει και ένα παιδευτικό στοιχείο όταν μιλάμε και αρθρώνουμε δημόσιο λόγο.

Αλλά έχουμε, εξάλλου, πολλές φορές την ευκαιρία με τον Γενικό Γραμματέα να συζητούμε για το πώς αντιλαμβανόμαστε την Ιστορία. Υπάρχουν ορισμένα γεγονότα όμως τα οποία δεν νομίζω ότι επιδέχονται ουσιαστικής…

(Ομιλία κ. Κουτσούμπα μακριά από το μικρόφωνο)
Ναι, θα τα πείτε μετά.

Λοιπόν, θέλω κατ’ αρχάς να εκφράσω την ικανοποίησή μου για το γεγονός ότι και από τον ΣΥΡΙΖΑ και από το ΚΙΝΑΛ υπήρξε μία ξεκάθαρη και χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις καταδίκη της απρόκλητης εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Και μία συμφωνία στο γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έπρεπε, επιβαλλόταν, να εγκρίνει ένα αυστηρό πλαίσιο κυρώσεων, οι οποίες αυτή τη στιγμή ασκούν μία μεγάλη πίεση στη ρωσική οικονομία ως το ελάχιστον αντίμετρο, την ελάχιστη αντίδραση, σε αυτή τη συμπεριφορά της Ρωσίας, η οποία έρχεται ουσιαστικά να ξαναγράψει όλο το χάρτη της ευρωπαϊκής σταθερότητας όπως οικοδομήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το λέω αυτό διότι έχει μία μεγάλη σημασία από τη σημερινή συζήτηση να σταθούμε περισσότερο στα θετικά μηνύματα τα οποία μπορεί να εκπέμψει η Εθνική Αντιπροσωπεία και να περιορίσουμε στο ελάχιστο τις όποιες διαφωνίες μας.

Οι εξελίξεις είναι τόσο μεγάλες και τόσο σημαντικές που πραγματικά νομίζω ότι θα αδικούσαμε τη συζήτηση αν δεν επιδιώκαμε με κάποιο τρόπο να αναζητήσουμε περισσότερες συνθέσεις και να επιμείνουμε λιγότερο στις όποιες διαφωνίες μας.

Θέλω, όμως, να εκφράσω τον προβληματισμό μου για την προσέγγιση την οποία είχατε, κ. Αρχηγέ της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν το ρόλο και τη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτή την κρίση.

Πιστεύω ότι, δικαιολογημένα -σε αυτό δεν απέχουμε πολύ- ασκήσατε μία κριτική για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση επέδειξε ενδεχομένως μια αμηχανία ή μια έλλειψη αντίληψης των γεωπολιτικών εξελίξεων τα τελευταία χρόνια και δεν μπόρεσε να αρθρώσει έναν συνεπή και ουσιαστικό γεωπολιτικό λόγο.

Αυτό -κατά την άποψή μου- θα έπρεπε να σας κατατάσσει και εσάς στο στρατόπεδο όσων ισχυρίζονται ότι η επιχειρηματολογία περί στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης είναι μια επιχειρηματολογία ορθή. Και ότι μια οικονομική ένωση, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει κάποια στιγμή να μπορέσει να ευθυγραμμίσει την οικονομική της ισχύ με τη δυνατότητά της να προβάλλει γεωπολιτική, στρατιωτική και αμυντική ισχύ για να μπορούν αυτές οι δύο συνιστώσες πολιτικής να ευθυγραμμίζονται.

Αυτό ακριβώς, λοιπόν, συμβαίνει αυτή τη στιγμή ως αποτέλεσμα της ουκρανικής κρίσης. Και επιτρέψτε μου, προς το στρατόπεδο όσων έχουν ασκήσει κατά καιρούς λελογισμένη κριτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση, να πω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια επέδειξε συνολικά εξαιρετικά αντανακλαστικά. Επέδειξε εξαιρετικά αντανακλαστικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας ως προς το κοινό πρόγραμμα εμβολιασμού. Επέδειξε εξαιρετικά αντανακλαστικά ως προς τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε πρόσβαση σε σημαντικότατους πόρους για να στηρίξουμε την ανάκαμψη της οικονομίας μας. Και, ναι, επέδειξε εξαιρετικά αντανακλαστικά και στην ουκρανική κρίση που μετά από κάποιες, λίγες μέρες παγωμάρας κατάφερε και συμφώνησε σε ένα πρόγραμμα κυρώσεων πρωτοφανές για τα δεδομένα της Ευρώπης.

Ταυτόχρονα, όμως, πήρε και αποφάσεις που αφορούν τη στήριξη της άμυνας της Ουκρανίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Και επειδή αναρωτηθήκατε γιατί η Ελλάδα έπρεπε να στείλει αυτή τη στιγμή όπλα στην Ουκρανία, πρέπει να σας πω ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει ευρωπαϊκή απόφαση η οποία ουσιαστικά δεσμεύει όλα τα κράτη-μέλη, με εξαίρεση τα κράτη-μέλη τα οποία έχουν συνταγματικά κατοχυρωμένη ουδετερότητα. Είναι τρία αν δεν κάνω λάθος στον αριθμό. Τα υπόλοιπα κράτη-μέλη δεσμεύονται από αυτή την ευρωπαϊκή απόφαση.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα πρέπει να αναλογιστούμε, εδώ, σε αυτή την αίθουσα, και αν δεν υπήρχε ευρωπαϊκή απόφαση, αν η επιλογή της χώρας μας να στηρίξει στρατιωτικά την Ουκρανία ήταν ορθή ασχέτως του ευρωπαϊκού πλαισίου.

Αν, δηλαδή, με άλλα λόγια έχουμε παραπάνω ή λιγότερους λόγους από την Πορτογαλία, παραδείγματος χάρη, να στηρίξουμε την Ουκρανία με την αποστολή αμυντικού εξοπλισμού.

Η επιχειρηματολογία μου ήταν ότι έχουμε παραπάνω λόγους από πολλά άλλα ευρωπαϊκά κράτη να συνδράμουμε την Ουκρανία και με αμυντικό εξοπλισμό. Όχι μόνο για να εκφράσουμε με αυτό τον τρόπο την αλληλεγγύη μας, αλλά διότι με αυτόν τον τρόπο αποδεικνύουμε ότι στα πλαίσια μιας σχέσης συμμαχικής θα μπορούμε, ενδεχομένως, όπως είπα και στην πρωτολογία μου, ό μη γένοιτο, να διεκδικήσουμε και εμείς μια αντίστοιχη στήριξη σε περίπτωση που κι εμείς ζητήσουμε κάτι ανάλογο.

Νομίζω ότι το επιχείρημα είναι πολύ σαφές και πολύ ξεκάθαρο. Δεν είμαστε, δυστυχώς, στην πιο ασφαλή γειτονιά του πλανήτη. Ξέρετε, μερικές φορές όταν συμμετέχουμε σε μια συμμαχία δεν γνωρίζει κάποιος πότε θα ζητήσει την βοήθεια ποιανού και ποιος θα προηγηθεί και ποιος θα έπεται.

Όμως ένας συνεπής σύμμαχος ο οποίος πιστεύει στην αξία των συμμαχιών -και εμείς πιστεύουμε και στην ευρωπαϊκή οικογένεια και στην αξία του ΝΑΤΟ- οφείλει στις περιπτώσεις αυτές να μπορεί να βλέπει και να διαβάζει το γεωπολιτικό πεδίο και τα συμφέροντα της χώρας έτσι όπως διαμορφώνονται στην ευρύτερη περιοχή.

Είχαμε κάθε λόγο, λοιπόν, εμείς, πέρα και πάνω από τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, διμερώς, όπως το έκαναν πολλές άλλες χώρες, να στηρίξουμε την Ουκρανία. Είχαμε έναν λόγο παραπάνω να το κάνουμε. Και νομίζω ότι όλοι αντιλαμβάνονται με απόλυτη σαφήνεια αυτό το οποίο λέω. Αν εσείς ισχυρίζεστε ότι είχαμε έναν λόγο λιγότερο να το κάνουμε, θα ήθελα, παρακαλώ, να εξηγήσετε με πειστικό τρόπο την επιχειρηματολογία σας.

Σχετικά με αυτά τα οποία είπατε γύρω από το ζήτημα της Τουρκίας. Κύριε Τσίπρα, προσωπικά ποτέ δεν έκλεισα την πόρτα στον διάλογο με την Τουρκία. Έχω συναντηθεί τρεις φορές με τον Πρόεδρο Erdogan. Γνωρίζετε ότι παρά την ένταση και παρά την προκλητική ρητορική της Τουρκίας, το πλαίσιο των διμερών επαφών σε επίπεδο και πολιτικών διαπραγματεύσεων και μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης αλλά και διερευνητικών επαφών είναι ανοιχτό.

Ανά πάσα στιγμή είμαι προσωπικά έτοιμος να συναντηθώ με τον Πρόεδρο Erdogan και πράγματι η συγκυρία αυτή ενδεχομένως να δικαιολογούσε και μια τέτοια συνάντηση, γιατί υπάρχουν ζητήματα τα οποία θα πρέπει να συζητηθούν τα οποία αφορούν και τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τις νέες προκλήσεις που η ουκρανική κρίση έχει δημιουργήσει.

Δεν είμαι, λοιπόν, αντίθετος σε μια τέτοια προοπτική. Ούτε η χώρα κλείνει την πόρτα του διαλόγου. Προσερχόμαστε πάντα σε αυτή την συζήτηση με πίστη στη δύναμη των επιχειρημάτων μας και τώρα πιστεύω και με το πρόσθετο προηγούμενο του πόσο σημαντικές είναι οι συμμαχίες σε μία εποχή που μπορεί να βρισκόμαστε απέναντι σε δυνάμεις οι οποίες πρεσβεύουν τον αναθεωρητισμό.

Νομίζω ότι όλοι σήμερα έχουν αντιληφθεί ότι ο αναθεωρητισμός στην πράξη μπορεί να έχει τεράστιο κόστος. Και θα σταματήσω εδώ, δεν θέλω να επεκταθώ περισσότερο στο ζήτημα αυτό.

Κάνατε ορισμένα σχόλια σχετικά με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, με το γεγονός ότι δεν είχε συνεδριάσει το ΚΥΣΕΑ. Κάνετε λάθος. Το ΚΥΣΕΑ συνεδρίασε την προηγούμενη Πέμπτη και είχε εξουσιοδοτήσει όλα τα μέλη του, κατά την αρμοδιότητά τους να πάρουν τις σχετικές αποφάσεις. Είχα, δε, ενημερώσει τηλεφωνικά όλα τα μέλη του ΚΥΣΕΑ για την απόφαση να αποστείλουμε στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία. Αν ψάχνετε εντός της κυβέρνησης, στις σχέσεις τις δικές μου με τον Υπουργό Άμυνας, με τον Υπουργό Εξωτερικών, διαφωνίες, λυπάμαι, ψάξτε αλλού. Δείτε, ίσως, τα δικά σας εσωτερικά προβλήματα.

Μπορώ να σας ενημερώσω ότι οι σχέσεις μου είναι όχι απλά απόλυτα αρμονικές, αλλά υπάρχει απόλυτη σύνταξη ως προς τις βασικές αποφάσεις που αφορούν στην εξωτερική πολιτική. Αυτά επειδή είδα διάφορα ενδιαφέροντα υπονοούμενα σε ανακοινώσεις τις οποίες έβγαλε το κόμμα σας.

Έρχομαι τώρα στα ζητήματα τα οποία αφορούν την ενέργεια. Πράγματι, η απόφαση της Ελληνικής Κυβέρνησης να αρπάξουμε την ευκαιρία της ενεργειακής μετάβασης δεν ελήφθη τώρα. Είναι μία απόφαση την οποία την έχουμε λάβει εδώ και 2,5 χρόνια και την οποία υλοποιούμε με απόλυτη συνέπεια. Η απόφαση αυτή απλά αποκτά τώρα εκτός από ενεργειακά και σημαντικά γεωπολιτικά χαρακτηριστικά. Και πιστεύω ότι στους κεντρικούς άξονες των επιλογών μας είμαστε σε θέση να μπορέσουμε να συμφωνήσουμε.

Θέλουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην πατρίδα μας. Είναι κάτι το οποίο δρομολογούμε με μεγάλη ταχύτητα. Θέλουμε να μειώσουμε την εξάρτησή μας από το ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά θα χρειαστούμε φυσικό αέριο ως καύσιμο βάσης για τις επόμενες δεκαετίες.

Τι σημαίνει αυτό; Ότι θα πρέπει να εισάγουμε λιγότερο ρωσικό φυσικό αέριο και να εισάγουμε περισσότερο αέριο σε υγροποιημένη μορφή, για αυτό και μίλησα σήμερα για την ανάγκη να κατασκευάσουμε και δεύτερο σταθμό υποδοχής υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη, όπου υπάρχει ήδη η υφιστάμενη υποδομή και για αυτό και επιμένω τόσο πολύ σε πτυχές της ενεργειακής μας διπλωματίας, οι οποίες δίνουν τη δυνατότητα στη χώρα να αποτελέσει πηγή εισόδου για φυσικό αέριο, το οποίο θα βρεθεί στην ευρύτερη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου.

Γι’ αυτό και γίνονται οι συζητήσεις, όχι μόνο με την Κύπρο και με το Ισραήλ, αλλά και με την Αίγυπτο. Για αυτό και επιμένουμε ότι θα εξετάσουμε όλες τις εναλλακτικές οδεύσεις φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου και του αγωγού EastMed, εφόσον αυτός είναι οικονομικά βιώσιμος. Αλλά για αυτό επιμένουμε κιόλας ότι ο γρηγορότερος τρόπος να μπορέσουμε να φέρουμε φυσικό αέριο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή είναι μέσω υγροποιημένου φυσικού αερίου το οποίο θα έρθει από την Αίγυπτο.

Αυτό συνιστά συνολικά μία συνεκτική ενεργειακή στρατηγική, η οποία συνεπικουρείται και από σημαντικά έργα υποδομής τα οποία διευκολύνουν την ηλεκτρική διασύνδεση μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου. Έτσι ώστε να μην εισάγουμε μόνο πρωτογενώς φυσικό αέριο αλλά να εισάγουμε απευθείας φθηνή ηλεκτρική ενέργεια, παραγόμενη από ανανεώσιμες πηγές. Στην περίπτωση της Αιγύπτου μιλάμε για ενέργεια η οποία παράγεται από τον ήλιο σε ακόμα φθηνότερες τιμές από αυτή την οποία μπορούμε να παράγουμε.

Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, σε αντίθεση με πολλές ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες χρειάζονται το φυσικό αέριο πρωτίστως τον χειμώνα για να θερμαίνονται, στην Ελλάδα η εξάρτησή μας από το φυσικό αέριο σχετίζεται περισσότερο με την ηλεκτροπαραγωγή και λιγότερο, λόγω των κλιματολογικών συνθηκών μας, με τη θέρμανση.

Όλα αυτά, λοιπόν, συνιστούν μια συνεκτική ενεργειακή πολιτική. Και πιστεύω ότι στους κεντρικούς άξονες μπορούμε σε αυτή την αίθουσα τουλάχιστον να συμφωνήσουμε, έτσι ώστε να μπορέσουμε να κάνουμε πράξη την πράσινη μετάβαση, να μειώσουμε το αποτύπωμα των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, να περιορίσουμε την έκθεσή μας σε ρωσικό φυσικό αέριο και ταυτόχρονα να ενισχύσουμε τη γεωπολιτική θέση της χώρας ως προς τη δυνατότητά μας να καταστούμε πύλη εισόδου σε πρώτη φάση φυσικού αερίου, σε δεύτερη φάση ηλεκτρικής ενέργειας, σε τρίτη φάση ενδεχομένως υδρογόνου για την ευρωπαϊκή ήπειρο.

Και καταλαβαίνετε φαντάζομαι, κ. Τσίπρα, πόσο σημαντική σε αυτή τη διάσταση είναι η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών, καθώς η όποια διασύνδεση μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου θα έρχεται και θα πατάει ακριβώς πάνω σε αυτή τη συμφωνία, η οποία στην πράξη δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν.

Επίσης, θέλω να επισημάνω ότι το Ταμείο Ανάκαμψης αποφάσισε την εκταμίευση του επιπλέον ποσού των 3,6 δισεκατομμυρίων ευρώ για την πατρίδα μας μετά την προκαταβολή των 4 δισεκατομμυρίων. Είμαστε η τρίτη ευρωπαϊκή χώρα η οποία εξασφαλίζει αυτή την εκταμίευση. Και ένα σημαντικό ποσό αυτών των πόρων θα κατευθυνθεί και προς πράσινες δράσεις, καθώς όπως γνωρίζετε άνω του 30% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης θα υποστηρίξουν την πράσινη μετάβαση.

Αναφέρομαι σε πολιτικές οι οποίες έχουν ένα πολύ σημαντικό οικονομικό αλλά και κοινωνικό αποτύπωμα, πολιτικές όπως το «Εξοικονομώ». Δεν είναι πολιτικές αυτές, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, που ωφελούν τους λίγους, τους μεγάλους, τα μεγάλα συμφέροντα όπως επιμένετε να ισχυρίζεστε. Είναι πολιτικές που ωφελούν το κάθε ελληνικό νοικοκυριό, την κάθε ελληνική επιχείρηση, καθώς δίνουν τη δυνατότητα να μπορέσουν να αναβαθμίσουν το κτηριακό τους απόθεμα, να μειώσουν τις καταναλώσεις ενέργειας και ταυτόχρονα να συνδράμουν με αυτό τον τρόπο στους συνολικούς εθνικούς στόχους για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Κλείνω, κ. Πρόεδρε, με μία γενική τοποθέτηση. Στην πλούσια ελληνική Ιστορία, την οποία είχαμε την ευκαιρία με την αφορμή των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης να επανεξετάσουμε, πιστεύω, με κριτικό μάτι, δεν ήταν λίγες οι στιγμές που έπρεπε να παρθούν αποφάσεις εθνικής σημασίας.

Όσες φορές η χώρα μας πήρε καθαρή θέση, όσες φορές η χώρα μας συντάχθηκε με τους φυσικούς μας συμμάχους, η χώρα μας βγήκε κερδισμένη. Δεν ισχυρίζομαι σε καμία περίπτωση ότι η απόφασή μας να αποστείλουμε στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία είναι αντίστοιχης σημασίας με άλλες αποφάσεις που πάρθηκαν από άλλους έλληνες ηγέτες οι οποίοι βρέθηκαν σε εξαιρετικά κρίσιμα σταυροδρόμια. Σηματοδοτεί όμως μια προσέγγιση στα πράγματα. Μια ξεκάθαρη αντίληψη για το που ανήκουμε, μια πίστη στην ανάγκη της χώρας μας να συμμετέχει σε διεθνείς συμμαχίες από τις οποίες μπορεί και να βγει ωφελημένη και στις οποίες μπορεί να προσφέρει. Και εν τέλει μια συνολική ματιά στα πράγματα για το τι είναι σωστό και λάθος στην πολιτική και στις διεθνείς σχέσεις.

Η επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι μία κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Και για μια χώρα η οποία έχει κάνει την υπεράσπιση του Διεθνούς Δικαίου σημαία στον αγώνα υπεράσπισης των δικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων οποιαδήποτε ολιγωρία, οποιαδήποτε αμφισημία, οποιαδήποτε αίσθηση ότι δεν είμαστε σίγουροι για το πού πατάμε και πού κατευθυνόμαστε, πιστεύω ότι τελικά θα ζημίωνε τα εθνικά συμφέροντα.


Γι’ αυτό και από τη σημερινή συζήτηση κρατώ τη συμφωνία τουλάχιστον των τριών μεγαλύτερων κομμάτων στην ομόθυμη καταδίκη της ρωσικής εισβολής, στην ορθότητα της επιβολής των κυρώσεων και θα σας ζητήσω, κ. Τσίπρα, ενδεχομένως να επαναξιολογήσετε τις συνολικότερες σας θέσεις σχετικά με τις αμυντικές δαπάνες τις οποίες κάνει η χώρα.

Νομίζω, ότι οι εξελίξεις δικαίωσαν όσους πίστευαν ότι η επένδυση στην άμυνα δεν είναι μια πολυτέλεια. Είναι μια ανάγκη. Είναι η υπέρτατη ανάγκη και η απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι η χώρα ελεύθερη και να απολαμβάνουν οι Έλληνες ευημερία.

Πηγή: skai.gr