Ο Μητσοτάκης, ο Σαμαράς και η αντιπολίτευση

Η ιστορία με τον Αντώνη Σαμαρά επαναλαμβάνεται, ωστόσο πλέον ισχυρός αντίπαλος απέναντι στην κυβέρνηση δεν υπάρχει

Του Αντώνη Αντζολέτου

Τον Οκτώβριο του 1992 ο Αντώνης Σαμαράς παραιτήθηκε από τη βουλευτική του έδρα και αποχώρησε από τη Νέα Δημοκρατία.

Είχε ήδη από τον Απρίλιο απομακρυνθεί από το υπουργείο Εξωτερικών.

Οι συνθήκες στο πολιτικό τοπίο ήταν πολύ διαφορετικές. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε απέναντί του μια πολύ ισχυρή αξιωματική αντιπολίτευση με τον Ανδρέα Παπανδρέου να αποκτά το ρεύμα που είχε τη δεκαετία του 80.

Απόδειξη, πως στις πρόωρες εκλογές του 1993 το ΠΑΣΟΚ κέρδισε με ποσοστό 46,88% με πάνω από 3,2 εκατομμύρια πολίτες να το ξαναφέρνουν στην εξουσία. Αριθμός ψήφων ρεκόρ για τα μεταπολιτευτικά χρονικά.

Η ιστορία με τον Αντώνη Σαμαρά επαναλαμβάνεται, ωστόσο πλέον ισχυρός αντίπαλος απέναντι στην κυβέρνηση δεν υπάρχει.

Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ σαφώς και υπολογίζεται, όμως το πολιτικό τοπίο εξακολουθεί να είναι ακόμα μια «κινούμενη άμμος».

Τι σημαίνει αυτό; Η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και το 17,8% των εκλογών του 2023 τελικά δεν έκανε καλό στη γαλάζια παράταξη.

Η συσπείρωση της Νέας Δημοκρατίας τόσο το 2019 όσο και πριν από ενάμιση χρόνο και το γεγονός πως δυο φορές έφτασε το 40% δημιουργήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ανησυχία και τον φόβο ο ΣΥΡΙΖΑ να ξαναβρεθεί στα πράγματα.

Πλέον η πόλωση που προκλήθηκε ανάμεσα στα δυο κόμματα από το 2012 έως το 2019 δεν υπάρχει.

Αυτό το περιβάλλον σε συνδυασμό με το όχι καλό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δημιούργησε ένα διαφορετικό πλαίσιο για την αναβίωση της κόντρας Σαμαρά με την οικογένεια Μητσοτάκη, πολύ πιο ευνοϊκό, σε σχέση με ό,τι συνέβη 32 χρόνια πριν.

Όχι πως ο πρώην πρωθυπουργός δε θα εξέφραζε σε άλλες συνθήκες τις διαφωνίες του σε σχέση με τα εθνικά θέματα. Πάντα το έκανε και σε υψηλούς τόνους. Απλώς με την ακρίβεια να πιέζει χαμηλά και μεσαία στρώματα και με τον «εφησυχασμό» που προκαλεί η έλλειψη απειλής της εξουσίας, από το καλοκαίρι του 2023 και μετά, οι άμυνες της κυβέρνησης να συγκρατήσει το πιο συντηρητικό - δεξιό της κοινό είναι λιγότερο ισχυρές. 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης «ζύγισε» τα πράγματα και είδε πως αν δεν απαντούσε στις επιθέσεις του Αντώνη Σαμαρά στην πορεία θα είχε μεγαλύτερα προβλήματα.

Επέδειξε πυγμή, καθώς όλα τα σημάδια έδειχναν πως η σύγκρουση δε θα μπορούσε να αποφευχθεί. Ήθελε να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Και μπορεί η μάχη του προϋπολογισμού να μη μοιάζει τόσο δύσκολη, όμως η εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας στις αρχές του νέου χρόνου θα είναι το μεγάλο «crash test».

Υπάρχει ρίσκο στην επιλογή του πρωθυπουργού; Ενδεχομένως ναι, με δεδομένο πως η νίκη του Τραμπ μπορεί να προκαλέσει ένα νέο κύμα ενίσχυσης των ακροδεξιών δυνάμεων. 

Η αντιπολίτευση παρακολουθεί τις εξελίξεις και τις «φουρτούνες» που ξαφνικά απόκτησε η Πειραιώς. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δρόμο ακόμα μπροστά του μέχρι να αναδείξει τη νέα του ηγεσία και να βρει τα πατήματα του.

Η ανάκαμψη εκτιμάται πως αν επιτευχθεί θα πάρει πολύ χρόνο και θα γίνει σε ειδικές συνθήκες. Πολύ λίγο σε αυτή τη φάση τον απασχολούν αυτά που συμβαίνουν στην πλειοψηφία.

Στο ΠΑΣΟΚ, με όσα γίνονται στη γαλάζια παράταξη, έχουν ακόμα έναν λόγο να αισιοδοξούν και να προτάσσουν, όπως ανέφερε ο Κώστας Τσουκαλάς στον ΣΚΑΪ, πως αποτελούν τη «νησίδα σταθερότητας» στο πολιτικό σκηνικό.

Με αυτό το αφήγημα θα επιδιώξουν να μειώσουν περαιτέρω την ψαλίδα με τη Νέα Δημοκρατία. Εκτιμούν πως στην κυβέρνηση υπάρχουν φυγόκεντρες δυνάμεις που πρέπει να εκμεταλλευτούν.