Κλείσιμο

Η δυναμική των κομμάτων της κεντροαριστεράς και η δύσκολη «εξίσωση» της συνένωσης 

Όλα τα κόμματα που θεωρητικά τουλάχιστον συγκαταλέγονται στην κεντροαριστερά και πέτυχαν ποσοστό άνω του 1% στις ευρωεκλογές (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Πλεύση Ελευθερίας, ΜέΡΑ25, Νέα Αριστερά, ΚΟΣΜΟΣ), χωρίς να υπολογίζεται το ΚΚΕ, αθροίζουν ένα ποσοστό που φτάνει στο 37,2%.

Του Αντώνη Αντζολέτου

Ο Αλέξης Τσίπρας στη διεθνή διάσκεψη που διοργάνωσε το Ινστιτούτο του μίλησε για τους κινδύνους που υπάρχουν από τον κατακερματισμό του προοδευτικού χώρου. Από το περσινό καλοκαίρι και μετά - και ακόμα περισσότερο στις τελευταίες ευρωεκλογές - το γεγονός αυτό αποτυπώθηκε και έκανε ακόμα πιο δύσκολο το έργο όσων οραματίζονται ενοποίηση των δυνάμεων. Επιβεβαιώθηκε ουσιαστικά πως η Νέα Δημοκρατία αυτή την περίοδο παίζει χωρίς αντίπαλο και για αυτό άλλωστε η μεγάλη πτώση των ποσοστών της δεν προκάλεσε πολλούς εσωτερικούς τριγμούς.

Η πολυδιάσπαση στην Αριστερά προέκυψε κυρίως από τις δυνάμεις που έφυγαν από τα «σπλάχνα του ΣΥΡΙΖΑ. Ξεκίνησε με τη ΛΑΕ το 2015 που πέρυσι απορροφήθηκε στο ΜέΡΑ25 και ακολούθησαν η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου και η Νέα Αριστερά με τη διπλή διάσπαση του 2023.

Δεν πρόκειται για ένα ομοιογενές κοινό που αν ενωθεί θα συσπειρωθεί γύρω από την Κουμουνδούρου. H πολεμική μεταξύ τους είναι μεγάλη. Όλα τα κόμματα που θεωρητικά τουλάχιστον συγκαταλέγονται στην κεντροαριστερά και πέτυχαν ποσοστό άνω του 1% στις ευρωεκλογές (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Πλεύση Ελευθερίας, ΜέΡΑ25, Νέα Αριστερά, ΚΟΣΜΟΣ),  χωρίς να υπολογίζεται το ΚΚΕ, αθροίζουν ένα ποσοστό που φτάνει στο 37,2%.

Η συζήτηση αυτή την περίοδο έχει επικεντρωθεί στο κατά πόσο θα μπορούσε να προχωρήσει ένας πιθανός «γάμος» μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ ώστε ενωμένα τα δυο κόμματα, δημιουργώντας έναν νέο φορέα να αντιμετωπίσουν τη Νέα Δημοκρατία. Ο Στέφανος Κασσελάκης έχει εμφανιστεί διστακτικός μιλώντας μόνο για κοινοβουλευτική συνεργασία.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει επικεντρωθεί στην εσωκομματική κούρσα για την ανάδειξη του νέου προέδρου που έχει πάρει «φωτιά» στο ΠΑΣΟΚ. Οι δυνάμεις ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές έφτασαν το 27,71% ενώ ένα χρόνο πριν το 29,67%. Είναι μια συζήτηση πολύ δύσκολη που σίγουρα απαιτεί τη συναίνεση των ηγεσιών για να ξεκινήσει. Οι γενικές τοποθετήσεις στελεχών για «τη βάση που θα δώσει την ώθηση στον προοδευτικό χώρο να αντιδράσει απέναντι στην ηγεμονία της Νέας Δημοκρατίας» είναι αόριστες και σε αρκετές περιπτώσεις ακούγονται μόνο για να προσπεραστούν οι όποιες εξελίξεις. Από τον Οκτώβριο και μετά αναμένεται  η πίεση προς τις ηγεσίες να ενταθεί.

Τα ερωτήματα είναι πολλά. Το εκλογικό σύστημα δεν επιτρέπει σε συνασπισμό κόμματων να λάβει το μπόνους, συνεπώς «μεσοβέζικες» λύσεις δεν θα γίνουν αποδεκτές. Μια πιθανή συνένωση θα προκαλούσε πολλά ρήγματα, καθώς είναι αρκετοί οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ που βρίσκονται πιο κοντά στη Νέα Δημοκρατία, ενώ υπάρχει ακόμα στον ΣΥΡΙΖΑ ένα μικρό κοινό με πιο ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά που δεν θα έβλεπε με καλό μάτι τη συγχώνευση με τη Χαριλάου Τρικούπη. Το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι το πρόσωπο που θα προκριθεί να γίνει ο αρχηγός του νέου χώρου και πως οι ζυμώσεις και οι συζητήσεις θα καταλήξουν σε υποψηφιότητες που θα είναι κοινώς αποδεκτές.

Μπορεί η συζήτηση να αφορά αυτή τη στιγμή τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, καθώς μόνο με τη δική τους βάση μπορεί να στηθεί κάτι δυνατό, όμως για να είναι το εγχείρημα ολοκληρωμένο απαιτεί και τη συνδρομή των υπόλοιπων δυνάμεων. Σε μια μίνιμουμ προγραμματική βάση που θα πρέπει από νωρίς να αρχίσει να συζητείται. Στην οικονομία, στην εκπαίδευση, στα εθνικά ζητήματα, αλλά και σε σχέση με το κράτος δικαίου οι απόψεις τους σε αρκετές περιπτώσεις δεν ταυτίζονται. Η εξίσωση είναι πολυπαραγοντική, καθώς δεν είναι μόνο τι θα συμβεί στα μεγάλα αστικά κέντρα.

Στο εγχείρημα θα πρέπει να συμμετέχουν ενεργά και οι οργανώσεις της περιφέρειας με τις τοπικές κοινωνίες να έχουν τα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Υπάρχει και η «παγίδα» του εφησυχασμού των τριών χρόνων μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές. Το διάστημα μοιάζει να είναι μεγάλο, ωστόσο το εγχείρημα είναι ιδιαιτέρως δύσκολο. Από τη στιγμή, άλλωστε που αρχίζει να λαμβάνει «σάρκα και οστά» ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί εύκολα να παίξει το «χαρτί» του αιφνιδιασμού και να τρέξει τις πολιτικές εξελίξεις.

Πηγή: skai.gr