Η αδιασάλευτη «δύναμη» των Τεμπών

Τι δείχνουν τα ποιοτικά στοιχεία των κυλιόμενων δημοσκοπήσεων για την ισχυρή επίδραση του θέματος «που αφορά όλους προσωπικά». 

Της Δώρας Αντωνίου

«Τα Τέμπη έχουν “δύναμη” σαν θέμα. Τους αγγίζουν όλους». Σε αυτή την εκτίμηση εμφανίζονται να συγκλίνουν οι επικεφαλής εταιρειών δημοσκοπικών μετρήσεων και η άποψή τους έχει μεταφερθεί τόσο στο πρωθυπουργικό επιτελείο και στην κυβέρνηση όσο και στα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Μάλιστα, όπως αναφέρει έμπειρος αναλυτής δημοσκοπήσεων με γνώση της εικόνας που καταγράφουν τα ποιοτικά στοιχεία των κυλιόμενων δημοσκοπήσεων, οι οποίες δεν δημοσιοποιούνται αλλά φτάνουν στα χέρια των άμεσα ενδιαφερόμενων, σε σύγκριση με άλλα μεγάλη ζητήματα που απασχόλησαν τα τελευταία χρόνια, η υπόθεση των Τεμπών είναι αυτή με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο και τη μεγαλύτερη σημασία για την κοινή γνώμη. Ιδιαίτερα όσον αφορά την ανεξάρτητη και ανεπηρέαστη λειτουργία των θεσμών και του κράτους δικαίου.

«Για παράδειγμα, η υπόθεση των υποκλοπών, που αφορούσε επίσης πτυχές που άπτονται του κράτους δικαίου και τη λειτουργία των θεσμών, πολύ μικρή επίδραση είχε στους πολίτες σε σχέση με τον αντίκτυπο που έχουν τώρα τα Τέμπη. Οι μετρήσεις δείχνουν ότι οι πολίτες πιστεύουν ότι η υπόθεση των Τεμπών δεν είναι κάτι ξένο, αλλά κάτι που τους αφορά προσωπικά» προσθέτει ο ίδιος. Ως εκ τούτου, κάθε προσπάθεια υποβάθμισης του θέματος εκλαμβάνεται ως περιφρόνηση για τους ίδιους, καταλήγει.

Είναι αυτή η διαπίστωση που διαμορφώνει τη στρατηγική της κυβέρνησης για το ζήτημα, η οποία είναι εμφανώς διαφοροποιημένη τις τελευταίες εβδομάδες, με απαρχή της αλλαγής στάσης τις μεγάλες συγκεντρώσεις της 26ης Ιανουαρίου. Η μεγάλη και επίμονη επίδραση των Τεμπών στα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων έφερε καταρχάς την επιλογή να γίνει διάκριση ανάμεσα στους πολίτες και τις διαμαρτυρίες ή τα ερωτήματά τους και στους πολιτικούς αντιπάλους. 

Στην κυβέρνηση αναγνώρισαν, έστω και έπειτα από ένα διάστημα διαφορετικής στρατηγικής, ότι στο μέτωπο με την κοινωνική βάση μόνο χαμένοι μπορούν να βγουν. Δεν είναι καθόλου τυχαίες οι επαναλαμβανόμενες αναφορές κυβερνητικών και κομματικών στελεχών της ΝΔ που πλέον στις δημόσιες τοποθετήσεις τους ξεχωρίζουν τα ερωτήματα των συγγενών θυμάτων και των πολιτών από τα ζητήματα που βάζουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Και ενώ έχουν σταματήσει πλέον οι αναφορές - ακόμα και απαξιωτικές παλαιότερα - στη στάση των πολιτών όσον αφορά το θέμα, ανεβαίνουν κατακόρυφα οι τόνοι της αντιπαράθεσης με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Είναι περισσότερο από σαφές ότι η κυβέρνηση επενδύει στο μέτωπο της πολιτικής, όπου θεωρεί ότι υπερέχει έναντι των αντιπάλων της, δεδομένης μάλιστα και της αντιπαράθεσης που εκδηλώθηκε ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ για τους χειρισμούς στην υπόθεση των Τεμπών, η οποία έδειξε ότι δεν υπάρχει ενιαίο μέτωπο απέναντι στις κυβερνητικές επιλογές. Αντιπαράθεση που η κυβέρνηση αξιοποίησε δεόντως, στη λογική «διαίρει και βασίλευε», υποδαυλίζοντας και υπερτονίζοντας τις πτυχές της. 

Όσον αφορά τα ερωτήματα που επιμένουν να τίθενται σε επίπεδο κοινωνικού διαλόγου, από κυβερνητικής πλευράς επαναλαμβάνεται σταθερά πλέον η παραπομπή στις απαντήσεις που θα δώσει η Δικαιοσύνη, καθώς έχει καταστεί ξεκάθαρο ότι μόνο απώλειες μπορεί να προκύψουν εάν συντηρηθεί ένα μέτωπο αντιπαράθεσης σε τέτοιο επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης είπε μιλώντας στον ΣΚΑΪ ότι κάθε πολίτης απαιτεί δικαιοσύνη χωρίς εξαιρέσεις, προσθέτοντας ότι αυτό «είναι μια πάνδημη απαίτηση». Και την ίδια στιγμή κατηγόρησε την αντιπολίτευση για εργαλειοποίηση της υπόθεσης με στόχο την άντληση πολιτικού κέρδους.

Πηγή: skai.gr